Tο κομμάτι της αγοράς που περιστρέφεται γύρω από το βραχυπρόθεσμο είναι υπερβολικά μεγάλο. Αυτό οπωσδήποτε ισχύει στη συζήτηση για τον πληθωρισμό. Τα δεδομένα της περασμένης εβδομάδας έδειξαν πως οι τιμές στις ΗΠΑ αυξήθηκαν με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων 13 ετών. Αυτό έκανε τους πάντες, από κορυφαίους επενδυτές μέχρι ιδιοκτήτες εστιατορίων και ξενοδοχείων, που πλέον ανακαλύπτουν πως μπορεί να χρειαστεί να πληρώσουν περισσότερα στο προηγουμένως χαμηλόμισθο προσωπικό τους, να ανησυχήσουν για υπερθέρμανση της οικονομίας.
Αλλά η νευρικότητα είναι πρώιμη. Αυτά τα πρώτα σημάδια αυξανόμενων τιμών περισσότερο αντανακλούν μια προβλέψιμη αυξημένη κινητικότητα μετά την πανδημία, παρά μια πιο μακροχρόνια τάση. Τα προβλήματα στην αλυσίδα προμήθειας σύντομα θα αμβλυνθούν, όπως έγινε αντίστοιχα το 2020 με τον προστατευτικό εξοπλισμό, για παράδειγμα.
Οι αγορές αυτοκίνητων και διακοπών θα υποχωρήσουν καθώς θα περάσει η μεταπανδημική διάθεση για σπατάλη. Και οι σερβιτόροι που ζητούν σήμερα υψηλούς μισθούς μπορεί να αντικατασταθούν αύριο από συστήματα αυτοματισμού: παρατηρείστε πόσοι θερινοί ταξιδιώτες ήδη δίνουν τις παραγγελίες τους για τα προ πτήσεως κοκτέιλ τους μέσω iPad.
Αυτό για το οποίο δεν μιλάμε αρκετά –και αυτό που σίγουρα θα αποδειχθεί πολύ σημαντικότερο και δυσκολότερο να προβλεφθεί- είναι το πώς η τεχνολογία, τα μεταβαλλόμενα δημογραφικά και η συνδυασμένη επίπτωσή τους στο real estate, θα επηρεάσουν την τάση ήπιας ανόδου του πληθωρισμού. Αυτό είναι που πραγματικά έχει σημασία για τους εργαζόμενους, τις εταιρείες και τις τιμές των assets.
Αναλογιστείτε πρώτα την αλλαγή στο πώς και πού οι Αμερικάνοι θέλουν να ζουν και να εργάζονται. Ορισμένα από τα φθηνότερα τμήματα των νότιων και δυτικών ΗΠΑ έχουν δει μια εισροή ανθρώπων που κάποτε ζούσαν σε ακριβές παράκτιες πόλεις αλλά δεν είναι πλέον «δεμένοι» στα γραφεία τους. Αλλά αυτή εξακολουθεί να είναι μια αναδυόμενη αλλαγή. Ο περισσότερος κόσμος που φεύγει από τα ακριβά διαμερίσματα της Νέας Υόρκης ή του Bay Area, μετακομίζει σε λίγο φθηνότερες περιοχές που βρίσκονται κοντά στο μετρό, ή σε κοντινές προαστιακές και εξοχικές περιοχές –και όχι στο εσωτερικό των ΗΠΑ.
Κανείς δεν γνωρίζει πόσο θα διαρκέσουν αυτές οι μεταβολές. Αν οι χρεοκοπημένες πόλεις δεν μπορούν να διορθώσουν τις δημόσιες υπηρεσίες ή την εκπαίδευση, ορισμένοι κάτοικοι –ιδιαίτερα αυτοί που έχουν παιδιά- μπορεί να φύγουν μόνιμα από τις πόλεις. Αλλά άλλοι ήδη επιστρέφουν, τώρα που μπορούν να πηγαίνουν χωρίς μάσκα στο θέατρο ή στο αγαπημένο τους εστιατόριο.
Όπως και να έχει, αυτή η «μανία μετανάστευσης» έχει οδηγήσει σε αύξηση των τιμών κατοικιών κατά 24% σε ετήσια βάση. Πριν την πανδημία, ο στεγαστικός πληθωρισμός όπως υπολογίζεται σε ενοίκια και ισοδύναμα ενοικίου, είχε τη μερίδα του λέοντος του αμερικανικού πληθωρισμού. Όπως σημειώνει ο Daniel Alpert της Westwood Capital, «ενώ οι τιμές κατοικιών θα μπορούσαν να μειωθούν εάν επιμείνει ο πληθωρισμός και αυξηθούν τα επιτόκια, σταδιακά οι υψηλότερες τιμές που καταβάλλονται για στέγη από τα μέσα του 2020 και μετά θα αντανακλώνται στα ενοίκια και τα ισοδύναμα ενοικίου». Αυτό, όπως μου είπε, θα καλύψει την όποια πτώση στις τιμές άλλων αγαθών και υπηρεσιών.
Η Fed μας είπε να μην ανησυχούμε για τον πληθωρισμό: τα πράγματα θα ηρεμήσουν σε περίπου έξι μήνες, όταν σταματήσουν οι πληρωμές που γίνονται στο πλαίσιο των μέτρων στήριξης της οικονομίας και τελειώσει η θερινή άνοδος. Αλλά μια άλλη άνοδος μπορεί να βρίσκεται στην αρχή της, καθώς οι baby boomers που συνταξιοδοτούνται, οι οποίο κατέχουν περιουσιακά στοιχεία 35 τρισ. δολαρίων, θα αρχίσουν να δίνουν χρήματα στα παιδιά τους.
Κάποιοι πιστεύουν πως αυτό θα έχει πρωτοφανή πληθωριστική επίπτωση, καθώς θα πρόκειται για χρήμα που θα βγαίνει από τις χρηματαγορές και θα πηγαίνει σε δαπάνες της πραγματικής οικονομίας –είτε πρόκειται για σπίτια, για αυτοκίνητα, για παροχές υγείας ή για παιδεία. Άλλοι πιστεύουν πως αυτή η μεταφορά πλούτου δεν θα είναι ζήτημα για τον πληθωρισμό: το μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής των boomers θα «φάει» περισσότερες συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις και το μεγαλύτερο μέρος απ’ ότι απομείνει θα πάει στους πιο εύπορους, οι οποίοι πόσο να καταναλώσουν;
Τι θα μπορούσε να περιορίσει τον πληθωρισμό πιο μακροπρόθεσμα; Ο ένας τρόπος για να γίνει αυτό είναι εάν περισσότεροι εργαζόμενοι παράγουν περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες για να καταναλώσουν οι άνθρωποι. Χωρίς αυτό, θα έχεις μεγαλύτερη ζήτηση απ’ ότι προσφορά, άρα ο πληθωρισμός αυξάνεται. Αυτές οι θέσεις εργασίας πρέπει επίσης να πληρώνονται επαρκώς για να στηρίξουν την κατανάλωση.
Αυτό μας οδηγεί σε μια από τις πιο περίπλοκες μακροπρόθεσμες τάσεις: το μέλλον της εργασίας. Η πανδημία έχει επιταχύνει την ψηφιοποίηση των πάντων. Νομίζω πως θα δημιουργήσει μια μεγάλη αποπληθωριστική δύναμη στην παγκόσμια οικονομία.
Η εταιρική επένδυση σε «άυλα» αγαθά όπως η πνευματική ιδιοκτησία και το λογισμικό αυξήθηκαν απότομα κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Έρευνα που διενήργησε πέρυσι η εταιρεία συμβούλων McKinsey σε στελέχη επιχειρήσεων βρήκε πως τα τρία τέταρτα όσων απάντησαν στη Βόρεια Αμερική και στην Ευρώπη περίμεναν πως τέτοιου είδους επενδύσεις θα επιταχυνθούν τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Στο διάστημα 2014-2019 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 55%.
Αυτού του είδους οι επενδύσεις αυξάνουν την παραγωγικότητα αλλά σε βάρος των θέσεων εργασίας, και λιγότερες θέσεις εργασίας μεταφράζονται σε λιγότερη ζήτηση. Σε συνδυασμό με την ψηφιοποίηση, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση των τιμών των αγαθών, αλλά και υπηρεσιών όπως η υγεία και η παιδεία. Μαζί με τη στέγαση, οι υπηρεσίες αυτές είναι γενικά οι κατηγορίες που παράγουν τον μεγαλύτερο πληθωρισμό στις χώρες του ΟΟΣΑ, περιλαμβανομένων των ΗΠΑ.
Έτσι, αυτή η παραγωγικότητα που καθοδηγείται από την τεχνολογία, θα ήταν αποπληθωριστική. Το ίδιο και εάν υπήρχαν εργαζόμενοι ικανοί να αξιοποιήσουν αυτές τις νέες τεχνολογίες στην εργασία τους. Ιδανικά, οι κρατικές επενδύσεις στην απόκτηση νέων δεξιοτήτων αυτό ακριβώς θα κάνουν. Μετατρέποντας την χαμηλόμισθη εργασία σε μια μεγαλύτερης εξειδίκευσης θέση μεσαίου εισοδήματος, η κατανάλωση θα μπορούσε να αυξηθεί ακόμα και εάν μειωθούν οι τιμές σε τομείς όπως η υγεία. Η ζήτηση για αυτό αυξάνεται απότομα καθώς γερνάνε οι baby boomers, ωστόσο οι θέσεις εργασίας που προσφέρονται αυτή τη στιγμή ούτε παραγωγικές είναι, ούτε καλοπληρωμένες.
Τέτοιες επενδύσεις στην οικονομία της φροντίδας βρίσκονται στο επίκεντρο μεγάλου μέρους των προτεινόμενων μέτρων στήριξης της κυβέρνησης του Joe Biden. Ας ελπίσουμε πως θα περάσουν. Αλλιώς, αν δεν αλλάξει κάτι, μπορεί να δούμε περισσότερες ψηφιοποιημένες επιχειρήσεις να απασχολούν μόνον λίγους υψηλόμισθους ανθρώπους –και το κόστος της κατανάλωσης των αγαθών και υπηρεσιών που αποτελούν τη διαβίωση της μεσαίας τάξης, θα συνεχίσει να αυξάνεται.
© The Financial Times Limited 2021. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation