Πώς θα καταπολεμήσουμε το έγκλημα των λευκών κολάρων

Παρά τα τεράστια σκάνδαλα, μόνο σε Ισλανδία και Ιρλανδία επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης σε διευθύνοντες συμβούλους τραπεζών. Οι πειραματισμοί των ΗΠΑ με τα μεγάλα πρόστιμα που πληρώνουν... άλλοι.

Πώς θα καταπολεμήσουμε το έγκλημα των λευκών κολάρων

Την περασμένη εβδομάδα, η ελβετική τραπεζική εποπτική αρχή ανακοίνωσε ότι τιμώρησε διευθυντικό στέλεχος τοπικής τράπεζας για εσωτερική πληροφόρηση. H Finma ανέφερε ότι θα κατασχέσει 730.000 φράγκα (752.000 δολάρια) από παράνομα κέρδη και θα απαγορεύσει στο στέλεχος να αναλάβει διευθυντική θέση για τα επόμενα τέσσερα χρόνια.

Οι υποθέσεις εσωτερικής πληροφόρησης σαν και αυτή είναι συνηθισμένες. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC) των ΗΠΑ ανέλαβε δράση για τουλάχιστον τρεις περιπτώσεις αυτόν τον μήνα. Αλλά η ελβετική υπόθεση συγκέντρωσε τα φώτα της δημοσιότητας, επειδή η Finma αρνήθηκε να ονομάσει το πρόσωπο που εμπλέκεται ή την τράπεζα.

Ελβετοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι η ποινή που επιβλήθηκε στον τραπεζίτη – η ανακοίνωση χρησιμοποιούσε αρσενικές αντωνυμίες – εκπληρώνει και με το παραπάνω την εντολή της Finma να διατηρήσει την εύρυθμη λειτουργία των αγορών. «Δεν χρειάζεται να καταστρέψουμε τη ζωή του», ανέφερε ένας αξιωματούχος.

Η επιφυλακτικότητα των Ελβετών να δώσουν ονόματα έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις δράσεις των αμερικανικών αρχών κατά του Τζον Στουμπφ κατά τις προηγούμενες ημέρες. Όπως ανακοίνωσαν, ο πρώην CEO της Wells Fargo θα πληρώσει 17,5 εκατ. δολάρια για τον διακανονισμό κατηγοριών για τον ρόλο του στο σκάνδαλο με τους ψεύτικους λογιαριασμούς, το οποίο συνεχίζει να βαραίνει την τράπεζα. Επίσης, δεν θα έχει δικαίωμα να εργάζεται σε τράπεζες.

H ποινή κατά του στελέχους της Wells Fargo λήφθηκε παρά το γεγονός ότι ο κ. Στουμπφ δεν είχε προσωπική σύνδεση με το σκάνδαλο στο οποίο υπάλληλοι τράπεζας άνοιξαν από το 2002 ως το 2016 εκατομμύρια λογαριασμούς χωρίς έγκριση των πελατών. Οι αμερικανικές αρχές υποστηρίζουν ότι ο κ. Στουμπφ «απέτυχε να αναλάβει δράση μετά από πολυάριθμα προειδοποιητικά σημάδια» και αποδέχτηκε διαβεβαιώσεις ότι τα παράπονα για τις πρακτικές πώλησης ήταν μεμονωμένα προβλήματα.

Ορισμένοι συνήγοροι υπεράσπισης υποστηρίζουν ότι είναι πολύ αυστηρό να τιμωρείται ο κ. Στουμπφ απλά επειδή δεν έκανε αρκετές ερωτήσεις. Ανησυχούν ότι ο διακανονισμός μπορεί να τρομάξει καλούς επαγγελματίες και να τους αποτρέψει από την ανάληψη υψηλών θέσεων.

Για τους υπόλοιπους από εμάς, είναι προφανές ότι ο καταλογισμός ευθυνών προσωπικά στον CEO θέτει ένα παράδειγμα το οποίο μπορεί να κάνει άλλα στελέχη να σκεφτούν καλύτερα αν θέλουν να προΐστανται σε τέτοιες πρακτικές μαζικής εξαπάτησης. Για αυτόν τον λόγο, οι ΗΠΑ ανεβάζουν σταθερά τις τελευταίες δεκαετίες τις ποινές φυλάκισης για το έγκλημα του λευκού κολάρου.

Ωστόσο, οι πραγματικές υποθέσεις εναντίον κορυφαίων στελεχών είναι λίγες. Με την εξαίρεση της Ισλανδίας και της Ιρλανδίας, κανένας CEO τράπεζας δεν μπήκε φυλακή για την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση του 2008. «Είναι εξαιρετικά δύσκολο να στήσει κανείς υπόθεση εναντίον κορυφαίων στελεχών επειδή δεν εμπλέκονται σε επιχειρησιακά θέματα. Αλλά μπορούν να ασκήσουν τρομακτική πίεση στα κατώτερα κλιμάκια να κόψουν τα κόστη ή να επιτύχουν στόχους» υποστηρίζει ο Τζον Κόφι, καθηγητής στο Κολούμπια.

Aυτό μας οδηγεί να αναρωτηθούμε αν υπάρχει καλύτερος δρόμος. Οι ΗΠΑ έχουν πειραματιστεί με αστρονομικά εταιρικά πρόστιμα. Εποπτικές αρχές υποστηρίζουν ότι τα πρόστιμα πλήττουν τα στελέχη – τα μπόνους των οποίων συνδέονται συχνά με τα κέρδη και την τιμή της μετοχής – και προσφέρουν κίνητρα στα διοικητικά συμβούλια και τους επενδυτές να ασκούν καλύτερο έλεγχο. Αλλά οι επικριτές όπως ο πρώην πρόεδρος της SEC, Πολ Άτκινς, εκτιμούν ότι τέτοια πρόστιμα πλήττουν τους επενδυτές δύο φορές.

Υπάρχουν και άλλοι λόγοι για να αμφισβητήσει κανείς την αποτελεσματικότητά τους. Πολλοί φαρμακευτικοί όμιλοι, μεταξύ των οποίων η Pfizer και η AstraZeneca, είναι κατά συρροή παραβάτες, και η Purdue Pharma συνέχισε το επιθετικό marketing των οπιούχων παυσίπονων παρά το πρόστιμο των $600 εκατ. το 2007.

Έκθεση την οποία παρήγγειλε ο καθηγητής Κόφι προκαλεί περαιτέρω αμφιβολίες σχετικά με την αποτελεσματικότητα των υπέρογκων ποινών. Εξετάζει τους 25 μεγαλύτερους εταιρικούς διακανονισμούς και διαπιστώνει ότι οι τιμές των μετοχών κινήθηκαν υψηλότερα, αντί για χαμηλότερα, τόσο την ημέρα επιβολής των τιμών όσο και 25 ημέρες αργότερα.

Αυτό ενδέχεται να αντανακλά μια ανακούφιση ότι οι έρευνες έχουν τελειώσει και τα πρόστιμα δεν είναι εν τέλει τόσο βαριά, αλλά σε κάθε περίπτωση είναι δύσκολο να δει κανείς πως μια άνοδος στην τιμή της μετοχές προκαλεί αντικίνητρο.

Όποια και αν είναι η αποτελεσματικότητά τους, τα μεγάλα πρόστιμα δεν είναι της μόδας υπό την προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ. Τα πρώτη δύο χρόνια της κυβέρνησης του, το υπουργείο Δικαιοσύνης επέβαλε εταιρικά πρόστιμα $20,6 δισ. – 80% λιγότερα από τα $101,2 δισ. τα τελευταία δύο χρόνια υπό τον Μπαράκ Ομπάμα, σύμφωνα με τον όμιλο Public Citizen.

To οποίο μας οδηγεί πίσω στην εύρεση αποτελεσματικών ποινών. Η τιμωρία του Στουμπφ επειδή δεν ανέλαβε δράση προσφέρει μια λύση, αλλά υπάρχουν και άλλοι τρόποι να καταλογιστούν ευθύνες σε κορυφαία στελέχη. Αφότου κατέρρευσε η Enron, οι ΗΠΑ άρχισαν να ζητούν από τους CEO και τους CFO να εγκρίνουν προσωπικά ότι οι ισολογισμοί της εταιρείας τους είναι ακριβείς.

Το καθεστώς το οποίο δημιουργήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά το 2008 απαιτεί επίσης προσωπική έγκριση.

Οι υποθέσεις αυτές επεκτείνονται πέρα από το πεδίο του χρηματοοικονομικού τομέα. Στη Γαλλία, ο πρώην CEO της Orange, Ντιντιέ Λομπάρ, καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης τον Δεκέμβριο γιατί προχώρησε σε αναδιάρθρωση που συνδέεται με αυτοκτονίες.

Στις ΗΠΑ, ο Τζον Καπούρ, πρώην CEO της φαρμακευτικής Insys, θα μείνει πέντε χρόνια στη φυλακή γιατί οργάνωσε σχέδιο δωροδοκίας γιατρών για τη συνταγογράφηση οπιούχων φαρμάκων. Και την περασμένη εβδομάδα Βραζιλιάνοι εισαγγελείς επέρριψαν κατηγορίες για ανθρωποκτονία στον πρώην CEO της Vale, Φάμπιο Σβάρτσμαν, για τη φονική κατάρρευση ορυχείου την περασμένη χρονιά.

Οι υποθέσεις αυτές είναι πιο δύσκολο να συγκροτηθούν και πιο δύσκολο να κερδηθούν: οι κατηγορίες κατά του πρώην CEO της Volkswagen, Μάρτιν Βίντερκορν για το σκάνδαλο του 2014 δεν έχουν φτάσει ακόμα ενώπιον τον δικαστών.

Αλλά πρέπει να προσπαθήσουμε. Το χειρότερο είδος αποτροπής είναι να μην υπάρχει απολύτως καμία αποτροπή.

© The Financial Times Limited 2020. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v