Η αλλαγή συνόρων στα δυτικά Βαλκάνια συνήθως θεωρείται μια από τις πιο επικίνδυνες ιδέες στη σύγχρονη ευρωπαϊκή πολιτική. Γιατί τότε κυκλοφορεί ένα μυστηριώδες έγγραφο στις Βρυξέλλες, το οποίο προτείνει ευρείες αλλαγές στα σύνορα που ορίστηκαν μετά τους Γιουγκοσλαβικούς πολέμους τη δεκαετία του 1990 και του απόηχού τους;
Ο θεμελιώδης λόγος είναι πως τα δυτικά Βαλκάνια -μια περιοχή που περιλαμβάνει την Αλβανία, τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη, το Κόσοβο, το Μαυροβούνιο, τη Βόρεια Μακεδονία και τη Σερβία- έχουν παγιδευτεί σε ένα στρατηγικό «πουθενά» για ένα τέταρτο του αιώνα. Ένας χρήσιμος τρόπος για να καταλαγιάσουν οι εντάσεις στην περιοχή είναι να ενταχθούν και οι έξι χώρες στην ΕΕ. Αλλά το εγχείρημα αυτό, κάτι που φαινομενικά αποτελεί ακλόνητο στόχο του μπλοκ των 27 χωρών, προχωρά τόσο αργά που καθίσταται όλο και πιο άσχετο ως απάντηση στα προβλήματα της περιοχής.
Ως αποτέλεσμα, αποδεικνύεται αδύνατο να χαλάσουν τα επεκτατικά όνειρα των τοπικών εθνικιστών, που θα ήθελαν να δημιουργήσουν, για παράδειγμα, μια Μεγάλη Σερβία ή μια Μεγάλη Κροατία ή μια Μεγάλη Αλβανία. Η αβεβαιότητα ως προς το μέλλον των δυτικών Βαλκανίων εντείνει τους περιφερειακούς ανταγωνισμούς και διευρύνει το περιθώριο που έχουν άλλες δυνάμεις, κυρίως η Κίνα, η Ρωσία, η Τουρκία και κράτη του Κόλπου, να επεκτείνουν την επιρροή τους στην πίσω αυλή της ΕΕ.
Είναι αλήθεια πως δεν υπάρχει κάποιος σοβαρός κίνδυνος για έκρηξη βίας της κλίμακας των πολέμων της δεκαετίας του 1990. Αλλά η διαρκής αστάθεια των δυτικών Βαλκανίων έχει την ικανότητα να συμπαρασύρει εξωτερικές δυνάμεις και να οξύνει τις διεθνείς εντάσεις, όπως έκανε κατά τον 19ο και τον 20ό αιώνα.
Ας πούμε εξαρχής πως το ανώνυμο έγγραφο που κυκλοφορεί στις Βρυξέλλες δεν αντανακλά την επίσημη γραμμή καμίας κυβέρνησης στην ΕΕ ή στην ίδια την περιοχή. Με τον τίτλο «Δυτικά Βαλκάνια - Ένας δρόμος για τη συνέχεια», εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε μια ειδησεογραφική ιστοσελίδα της Σλοβενίας, δημιουργώντας εικασίες πως καταρτίστηκε από κύκλους κοντά στον πρωθυπουργό της Σλοβενίας Janez Jansa. Ο Jansa διέψευσε κατηγορηματικά την οποιαδήποτε εμπλοκή του, όπως επίσης και άλλοι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι στη Λιουμπλιάνα, οι οποίοι είναι απασχολημένοι με την ανάληψη της εξαμηνιαίας προεδρίας της ΕΕ τον Ιούλιο.
Μάλιστα, κανένας δεν έχει αναλάβει την ευθύνη για το έγγραφο. Αλλά με πολλούς τρόπους αυτό ήταν άσχετο. Επειδή κάποια από τα επιχειρήματα του εγγράφου υπέρ των αλλαγών συνόρων είναι κοινά στους εθνικιστές στα δυτικά Βαλκάνια από την κατάρρευση της Κομμουνιστικής Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας.
Πάρτε για παράδειγμα την πρόταση για συγχώνευση του ελεγχόμενου από τους Σερβοβόσνιους μισού της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, με τη Σερβία. Αυτός ήταν ένας κηρυγμένος στόχος του πολέμου των Σερβοβόσνιων τη δεκαετία του 1990 και επιβεβαιώθηκε ουσιαστικά τον περασμένο μήνα από το σερβοβοσνιακό κοινοβούλιο. Το κοινοβούλιο πέρασε ψήφισμα που ζητά «διαπραγματεύσεις για μια ειρηνική διάσπαση» της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, στην περίπτωση που η διεθνής κοινότητα αρνηθεί να καταργήσει το Γραφείο του Ύπατου Αντιπροσώπου στο Σαράγεβο. Ο ένοικος του γραφείου αυτού, που συνήθως είναι ένα δημόσιο πρόσωπο της ΕΕ, παρακολουθεί τις πολιτικές πτυχές της ειρηνευτικής συμφωνίας του Dayton, που έβαλε τέλος στον πόλεμο της Βοσνίας του 1992-1995.
Έπειτα υπάρχει η πρόταση του εγγράφου για ένωση των κατοικούμενων από Κροατοβόσνιους περιοχών της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης με την Κροατία, ή τουλάχιστον να τους δοθεί ειδικό status. Αυτό ταιριάζει με τον μακροχρόνιο στόχο των Κροατών εθνικιστών.
Τέλος, υπάρχει η ιδέα της συγχώνευσης της Αλβανίας με το Κόσοβο, ο πληθυσμός του οποίου είναι κυρίως Αλβανοί, και η χορήγηση ειδικού status στην περιοχή του βόρειου Κοσόβου όπου ζουν Σέρβοι. Ορισμένοι επιφανείς πολιτικοί στην Αλβανία και στο Κόσοβο μιλούν ανοιχτά για την ελπίδα τους να υπάρξει μια Μεγάλη Αλβανία.
Από αυτό που είναι σχεδόν η τέλεια συνταγή σύγκρουσης ή και πολέμου στα Βαλκάνια, οι μεγαλύτεροι χαμένοι θα ήταν οι Μουσουλμάνιοι Βόσνιοι της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης. Θα απέμεναν με ένα κολοβό, ευάλωτο μίνι κράτος, ακριβώς όπως ήθελαν οι Σερβοβόσνιοι και οι Κροατοβόσνιοι εθνικιστές τη δεκαετία του 1990.
Αυτό δίνει κάποια στοιχεία για τον συγγραφέα του εγγράφου. Με μια προσεκτική εξέταση, προκύπτει πως το έγγραφο δεν έχει τίποτα να πει για τη ρωσική ή την κινεζική επιρροή στα δυτικά Βαλκάνια, ενώ αντιθέτως κάνει τρεις σκοτεινές αναφορές στην Τουρκία -η παρουσία της οποίας αναμφίβολα αυξάνεται. Διαμαρτύρεται επίσης για φερόμενο «ακραίο Ισλάμ» στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη. Με άλλα λόγια, όποιος το έγραψε, αγγίζει θέματα που έχουν σημασία για τους δεξιούς λαϊκιστικούς κύκλους σε όλη την Ευρώπη.
Προς τιμήν τους, οι διπλωμάτες της ΕΕ και των ΗΠΑ αποκήρυξαν τις προτάσεις του εγγράφου. Αλλά το να υπερασπίζεται κανείς τα σύνορα των χωρών των δυτικών Βαλκανίων ως απαράβατα είναι στην καλύτερη περίπτωση μισή πολιτική. Η περιοχή έχει απεγνωσμένα ανάγκη μια πιο ενεργητική εμπλοκή της ΕΕ και των ΗΠΑ. Όσο περισσότερο επιμένουν οι δυτικές κυβερνήσεις να αμελούν την περιοχή, τόσο υψηλότερο θα είναι το τίμημα που θα κληθούν στο τέλος να πληρώσουν.
© The Financial Times Limited 2021. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation