Η Ursula von der Leyen, εκλεγμένη πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υποσχέθηκε να ξεκινήσει το επόμενο καλοκαίρι μια διάσκεψη για το μέλλον της Ευρώπης. Η συζήτηση θα αφορά τα δικαιώματα ψήφου των κρατών-μελών, την μελλοντική διεύρυνση και διεθνικές λίστες για τις εκλογές του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου. Περιμένω κάποια ελάχιστα πράγματα για την ευρωζώνη.
Αυτό που η Ευρωπαϊκή Ενωση σίγουρα δεν θα κάνει είναι να αντιμετωπίσει τους δαίμονες των δέκα τελευταίων ετών και να συλλογιστεί τι πήγε στραβά, θα απαιτούσε να αποδεχτεί ότι κάτι πράγματι πήγε στραβά. Ξέρω αρκετούς πολιτικούς στη Βόρεια Ευρώπη και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς που θεωρούν την διαχείριση της κρίσης της ευρωζώνης ως τον απόλυτο θρίαμβο της ΕΕ.
Εξω, όμως, από αυτούς τους πολιτικούς κύκλους, η οπτική είναι πολύ διαφορετική. Η Ευρωπαϊκή Ενωση μόλις πρόσφατα βγήκε από μια κρίση δεκαετίας και τώρα αντιμετωπίζει μια οικονομική επιβράδυνση, ένα παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο, ένα τεχνολογικό σοκ στην αυτοκινητοβιομηχανία, πιθανά ένα Brexit χωρίς συμφωνία και μια κρίση στην κυβέρνηση της Ιταλίας.
Τα επιτόκια είναι στο χαμηλό όριο. Η δημοσιονομική πολιτική περιορίζεται από κανόνες. Μια ανοικτή σύγκρουση υποβόσκει μεταξύ της Ιταλίας και της ΕΕ μετά τις εκλογές το φθινόπωρο. Η απειλή ενός ιταλικού παράλληλου νομίσματος είναι ακόμα πραγματική.
Η ΕΕ κινδυνεύει από ένα φαύλο κύκλο κατά την επόμενη επιβράδυνση ή χρηματοπιστωτική κρίση. Τότε θα γίνει ορθολογικό για τους ψηφοφόρους και τα πολιτικά κόμματα να κοιτάξουν για εθνικές εναλλακτικές απέναντι στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Υποστηρίζω ακόμα ότι το ιδανικό νομισματικό σύστημα για την ευρωζώνη είναι μια καλά λειτουργούσα νομισματική ένωση, με ισχυρή δημοσιονομική ικανότητα, εξουσία να φορολογεί και να ξοδεύει και ένα αμοιβαιοποιημένο εργαλείο χρέους. Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση είναι η καλύτερη επιλογή μόνο αν αποδίδει.
Αυτή η μίξη προτιμήσεων με καθιστά υπέρ ή κατά της ολοκλήρωσης ή τίποτα εκ των δυο; Περνώ αυτή την διαχωριστική γραμμή προς τα εμπρός και προς τα πίσω για πολλά χρόνια. Μετά την ολέθρια εμπειρία της λιτότητας στη Νότια Ευρώπη η οικονομική λογική για την ολοκλήρωση εξασθένησε. Πολιτικές που από το σχεδιασμό τους προκαλούν φτωχά οικονομικά αποτελέσματα θα δυσκολευτούν -δικαίως- να βρουν στήριξη.
Αυτοί όμως που σκέπτονται το διαζύγιο θα πρέπει να κάνουν στους εαυτούς τους τουλάχιστον δυο ερωτήσεις: σε ποιο σημείο θα συμπεράνουν ότι οι πολλές φορές υπεσχημένες μεταρρυθμίσεις της ευρωζώνης δεν θα πραγματοποιηθούν; Και πως υπολογίζουμε το αντιστάθμισμα; Οι οικονομίες υπό πίεση θα λειτουργούσαν καλύτερα εκτός της Ευρωπαϊκής Ενωσης; Θα μπορούσαν, για παράδειγμα, οι διαδοχικές ιταλικές κυβερνήσεις να παράξουν περισσότερη ανάπτυξη και απασχόληση εάν απελευθερωθούν από τα δεσμά των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων;
Αν η Ιταλία είχε αποφύγει την λιτότητα υπό τον Μάριο Μόντι την περίοδο 2011 – 2013, η σημερινή κατάσταση θα μπορούσε να είναι διαφορετική: η ακροδεξιά Λέγκα και το Κίνημα Πέντε Αστέρων ίσως δεν είχαν κερδίσει τις εκλογές του 2018 και δεν είχαν σχηματίσει κυβέρνηση. Και ο Ματέο Σαλβίνι, ο ηγέτης της Λέγκας, δεν θα ήταν στα πρόθυρα της απόλυτης εξουσίας.
Ο θανάσιμος κίνδυνος για την Ευρωπαϊκή Ενωση έγκειται στο να αναδυθεί μια ορθολογική, μη ιδεολογική, επιχειρηματολογία κατά της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Και η ίδια η ΕΕ θα πρέπει να κατηγορηθεί για το ότι δημιουργεί τις συνθήκες γι’ αυτό.
Οι δημοσιονομικοί κανόνες και το Σύμφωνo Σταθερότητας και Ανάπτυξης είναι το προπατορικό αμάρτημα της ΕΕ. Το Σύμφωνο μεταρρυθμίστηκε δυο φορές, το 2005 και το 2011 και η παρούσα Κομισιόν το έκανε πιο ευέλικτο. Ανεξάρτητα, όμως, από τον τρόπο με τον οποίο αυτοί οι κανόνες και οι διαδικασίες τροποποιήθηκαν, αύξησαν την εσωτερική απόκλιση και αποθάρρυναν τις επενδύσεις.
Όπως και στην περίπτωση του Brexit, το αρχικό κόστος εξόδου από την ευρωζώνη θα είναι πολύ υψηλό, πιθανά πολύ υψηλότερο. Σε αντίθεση με το Brexit, θα μπορούσε να υπάρξει μια θετική ανταμοιβή, αν τα κράτη μέλη καταλήξουν με ένα καλύτερο πλαίσιο δημοσιονομικής πολιτικής.
Αφήνοντας την ευρωζώνη, μια χώρα δεν θα δεσμεύεται πλέον με το όριο του 3% του ΑΕΠ για το δημοσιονομικό έλλειμμα που ορίζει η Συνθήκη του Μάαστριχτ. Θα μπορούσε να εισάγει ένα βιώσιμο επενδυτικό κανόνα και θα μπορούσε να επιτρέψει τη δημοσιονομική τόνωση κατά την διάρκεια οικονομικών πτώσεων. Στην κεντρική τράπεζα θα επιτρέπονταν ένα διπλός στόχος, ανάλογος αυτού της FED, να σταθεροποιήσει τις τιμές και την απασχόληση. Δεν θα υπήρχαν νομικοί περιορισμοί στις αγορές ενεργητικού, ούτε κανόνες που απαγορεύουν τις διασώσεις. Αυτά πρέπει να είναι μια δελεαστική πρόταση για τον Ματέο Σαλβίνι, που δεν είναι χαζός.
Όταν η Ευρωπαϊκή Ενωση αποτυγχάνει, τα επιχειρήματα υπέρ ή κατά της περαιτέρω -ή της υπάρχουσας- ολοκλήρωσης γίνονται πιο ισορροπημένα. Η διάσκεψη της κας von der Leyen για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα πρέπει να έχει, ως πρώτο σκοπό, να εξασφαλίσει ότι τα επιχειρήματα κατά της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που στηρίζονται στην χρησιμότητα δεν είναι πλέον ισχυρά. Αυτός, βέβαια, δεν θα είναι ο τρόπος που θα το προσεγγίσουν. Ο πραγματικός κίνδυνος για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση δεν έρχεται από τον κο Σαλβίνι αλλά από τους ψηφοφόρους της ΕΕ που, όπως ο John Maynard Keynes αλλά όχι η ΕΕ, αλλάζουν γνώμη όταν αλλάζουν τα δεδομένα.
© The Financial Times Limited 2019. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation