Οι αγορές πάντα λαχταρούν για καλές ιστορίες και η χαλάρωση της πολιτικής zero Covid της Κίνας, με την προοπτική μιας συνεχιζόμενης ανάκαμψης της ανάπτυξης, ήδη έχει μια εξαιρετική πιθανότητα να γίνει το πιο θορυβώδες αφήγημα της επερχόμενης νέας χρονιάς.
Η νέα, ευρεία χαλάρωση μέτρων που περιέγραψε πρόσφατα το Κρατικό Συμβούλιο της Κίνας και συμπεριλαμβάνουν την πιθανότητα κατ’ οίκον καραντίνας και την κατάργηση των απαιτήσεων για τεστ για τους δημόσιους χώρους, ήρθε να προστεθεί στην εικόνα μιας χώρας που βρίσκεται στο χείλος δυο πρωτοφανών αλλαγών -η μία ψυχολογική, η άλλη πρακτική.
Οι αγορές στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, όπως σημειώνουν οι traders εμπορευμάτων, μπορεί να έχουν υποτιμήσει το πόσο μεγάλες θα μπορούσαν να είναι αυτές οι αλλαγές για τις τιμές και τον πληθωρισμό.
Ο δείκτης MSCI China, που έχει αυξηθεί κατά σχεδόν 19% σε όρους δολαρίου τον τελευταίο μήνα, άρχισε να προεξοφλεί για τα καλά από τα μέσα Νοεμβρίου την πιθανότητα να ανοίξει εκ νέου η Κίνα. Οι αναλυτές της Morgan Stanley, που έκαναν λόγο για κάτι «σπουδαίο», αναβάθμισαν την Κίνα σε overweigh, για πρώτη φορά μετά από δύο χρόνια.
Εξακολουθούν να υπάρχουν πολλές προειδοποιήσεις για το ζήτημα του ανοίγματος της κινεζικής αγοράς μετά την Covid, και ακόμα και οι αισιόδοξοι θεωρούν πως κάποια εκδοχή κανονικότητας δεν θα επαναληφθεί πριν την επόμενη άνοιξη. Αλλά η ευρύτερη αισιοδοξία, παρά την πιθανότητα ανατροπής, γρήγορα συνοδεύθηκε από μια διστακτική πίστη πως πλέον έχει δημιουργηθεί δυναμική.
Ορισμένοι στρατηγικοί αναλυτές, που αναγνωρίζουν τον κίνδυνο η χαλάρωση να είναι άνιση και να στιγματίζεται από πισωγυρίσματα, προτείνουν αγορές στις πτώσεις αυτές όποτε προκύπτουν. Το μεγάλο ερώτημα είναι πόση από τη διαδικασία επανεκτίμησης έχει περάσει στις παγκόσμιες αγορές και πόσο μεγάλη απήχηση θα έχει στις παγκόσμιες αγορές το στόρι του ανοίγματος.
Σε σημείωμα που δημοσιοποιήθηκε στο τέλος της περασμένης εβδομάδας, ο στρατηγικός αναλυτής της Goldman Sachs, Dominic Wilson, επιχειρεί να απαντήσει στα ερωτήματα αυτά, σημειώνοντας πως η κεντρική οικονομική πρόβλεψη της τράπεζας είναι πως η κινεζική ανάπτυξη θα μπορούσε να παραμείνει πολύ ήπια τους επόμενους έξι μήνες, προτού επιταχυνθεί αργότερα το 2023.
Η προσέγγιση της Goldman βασίζεται σε έναν δείκτη της ίδιας της τράπεζας, ο οποίος παρακολουθεί τον τρόπο με τον οποίο οι αγορές γενικά τιμολογούν τη μελλοντική ανάπτυξη στην Κίνα. Από τις αρχές του 2022, ο εν λόγω δείκτης έχει υποστεί τρεις σύντομες φάσεις ανόδου, αλλά συνολικά έχει υποχωρήσει σημαντικά. Η πτώση αυτή ήταν συνεπής, δήλωσε ο Wilson, με τη σταθερή πτώση των προσδοκιών των μεγάλων αγορών περιουσιακών στοιχείων για την κινεζική ανάπτυξη κατά τα επόμενα ένα έως δύο χρόνια.
Το κατώτατο σημείο, στις 31 Οκτωβρίου, ελήφθη στη συνέχεια ως βάση. Σύμφωνα με τον δείκτη της Goldman, οι προσδοκίες της αγοράς για την ανάπτυξη της Κίνας άρχισαν να ανακάμπτουν έντονα τον Νοέμβριο και παραμένουν τώρα σε άνοδο. Δεδομένων των τελευταίων ειδήσεων, ενδέχεται να εκτιναχθούν ακόμη πιο έντονα τις επόμενες ημέρες.
Το συμπέρασμα του Wilson αναφορικά με την κλίμακα της μετατόπισης των προσδοκιών της αγοράς για την ανάπτυξη μέχρι στιγμής είναι πως «η ανανεωμένη αισιοδοξία σχετικά με την επαναλειτουργία μέχρι τον Νοέμβριο υποδηλώνει ότι περίπου το 40% αυτής της μετατόπισης έχει ήδη πραγματοποιηθεί».
Αυτό το ποσοστό -και άλλοι παρόμοιοι υπολογισμοί που ενδέχεται να γίνουν από αντίπαλες τράπεζες από τώρα μέχρι το τέλος του έτους- φαίνεται εξαιρετικά σημαντικό, αλλά θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με προσοχή. Η υπονοούμενη δυνητική άνοδος για τις πολλές διαφορετικές κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων που επηρεάζονται από την ανάπτυξη της Κίνας διαφέρει σημαντικά. Η άποψη της Goldman, η οποία ίσως δεν προκαλεί έκπληξη, είναι ότι οι κινεζικές μετοχές και οι μετοχές των αναδυόμενων αγορών συγκαταλέγονται μεταξύ των δικαιούχων με τη μεγαλύτερη δυναμική ανόδου. Οι τιμές του χαλκού και του πετρελαίου βρίσκονται στην ίδια κατηγορία. Το δολάριο Αυστραλίας θα μπορούσε επίσης να επηρεαστεί έντονα.
Όμως, άλλες αγορές θα μπορούσαν να βιώσουν λιγότερο ευπρόσδεκτες επιπτώσεις: μια επιταχυνόμενη επέκταση της κινεζικής ανάπτυξης θα μπορούσε θεωρητικά να προκαλέσει ενισχυμένο αντίκτυπο στις τιμές των βασικών εμπορευμάτων, με αλυσιδωτές επιπτώσεις. Οι ευρωπαϊκές αγορές, παρ' όλες τις αναταραχές και τη δυστυχία των υψηλών τιμών ενέργειας, έχουν επωφεληθεί σε κάποιο βαθμό από το γεγονός ότι η αδύναμη κινεζική ζήτηση για φυσικό αέριο επέτρεψε την ανακατεύθυνση των προμηθειών. Η ταχεία κινεζική ανάπτυξη μπορεί να ανανεώσει τους περιορισμούς της προσφοράς και να εντείνει τις πληθωριστικές πιέσεις. Εάν οι πληθωριστικές πιέσεις γίνουν αρκετά εκτεταμένες, οι τρέχουσες υποθέσεις της αγοράς σχετικά με την παύση του κύκλου αύξησης των επιτοκίων στις ΗΠΑ θα μπορούσαν να αναθεωρηθούν.
Αναμφίβολα, ωστόσο, το πιο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό του αντίκτυπου της επαναλειτουργίας της Κίνας στην αγορά θα μπορούσε να είναι η ταχύτητα με την οποία θα χτυπήσει. Οι συμμετέχοντες στην αγορά έχουν δει μια μεγάλη ποικιλία διαδικασιών ανοίγματος της οικονομίας σε όλο τον κόσμο -από χώρες που αντέστρεψαν εξαιρετικά σκληρά λοκντάουν μέχρι χώρες που επέβαλαν μόνο ήπιους περιορισμούς. Ως εκ τούτου, οι αγορές μπορεί να αποφασίσουν πως δεν χρειάζεται να πάνε τόσο στα τυφλά όσον αφορά την επαναλειτουργία της Κίνας, όπως έκαναν αλλού, και απλά θα κοιτάξουν τις προβλέψεις ανάπτυξης που δημιουργούνται για αργότερα το επόμενο έτος και θα αποφασίσουν ότι η καθυστέρηση έχει πολύ μεγάλο κόστος.
© The Financial Times Limited 2022. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation