Ένας όχλος ακροδεξιών ακτιβιστών περνάει το μπλόκο των αστυνομικών. Ετοιμάζονται να εφορμήσουν στο κοινοβούλιο, ζητωκραυγάζοντας και κυματίζοντας σημαίες.
Στην Ουάσιγκτον, την περασμένη εβδομάδα, το μπουλούκι μπήκε μέσα. Στο Βερολίνο, τον περασμένο Αύγουστο, τους σταμάτησαν στα σκαλιά της εισόδου του Reichstag. Αν οι διαδηλωτές είχαν εισβάλλει στο κτίριο, θα συναντούσαν κάποιους τείχους διακοσμημένους με καλά διατηρημένα γκράφιτι από την εποχή της λεηλασίας του Reichstag από Ρώσους στρατιώτες, το 1945.
Η παρ’ ολίγον εισβολή στη Γερμανία το καλοκαίρι, οι διαδηλώσεις των «κίτρινων γιλέκων» στη Γαλλία και τα πάθη που έχει διεγείρει το Brexit και η πανδημία στη Βρετανία – όλα υπογραμμίζουν το ίδιο πράγμα. Οι Ευρωπαίοι δεν μπορούν να πιστεύουν ότι είναι απρόσβλητοι από τα πολιτικά πάθη που έχουν κατακλύσει τις ΗΠΑ.
Πολλά από τα στοιχεία που αποσταθεροποίησαν τις ΗΠΑ είναι παρόντα και στην Ευρώπη. Συγκεκριμένα, η εξάπλωση των θεωριών συνωμοσίας, η διαδικτυακή ριζοσπαστικοποίηση και τα ακραία πολιτικά κινήματα. Το βασικό στοιχείο που λείπει είναι ο Ντόναλντ Τραμπ. Το γεγονός ότι ο επικεφαλής συνωμοσιολόγος των ΗΠΑ είναι και ο πρόεδρος καθιστά την κατάσταση της χώρας ιδιαζόντως επικίνδυνη. Ήταν οι προσπάθειες του Τραμπ να ανατρέψει το αποτέλεσμα των εκλογών που παρακίνησε διάφορους ψεκασμένους από όλη τη χώρα να καταφτάσουν στην πρωτεύουσα και να πραγματοποιήσουν έφοδο στο Κογκρέσο.
Αλλά θα ήταν λάθος για τους ευρωπαίους να πιστέψουν ότι η απουσία μιας φιγούρας σαν αυτής του Τραμπ τους προστατεύει από μια επικίνδυνη πολιτική αναταραχή, ιδίως αν ληφθεί υπόψη η οικονομική ανέχεια και η διατάραξη του κοινωνικού ιστού που έχει προκαλέσει η Covid-19.
Οι ορδές στο Reichstag ήταν μικρότερες από αυτές που επιτέθηκαν στο Καπιτώλιο. Αλλά αντιπροσώπευαν ένα ευρύ φάσμα κοινωνικών ομάδων, με την ακροδεξιά να αναμειγνύεται με τους αντιεμβολιαστές και τους οπαδούς της συνομωσιολογικής θεωρίας της QAnon που κάνει θραύση στις ΗΠΑ (και υποστηρίζει ότι ο Τραμπ ηγείται μιας προσπάθειας να ηττηθεί μια παγκόσμια συνωμοσία παιδόφιλων).
Δημοσκοπήσεις που διενεργήθηκαν αργότερα έδειξαν ότι το 9% των Γερμανών υποστήριζε τους διαδηλωτές στο Reichstag. Η βάση αυτή είναι πιο ισχνή από εκείνη που απολαμβάνει η ακροδεξιά στις ΗΠΑ, όπου στις δημοσκοπήσεις αμέσως μετά την έφοδο στο Κογκρέσο φάνηκε ότι σχεδόν οι μισοί Ρεπουμπλικάνοι ψηφοφόροι την ενέκριναν, το οποίο αντιστοιχεί στο 20 με 25% των Αμερικανών (σε μεταγενέστερες δημοσκοπήσεις η στήριξη εμφανίστηκε μικρότερη).
H στήριξη προς τα πολιτικά άκρα είναι πιο κοντά στο 25% στην πρώην Ανατολική Γερμανία. Στελέχη της κυβέρνησης της Άγγελα Μέρκελ φοβούνται ότι η ακροδεξιά έχει διεισδύσει στον στρατό, τις υπηρεσίες πληροφοριών και την αστυνομία και κάποιες επίλεκτες στρατιωτικές μονάδες έχουν διαλυθεί λόγω δεσμών με ακραίες πολιτικές ομάδες. Έχουν σημειωθεί επίσης διάφορες θανατηφόρες τρομοκρατικές επιθέσεις από ακροδεξιούς εξτρεμιστές.
Η Γαλλία έχει και αυτή λόγους να ανησυχεί. Το κίνημα των «κίτρινων γιλέκων», το οποίο ξεκίνησε το 2018, έφερε εκατοντάδες χιλιάδες στους δρόμους για διαδηλώσεις οι οποίες συχνά οδήγησαν σε βίαιες πράξεις και βανδαλισμούς. Μολαταύτα, οι δημοσκοπήσεις κατέδειξαν ότι η πλειονότητα των Γάλλων ήταν θετικά διακείμενοι απέναντι σε ένα ευρύ κίνημα, το οποίο το ένωνε μόνο η οργή ενάντια στις κυβερνώσες ελίτ της χώρας.
Η Γαλλία έχει επίσης το υψηλότερο ποσοστό αντιεμβολιαστών στην Ευρώπη, με τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν ότι σχεδόν ο μισός πληθυσμός σχεδιάζει να μην κάνει το εμβόλιο κατά της Covid-19. Αυτή η βαθιά δυσπιστία εξηγεί τον απελπιστικά αργό ρυθμό του εμβολιασμού στη χώρα. Από τη στιγμή που το αντιεμβολιαστικό αίσθημα συνδέεται στενά με μια καχυποψία απέναντι στην επιστήμη και τους ειδικούς και με την αποδοχή θεωριών συνωμοσίας, η ισχυρή του παρουσία στη Γαλλία παραπέμπει σε μια υποβόσκουσα πολιτική κρίση. Ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν έδειχνε ιδιαίτερα ανήσυχος στο διάγγελμα που έδωσε για να καταδικάσει την εφόρμηση στο Καπιτώλιο.
Η Πολωνία είναι πιθανότατα ό,τι πιο κοντινό διαθέτει η Ευρώπη στην κατάσταση που επικρατεί στις ΗΠΑ, όπου οι συνωμοσιολόγοι είναι στην πραγματικότητα αυτοί που κυβερνούν. Ο Γιάροσλαβ Καζίνσκι, ο ισχυρός άντρας του κυβερνώντος κόμματος Νόμος και Δικαισύνη, έχει επανειλημμένα υποστηρίξει ότι η αεροπορική τραγωδία στο Σμόλενσκ που σκότωσε πολλά στελέχη της πολιτικής ελίτ της χώρας, συμπεριλαμβανομένου και του αδερφού του, δεν ήταν ατύχημα αλλά οργανωμένο σχέδιο. H έλευση του κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη στην εξουσία συνοδεύτηκε από σοβαρή διάβρωση των δημοκρατικών διασφαλίσεων στην Πολωνία, προκαλώντας αντιδράσεις στην υπόλοιπη Ε.Ε.
Ο ακροδεξιός εξτρεμισμός, τον οποίο υποδαυλίζει το ίντερνετ, οδήγησε στη Βρετανία στη δολοφονία της Τζο Κοξ, βουλευτού των Εργατικών, κατά τη διάρκεια της καμπάνιας για το Brexit. O Νιλ Ο’Μπράιαν, συντηρητικός βουλευτής ο οποίος έχει ξοδέψει πολύ χρόνο στο διαδίκτυο αντιπαρατιθέμενος με πολέμιους των lockdown, προειδοποιεί ότι επικίνδυνες πολιτικές φαντασιώσεις, συμπεριλαμβανομένης και της QAnon, εξαπλώνονται γρήγορα στο Ηνωμένο Βασίλειο, τροφοδοτούμενες από «κοινωνικά δίκτυα και παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης που είναι έτοιμα να φλερτάρουν με τα άκρα». Ο αποπροσανατολισμός από τα lockdown έχει αυξήσει τον αριθμό των ανθρώπων που δεν έχουν κάτι άλλο να κάνουν από το να σερφάρουν στο ίντερνετ ψάχνοντας εξηγήσεις για την κρίση, καθιστώντας τους πιο ευάλωτους στη ριζοσπαστικοποίηση.
Οι αντιεμβολιαστές κατάφεραν να προσελκύσουν χιλιάδες ανθρώπους στην πλατεία Τραφάλγκαρ στο Λονδίνο σε διαδηλώσεις στις οποίες συμμετείχαν ως ομιλητές πρόσωπα σαν τον Ντέιβιντ Άικ, ο οποίος έχει ισχυριστεί ότι είναι υιός του Θεού και ότι τον κόσμο κυβερνά μια ομάδα ερπετών.
Η γελοιότητα αυτών των θεωριών συνωμοσίας οδηγεί στον πειρασμό της υποτίμησης των υποστηρικτών τους ως περιθωριακών ψεκασμένων, οι οποίοι δεν θα αποκτήσουν ποτέ πραγματική επιρροή. Αλλά, όπως έδειξαν τα γεγονότα στην Ουάσιγκτον, μπορούν να κερδίσουν τη στήριξη εκατομμυρίων ανθρώπων και να γίνουν κίνδυνος για τη δημοκρατία.
Ο κανόνας που θέλει ότι ξεκινάει στις ΗΠΑ να καταλήγει τελικά στην Ευρώπη δεν περιορίζεται μόνο στην λαϊκή κουλτούρα και την τεχνολογία.
Αφορά επίσης και την πολιτική.
© The Financial Times Limited 2021. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation