Μετά τον «Μαύρο Θάνατο» που σκότωσε τεράστιο μέρος του πληθυσμού της Αγγλίας τον 14ο αιώνα, οι εργάτες που απέμειναν είχαν μεγάλη ζήτηση και το ήξεραν. «Κάποιοι, βλέποντας την ανάγκη των αρχόντων και την έλλειψη υπηρετών, δεν είναι πρόθυμοι να υπηρετήσουν, αν δεν λάβουν παραπάνω μισθούς», εξηγεί η εισαγωγή του Καταστατικού των Εργατών του 1351.
Το καταστατικό ήταν μια αδέξια (και τελικά καταδικασμένη) προσπάθεια να παρακωλυθεί ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης. Κήρυττε πως αν οι εργάτες έπαιρναν περισσότερα για την εργασία τους απ’ όσο «πληρώνονταν συνήθως» πριν την πανώλη, «θα κλειστούν στην κοντινότερη φυλακή».
Δεν είναι δύσκολο να εντοπίσουμε έναν αχνό αντίλαλο της ιστορίας καθώς βγαίνουμε σιγά σιγά από την πανδημία του κορωνοϊού. Καθώς αίρονται οι περιορισμοί, οι εργοδότες από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο μέχρι την Ουγγαρία και τη Γερμανία παραπονιούνται για έλλειψη εργατικού δυναμικού.
Ορισμένοι θέλουν να παρέμβουν για λογαριασμό τους οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής. Το Εμπορικό Επιμελητήριο των ΗΠΑ έχει ζητήσει να μπει τέλος στα επιπλέον επιδόματα ανεργίας, λέγοντας πως «το να πληρώνεται ο κόσμος για να μη δουλεύει, εμποδίζει αυτό που θα έπρεπε να είναι μια ισχυρότερη αγορά εργασίας». Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο κλάδος της φιλοξενίας πιέζει για ένα πρόγραμμα «βίζας ανάκαμψης από τον κορωνοϊό», που θα επιτρέψει σε μετανάστες εργάτες να εισέλθουν στη χώρα για να καλύψουν τις θέσεις εργασίας αρχάριων.
Παρασυρόμαστε. Είναι πολύ νωρίς για να ανησυχούμε για ανεξέλεγκτη αύξηση του πληθωρισμού των μισθών ή για να προβλέψουμε μια ευρεία αλλαγή στην ισορροπία δυνάμεων μεταξύ του εργατικού δυναμικού και του κεφαλαίου. Για να επικεντρωθούμε στο Ηνωμένο Βασίλειο, τα τελευταία στοιχεία για τους διακανονισμούς μισθών από την XpertHR δείχνουν πως η μέση αύξηση στο τρίμηνο μέχρι τον Απρίλιο ήταν 1,9%. Ενώ πρόκειται για αύξηση από το 1% του προηγούμενου μήνα, περισσότερο από το ήμισυ των αυξήσεων ήταν και πάλι χαμηλότερες απ’ ό,τι λάμβανε η ίδια ομάδα εργαζομένων πριν από έναν χρόνο. Μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού του δημοσίου, που αντιστοιχεί στο 17% όλων των εργαζομένων, αντιμετωπίζει «πάγωμα» μισθού. Και οι αυξήσεις του κατώτατου μισθού έχουν επιβραδυνθεί από το 6,2% πέρυσι στο 2,2% φέτος.
Αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να απορρίψουμε τις αναφορές για έλλειψη εργατικού δυναμικού και για προσφορές υψηλότερου μισθού σε ορισμένους κλάδους, όπως της φιλοξενίας, όπου το άνοιγμα σημαίνει πως ένας τεράστιος αριθμός ξενοδοχείων, εστιατορίων, παμπ και μπαρ προσπαθούν να προσλάβουν προσωπικό.
Ορισμένοι υποψήφιοι εργαζόμενοι εξακολουθούν να νιώθουν νευρικότητα για τον ιό (και όχι παράλογα: οι σεφ είναι μεταξύ των 10 επαγγελμάτων με σχετικά υψηλό ρυθμό θνησιμότητας ανδρών από την Covid-19). Άλλοι φοβούνται πως θα μπουν πάλι σε αναγκαστική άδεια ή σε αναστολή, εάν υπάρξει και άλλο lockdown.
Εργαζόμενοι από το εξωτερικό που επέστρεψαν στο σπίτι τους για να είναι με τις οικογένειές τους μπορεί να ανησυχούν πως θα επιστρέψουν και θα εγκλωβιστούν στη λάθος πλευρά των συνόρων, μακριά από τους αγαπημένους τους. Ο κόσμος συνυπολογίζει τους κινδύνους αυτούς έναντι των δυνητικών κερδών: ο μέσος μισθός στον τομέα της φιλοξενίας είναι χαμηλότερος από οποιονδήποτε άλλον κλάδο, στις μόλις 8,64 στερλίνες το 2019, και με το ένα πέμπτο των εργαζόμενων να είναι με συμβάσεις μηδενικών ωρών.
Ορισμένοι εργοδότες έχουν δυσκολέψει από μόνοι τους τα πράγματα. Σκοπός του γενναιόδωρου προγράμματος αναγκαστικών αδειών του Ηνωμένου Βασιλείου ήταν να διατηρηθεί η σύνδεση μεταξύ των εργοδοτών και των εργαζομένων για να αποφευχθούν οι μαζικές απολύσεις και το επακόλουθο πρόβλημα στις επαναπροσλήψεις. Αλλά πολλοί εργοδότες του κλάδου της φιλοξενίας επέλεξαν να αφήσουν τους εργαζόμενους να φύγουν, ιδιαίτερα μετά τον Ιούλιο, όταν και θα έπρεπε να αρχίσουν να συμβάλλουν προς το κόστος του προγράμματος.
Ο αριθμός των θέσεων εργασίας που διατηρούν οι κλάδοι της φιλοξενίας και της αναψυχής μειώθηκαν 20% και 21% αντίστοιχα μεταξύ του Ιανουαρίου 2020 και του Απριλίου 2021, σύμφωνα με το Resolution Foundation (οι εργαζόμενοι σε αναστολή εξακολουθούν να κατηγοριοποιούνται ως άτομα που εξακολουθούν να έχουν θέση εργασίας σε αυτή τη σειρά δεδομένων). Για παράδειγμα, η PizzaExpress προχώρησε σε περικοπή 1.300 θέσεων εργασίας τον περυσινό Οκτώβριο, για να ξεκινήσει εκστρατεία για την πρόσληψη 1.000 εργαζόμενων τον Απρίλιο. Ο υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας Rishi Sunak δεν βοήθησε, καθώς απείλησε να κλείσει το πρόγραμμα στο τέλος Οκτωβρίου, αν και την τελευταία στιγμή έκανε στροφή 180 μοιρών στο θέμα.
Ακόμα και ορισμένοι εργοδότες που έβαλαν τους εργαζόμενους στο πρόγραμμα αναστολής δυσκολεύτηκαν να τους κρατήσουν. Ένας σεφ σε high-end εστιατόριο, όπου η σαλάτα κοστίζει περίπου 20 στερλίνες, είπε πως σχεδόν η μισή ομάδα της κουζίνας έχει φύγει. Η εταιρεία, περιμένοντας πως το προσωπικό θα ήταν ευγνώμον διότι μπήκε στο πρόγραμμα, αύξησε τις ώρες εργασίας τους μόλις επέστρεψαν και ακύρωσε προαγωγές που τους είχε υποσχεθεί προηγουμένως.
«Νομίζω πως δεν μας κατάλαβαν καλά, και η διαρκής υπενθύμιση στους υπάλληλους πως είχαν χρέος να τους ευγνωμονούν και πως ήταν εξαρτημένοι από την εταιρεία, ήταν ο γρηγορότερος τρόπος για να καλλιεργήσουν άσχημο κλίμα», είπε.
Η «μάχη» για πρόσληψη σεφ και άλλων εργαζομένων μπορεί κάλλιστα να χαλαρώσει καθώς η οικονομία θα καταλαγιάζει και η πανδημία θα υποχωρεί. Αλλά αυτή η στιγμή θα πρέπει να αποτελεί υπενθύμιση προς τους εργοδότες πως η εργασία δεν είναι ένα εμπόρευμα που μπορούν να το παίρνουν και να το αφήνουν ανά πάσα στιγμή.
Αντιθέτως, είναι μια σχέση με ανθρώπους που μπορεί να διατηρηθεί ή να σπαταληθεί. Η έλλειψη εργαζομένων δεν είναι πρόβλημα προς επίλυση, αλλά ένα μάθημα που θα πρέπει να μάθουν.
© The Financial Times Limited 2021. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation