Η ελληνική κεντρική τράπεζα σχεδιάζει να κάνει έκκληση ώστε τα ομόλογα της χώρας να παραμείνουν επιλέξιμα για νέες αγορές από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μετά τον Μάρτιο, όταν αναμένεται να τερματιστεί το τεράστιο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων που ξεκίνησε ως απάντηση στην πανδημία.
Αρκετά μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ δήλωσαν ότι είναι πρόθυμα να βρουν έναν τρόπο όταν θα συνεδριάσουν την Πέμπτη ώστε η κεντρική τράπεζα να συνεχίσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα για το υπόλοιπο του επόμενου έτους. Έλληνες αξιωματούχοι, όμως, φοβούνται ότι νομικά εμπόδια μπορεί να σημαίνουν ότι οι αγορές χρέους της χώρας από την ΕΚΤ θα μειωθούν πολύ πιο πολύ από αυτές άλλων χωρών.
Αξιωματούχοι στην Αθήνα θέλουν να αποφύγουν το «στίγμα» η χώρα να μείνει για άλλη μια φορά χωρίς το δίχτυ ασφαλείας της αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ, όταν το Πρόγραμμα Έκτακτης Αγοράς Ομολόγων ύψους 1,85 τρισεκατομμυρίων ευρώ (PEPP) σταματήσει τις καθαρές αγορές τίτλων σε τρεις μήνες από τώρα.
Η ΕΚΤ συνήθως απαγορεύεται να αγοράζει ομόλογα που εκδίδονται από την Ελλάδα επειδή είναι η μόνη χώρα της ευρωζώνης που αξιολογείται κάτω από την επενδυτική βαθμίδα από τους οίκους αξιολόγησης.
Ωστόσο, η κεντρική τράπεζα έκανε μια εξαίρεση από την απαγόρευση αγοράς των λεγόμενων ομολόγων «σκουπιδιών» η οποία της επέτρεψε να επανεκκινήσει τις αγορές του ελληνικού χρέους όταν ξεκίνησε το PEPP τον Μάρτιο του 2020.
Η ΕΚΤ έχει αγοράσει ελληνικά ομόλογα 35 δισ. ευρώ τα τελευταία δύο χρόνια. Όταν σταματήσει τις καθαρές αγορές στο πλαίσιο του PEPP, η κεντρική τράπεζα αναμένεται να συνεχίσει να αγοράζει ομόλογα στο πλαίσιο του μακροχρόνιου Προγράμματος Αγοράς Περιουσιακών Στοιχείων. Αλλά σε αυτό το πλαίσιο απαγορεύεται να αγοράζει ομόλογα junk.
Το κόστος δανεισμού της Ελλάδας μειώθηκε απότομα από τότε που η ΕΚΤ άρχισε να αγοράζει τα ομόλογά της. Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου της χώρας μειώθηκε από περίπου 2,4% όταν το PEPP στο ιστορικό χαμηλό λίγο πάνω από 0,5% τον Αύγουστο. Οι αποδόσεις των ομολόγων μειώνονται καθώς οι τιμές τους αυξάνονται.
Οι αποδόσεις των ομολόγων της χώρας έχουν αυξηθεί πρόσφατα και οι επενδυτές αναμένουν ότι το spread τους - ο επιπλέον τόκος που πρέπει να πληρώσει η Αθήνα σε σχέση με τη Γερμανία όταν πουλά νέο χρέος - θα αυξηθεί περαιτέρω εάν η ΕΚΤ μειώσει απότομα τον όγκο ελληνικού χρέους που αγοράζει.
Ο Mark Dowding, επικεφαλής επενδύσεων στην BlueBay Asset Management, είπε ότι αυτό το σενάριο «θα ήταν σίγουρα ένας λόγος να υποαποδόσει λίγο η Ελλάδα. Θα μπορούσατε να δείτε τα spread να διευρύνονται περαιτέρω». Ωστόσο, είπε ότι ελπίζει ως οι μελλοντικές αναβαθμίσεις της ελληνικής αξιολόγησης μπορεί να περιορίσουν την κίνηση αυτή.
Ορισμένες αγορές ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ θα εξακολουθήσουν να είναι δυνατές χρησιμοποιώντας τα έσοδα από τους τίτλους που έχουν ήδη αγοραστεί στο πλαίσιο του PEPP και ωριμάζουν. Η κεντρική τράπεζα έχει δεσμευτεί να συνεχίσει αυτές τις επανεπενδύσεις «τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2023» και θα μπορούσαν να ρυθμιστούν προς όφελος της Ελλάδας.
Ο Frederik Ducrozet, στρατηγικός στην Pictet Wealth Management, προέβλεψε ότι οι επανεπενδύσεις PEPP θα ανέρχονται συνολικά σε περίπου 12,5 δισ. ευρώ το μήνα.
Μια άλλη επιλογή είναι η ΕΚΤ να ξεκινήσει ένα νέο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων που έχει παρόμοια ευελιξία με το PEPP, αν και πολλά μέλη του συμβουλίου είπαν ότι κάτι τέτοιο είναι απίθανο. Η ΕΚΤ και η Τράπεζα της Ελλάδος αρνήθηκαν να σχολιάσουν.
Αναλυτές και Έλληνες αξιωματούχοι αναμένουν ότι τα ομόλογα της χώρας θα κερδίσουν επενδυτική βαθμολογία μετά τις επόμενες εθνικές εκλογές που έχουν προγραμματιστεί το 2023, παρά την ισχυρή ανάκαμψη της οικονομίας φέτος.
Η Ελλάδα έχει το μεγαλύτερο δημόσιο χρέος στην ευρωζώνη, που ανέρχεται σε περισσότερο από το 200% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος. Η Αθήνα εξακολουθεί να βρίσκεται υπό ένα σύστημα «ενισχυμένης εποπτείας» από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το οποίο έχει σχεδιαστεί ώστε να διασφαλίσει ότι θα εκπληρώσει τους στόχους για το έλλειμμα μέχρι το επόμενο έτος.
Έλληνας αξιωματούχος είπε ότι η χώρα ήλπιζε να αποφύγει μια άλλη «στιγμή Ντοβίλ» - μια αναφορά στη γαλλική παράκτια πόλη απ’ όπου οι ηγέτες της Γερμανίας και της Γαλλίας σόκαραν τους επενδυτές το 2010 συμφωνώντας ότι οποιαδήποτε αναδιάρθρωση του χρέους μιας χώρας της ευρωζώνης θα μπορούσε να περιλαμβάνει πιστωτές του ιδιωτικού τομέα, προκαλώντας ξεπούλημα ελληνικών ομολόγων.
Η Ελλάδα διασώθηκε από την «τρόικα» του ΔΝΤ, της ΕΚΤ και της Κομισιόν, η οποία επέβαλε αυστηρά μέτρα λιτότητας στην Αθήνα. Η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία ήταν υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας κατά τη διάρκεια της συνάντησης της Ντοβίλ και αργότερα έγινε επικεφαλής του ΔΝΤ, είπε έκτοτε «οι απαιτήσεις έναντι της Ελλάδας ήταν υπερβολικές».
Οι αξιωματούχοι είναι βέβαιοι ότι τα οικονομικά της Ελλάδας δεν θα παρακωλυθούν ακόμη και αν αυξηθούν οι αποδόσεις των ομολόγων της. Ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους της χώρας συνήθως «φορτώνει» την έκδοση ομολόγων στην αρχή της κάθε χρονιάς και τον επόμενο χρόνο στοχεύει να συγκεντρώσει περίπου το ήμισυ του προγράμματος των 10 δισ. ευρώ το πρώτο τρίμηνο, πριν από τη λήξη του PEPP.
Η Ελλάδα έχει δημιουργήσει επίσης ένα ταμειακό μαξιλάρι που ανέρχεται πλέον σε περίπου 40 δισ. ευρώ, αρκετό για να καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες για τουλάχιστον τρία χρόνια.
© The Financial Times Limited 2021. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation