Ένα νέο ξέσπασμα της Covid-19 μπορεί να αυξήσει τα ρίσκα για μια κρίση χρέους μεταξύ των αναδυόμενων και αναπτυσσόμενων οικονομικών που είναι ευάλωτες στις απότομες εκροές κεφαλαίου, προειδοποίησε την Τρίτη το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
O οικονομικός αντίκτυπος της πανδημίας υπήρξε ιδιαίτερα δριμύς για τις χώρες που βασίζονται στο πετρέλαιο, τον τουρισμό ή σε εμβάσματα από εργαζόμενους στο εξωτερικό. Πολλές από αυτές τις χώρες κατέγραψαν πτώση στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών φέτος που ανέρχεται στο 2% του ΑΕΠ, ανέφερε το ΔΝΤ.
Στην ετήσια έκθεσή του για τις παγκόσμιες ανισορροπίες, το Ταμείο σημειώνει ότι οι απώλειες στο εμπορικό ισοζύγιο αναμένεται να ξεπεράσουν το 3% του ΑΕΠ για χώρες που εξάγουν πετρέλαιο όπως η Νορβηγία, η Ρωσία και η Σαουδική Αραβία.
Σε χώρες όπως η Κόστα Ρίκα, το Μαρόκο και η Πορτογαλία, οι απώλειες στα έσοδα του τουρισμού μπορεί να υπερβούν το 2% του ΑΕΠ, ενώ τα χαμηλότερα εμβάσματα θα χτυπήσουν περισσότερο χώρες όπως η Γουατεμάλα, το Πακιστάν και η Αίγυπτος.
«Τέτοια δραστικά σοκ μπορεί να έχουν μακροπρόθεσμες επιπτώσεις και απαιτούν σημαντικές οικονομικές προσαρμογές» γράφουν οι συντάκτες της έκθεσης Μάρτιν Κάουφμαν και Ντάνιελ Λι. Σύμφωνα με το Ταμείο, ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης αυτών των σοκ είναι να αφήσουν οι κυβερνήσεις τα νομίσματα να υποτιμηθούν, όπου είναι αυτό εφικτό. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να είναι επιβεβλημένες οι νομισματικές παρεμβάσεις ή τα capital controls.
Μια αναζωπύρωση της πανδημίας, η οποία θα προκαλούσε νέες πιέσεις στις χρηματοοικονομικές αγορές, θα μπορούσε να οδηγήσει σε κρίση χώρες που έχουν ήδη μεγάλα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, υψηλά χρέη σε ξένο νόμισμα ή χαμηλά συναλλαγματικά αποθέματα, αναγκάζοντας τις να χρεοκοπήσουν ή να ζητήσουν τη στήριξη του ΔΝΤ, τόνισε το Ταμείο.
Η υφήλιος ήρθε αντιμέτωπη με την πανδημία με «επίμονες, προϋπάρχουσες» ανισορροπίες ανάμεσα στις παγκόσμιες δαπάνες και αποταμιεύσεις που αύξησαν τα οικονομικά ρίσκα, δείχνει η ανάλυση του Ταμείου. Περίπου το 40% των χωρών που εξέτασε το Ταμείο είχαν υπερβολικά πλεονάσματα ή ελλείμματα το 2019, και αυτά ήταν συγκεντρωμένα στις αναπτυγμένες οικονομίες, με τον Καναδά, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ, να ξεχωρίζουν.
Το έλλειμμα των ΗΠΑ αναμένεται να συρρικνωθεί το 2020 στα $402 δισ. από $498 δισ., επισήμανε το ΔΝΤ, το οποίο αντιστοιχεί στο 2% του αμερικανικού ΑΕΠ και στο 0,5% του παγκόσμιου.
Τα υπέρογκα πλεονάσματα εντοπίζονται κυρίως στην ευρωζώνη, με το πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας να προβλέπεται να υποχωρήσει το 2020 στα $199 δισ. από $275 δισ., το οποίο αντιστοιχεί στο 5,6% του ΑΕΠ της.
Αλλά το ΔΝΤ επανέλαβε στην έκθεση τον περσινό ισχυρισμό ότι η Κίνα δεν συμβάλει πλέον στις παγκόσμιες ανισορροπίες. Η εξωτερική της θέση το 2019 ευθυγραμμίζεται σε γενικές γραμμές με τα θεμελιώδη οικονομικά δεδομένα. Το ΔΝΤ προέβλεψε ότι το πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών θα αυξηθεί στο 1,3% του ΑΕΠ το 2020, λόγω της μεγάλης πτώσης στον τουρισμό, την αδύναμη παγκόσμια ζήτηση για τις εξαγωγές της και τις χαμηλότερες τιμές εμπορευμάτων, αλλά θα συνεχίσει να μειώνεται μεσοπρόθεσμα.
Το Ταμείο υποστήριξε ότι η υποτίμηση του ρενμίνμπι το 2018 και το 2019 προκλήθηκε κυρίως λόγω των ανακοινώσεων για την εμπορική πολιτική και επέκρινε την πολιτική που υιοθέτησαν οι ΗΠΑ φέτος, η οποία θα επιτρέψει στην Ουάσιγκτον να επιβάλλει δασμούς σε χώρες οι οποίες υποτιμούν τα νομίσματά τους.
Τέτοιοι είδους δασμοί θέτουν ρίσκα για το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα και είναι αντιπαραγωγικοί, καθώς ενισχύουν το νόμισμα της χώρας που επιβάλλει δασμούς, επισήμανε το ΔΝΤ.
© The Financial Times Limited 2020. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation