Πάντα κάτι μαθαίνουμε από το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ. Στη χειρότερη περίπτωση, μαθαίνουμε τι νομίζουν οι πλούσιοι και ισχυροί πως συμβαίνει. Μπορεί να κάνουν λάθος και, πράγματι, πολύ συχνά κάνουν λάθος. Ο κόσμος, όπως θυμηθήκαμε πρόσφατα, είναι γεμάτος εκπλήξεις. Αλλά αυτές είναι οι δικές μου αντιδράσεις.
Ο επιχειρηματικός κόσμος νιώθει πιο αισιόδοξος. Ναι, εξακολουθούν να υφίστανται τις επιπτώσεις της Covid, του πληθωριστικού μετα-πανδημικού ανοίγματος και της επίθεσης της Ρωσίας στην Ουκρανία. Eξακολουθούν να απειλούνται από την εχθρότητα μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας. Αλλά τα νέα είναι πιο θετικά: η Ουκρανία τα πηγαίνει καλύτερα στον αγώνα της για επιβίωση, οι τρελοί τα πήγαν πολύ χειρότερα από το αναμενόμενο στις ενδιάμεσες αμερικανικές εκλογές, οι τιμές του αερίου έχουν κάνει «βουτιά», ο γενικός πληθωρισμός μπορεί να έχει κορυφωθεί, οι ανησυχίες για ύφεση έχουν αρθεί, και η Κίνα έχει ανοίξει πάλι.
Σε αυτό το φόντο, ας εξετάσουμε ορισμένα από τα πιο σημαντικά θέματα, αρχίζοντας με τις οικονομικές προοπτικές.
Το γενικό κλίμα για την οικονομία στις χώρες υψηλού εισοδήματος είναι ένα κλίμα μεγαλύτερης αισιοδοξίας για το βραχυπρόθεσμο μέλλον. Ωστόσο, αυτοί οι αισιόδοξοι μπορεί να προτρέχουν. Ο ρυθμός ανάπτυξης του ονομαστικού ΑΕΠ των ΗΠΑ υπήρξε υπερβολικά γρήγορος για να συνάδει με τον πληθωρισμό στο 2%. Οι αμερικανικοί μισθοί έχουν επίσης αυξηθεί κοντά στο 5% τον τελευταίο χρόνο, ενώ η ανεργία παραμένει χαμηλή. Τίποτα από αυτά δεν συνάδει με την επίτευξη του στόχου για τον πληθωρισμό σε διατηρήσιμη βάση. Αν παίρνει κανείς τη Fed στα σοβαρά (εγώ την παίρνω στα σοβαρά), αυτό υποδηλώνει σφιχτότερη νομισματική πολιτική και μια πιο αδύναμη οικονομία απ’ όσο περιμένουν πολλοί. Εναλλακτικά, η Fed μπορεί να εγκαταλείψει πιο σύντομα απ’ όσο πρέπει, απλά για να αναγκαστεί και πάλι να προχωρήσει σε σύσφιξη ένα ή δύο χρόνια αργότερα. Όσο για την ΕΚΤ, είναι ένα καλό στοίχημα πως θα επιδιώξει να επαναφέρει τον πληθωρισμό στο 2% όσο το δυνατόν συντομότερα.
Ωστόσο, σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες επικρατεί κλίμα άγχους. Η «κληρονομιά» της Covid, οι υψηλές τιμές τροφίμων και ενέργειας, τα υψηλά επιτόκια και ένα ισχυρό δολάριο έχουν δημιουργήσει σοβαρές δυσκολίες σε πολλές χώρες χαμηλού και χαμηλότερου μεσαίου εισοδήματος. Οι ανησυχίες ορισμένων υπεύθυνων χάραξης πολιτικής, ιδιαίτερα εκείνων από την Αφρική, ήταν προφανείς.
Οι ιστορίες που έρχονται από την Κίνα και την Ινδία, τις τεράστιες αναδυόμενες οικονομίες του κόσμου, ήταν μάλλον διαφορετικές. Ο Λιου Χε, ο απερχόμενος Κινέζος πρωθυπουργός, ήρθε να πει στους συμμετέχοντες πως η Κίνα όχι μόνο είναι και πάλι ανοικτή, στο εσωτερικό και το εξωτερικό, αλλά πως επίσης «αγκαλιάζει» τον ιδιωτικό της τομέα. Ένας δυτικός επιχειρηματίας που γνωρίζω καλά, που από καιρό μένει στην Κίνα, επιβεβαίωσε τη στροφή αυτή. Μια ευλογοφανής εξήγηση είναι πως ο Σι Τζινπίνγκ έχει αποφασίσει πως η ανάπτυξη έχει σημασία. Αυτή τη χρονιά, θα είναι ξεκάθαρα ισχυρή. Το αν η νέα προσέγγιση θα διατηρηθεί μακροπρόθεσμα είναι αβέβαιο. Αυτό είναι αναπόφευκτο όταν η εξουσία είναι τόσο συγκεντρωμένη. Η τάση για σφιχτό έλεγχο οπωσδήποτε θα επιστρέψει.
Οι Ινδοί είχαν τη μεγαλύτερη αντιπροσωπεία στο Νταβός. Η επιχειρηματική τους κοινότητα ξεκάθαρα αισθάνεται αισιόδοξη για την προοπτική αυτής που μπορεί πλέον να είναι η πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου. Πράγματι, εκτός και αν πάνε στραβά τα πράγματα (που πάντα είναι πιθανό), αυτή θα πρέπει να είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη μεγάλη οικονομία του κόσμου τις επόμενες δεκαετίες. Οι ευκαιρίες θα πρέπει να είναι άφθονες.
Ένα άλλο τεράστιο story αφορά την εμπορική και βιομηχανική πολιτική. Η Πράξη για τη Μείωση του Πληθωρισμού των ΗΠΑ -που έχει λάθος όνομα- υπνωτίζει τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, πολλές από τις οποίες εξετάζουν το ενδεχόμενο να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους εκεί, εν μέρει για να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες που προσφέρει, αλλά επίσης για να εκμεταλλευτούν τις χαμηλότερες τιμές ενέργειας στις ΗΠΑ.
Αυτή είναι η αρχή ενός πολέμου επιδοτήσεων, στον οποίον οι ΗΠΑ, με τον τεράστιο ομοσπονδιακό προϋπολογισμό τους, έχουν το πάνω χέρι, αν και η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν πρότεινε πιθανές αντιδράσεις. Δεν αμφιβάλλω πως αυτές οι πολιτικές θα είναι άσκοπες. Αλλά λογικά θα επιταχύνουν την εισαγωγή νέων κλιματικών τεχνολογιών. Ο οικονομικός εθνικισμός μπορεί τώρα να είναι ο μόνος τρόπος για να συμβεί αυτό. Αλλά επίσης διχάζει τη Δύση σε μια κρίσιμη στιγμή.
Σχεδόν εξίσου εντυπωσιακός ήταν ο τρόπος με τον οποίο η Κάθριν Τάι, εμπορική αντιπρόσωπος των ΗΠΑ, πλαισίωσε την εμπορική πολιτική των ΗΠΑ με όρους συμφερόντων και δικαιωμάτων των εργαζομένων. Ωστόσο, το πιο σημαντικό δεν ήταν αυτό, αλλά η προφανής απουσία οποιασδήποτε αμερικανικής άποψης για το πώς θα έπρεπε να λειτουργεί το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα. Ο πάλαι ποτέ ηγεμόνας δεν έχει απλώς αναπτύξει βαθιά καχυποψία για την Κίνα -αυτή είναι η μόνη πραγματικά διακομματική πολιτική-, αλλά έχει εγκαταλείψει το ενδιαφέρον για το σύστημα.
Ένας τελευταίος τομέας εστίασης ήταν η τεχνολογία. Προσωρινά, φοβάμαι (και μόνιμα ελπίζω) ότι ο θόρυβος γύρω από τα κρυπτονομίσματα έχει καταλαγιάσει. Αυτό αφήνει το πεδίο ανοιχτό για τις δραματικές βελτιώσεις στα παγκόσμια συστήματα πληρωμών που θα μπορούσαν να προσφέρουν τα ψηφιακά νομίσματα των κεντρικών τραπεζών. Όσον αφορά το περιβάλλον, ο μεγαλύτερος ενθουσιασμός αυτή τη φορά φάνηκε να αφορά τη στροφή προς το υδρογόνο. Αυτό μοιάζει όντως με κρίσιμο στοιχείο για μια περιβαλλοντικά πιο βιώσιμη οικονομία.
Ο μεγαλύτερος ντόρος, ωστόσο, αφορούσε την τεχνητή νοημοσύνη. Το ChatGPT έχει προς το παρόν κλέψει την παράσταση. Η ικανότητα των ανθρώπων που ασχολούνται με την τεχνητή νοημοσύνη να αισθάνονται απροκάλυπτα ενθουσιασμένοι με τις δημιουργίες τους είναι τόσο κατανοητή όσο και τρομακτική. Όσο περισσότερο παρακολουθώ τις δημιουργίες της τεχνολογικής βιομηχανίας τόσο περισσότερο φοβάμαι ότι παρακολουθώ τον μαθητευόμενο μάγο στην πραγματική ζωή. Η διαφορά είναι ότι κανείς δεν έχει τη δυνατότητα να απενεργοποιήσει αυτό το ξόρκι.
Τέλος, έντονα παρούσα καθ' όλη τη διάρκεια του Φόρουμ ήταν η επίθεση στην Ουκρανία. Σε μια πρωινή συνάντηση, ο Μπόρις Τζόνσον «αναγεννήθηκε», ενημερώνοντας το ακροατήριο ότι δεν υπάρχει καμία πιθανότητα ο Βλαντίμιρ Πούτιν να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα. Ελπίζω να έχει δίκιο. Αλλά το ζήτημα που ήγειρε η συζήτηση ήταν σαφές: δεν πρέπει να επιτραπεί να αντέξει η προσπάθεια του Πούτιν να αναδημιουργήσει τη ρωσική αυτοκρατορία. Κάτι τέτοιο θα καθιστούσε την Ευρώπη ριζικά και μόνιμα ανασφαλή. Θα ενθάρρυνε τους νεο-ιμπεριαλιστές παντού. Πρέπει να ηττηθεί.
Γενικά, τα νέα ήταν πράγματι καλύτερα τους τελευταίους μήνες. Η απουσία ενός άλλου τεράστιου σοκ είναι από μόνη της καλή είδηση. Όμως, εξακολουθούν να υπάρχουν πολλές ανεπίλυτες προκλήσεις, και όχι μόνο η εξεύρεση ενός γρήγορου και επιτυχημένου τέλους στον πόλεμο και η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Τα πράγματα μπορεί να είναι λίγο καλύτερα. Αλλά σίγουρα δεν είναι καλά.
© The Financial Times Limited 2023. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation