Τα ρεκόρ και τα νέα στοιχήματα για τον ελληνικό τουρισμό

Τα έσοδα από τον τουρισμό σημείωσαν εντυπωσιακή άνοδο την τελευταία εξαετία ανοίγοντας τον δρόμο για επενδύσεις. Το στοίχημα της ποιοτικής αναβάθμισης και η προσπάθεια επέκτασης της σεζόν. Ποια είναι τα ρίσκα για το 2019.

Τα ρεκόρ και τα νέα στοιχήματα για τον ελληνικό τουρισμό
  • Του James Wilson

Από τον αποθανόντα Λίβυο δικτάτορα Μουαμάρ Καντάφι ως την Αμερικανίδα σταρ Lady Gaga, οι πλούσιοι και διάσημοι επισκέπτες της Αθήνας επέλεγαν από παλιά τον Αστέρα Βουλιαγμένης. To πολυτελές ξενοδοχειακό συγκρότημα στη χερσόνησο της Βουλιαγμένης, η ανάπτυξη του οποίου προωθήθηκε από το κράτος, έγινε ο αγαπημένος τόπος διαμονής των Ελλήνων εφοπλιστών και πολιτικών, καθώς και του διεθνούς τζετ σετ.

Εδώ έμεινε ο Φρανκ Σινάτρα, όπως και ο χορευτής Ρούντολφ Νουρέγιεφ και η ηθοποιός Μπριζίτ Μπαρντό, η οποία το 1976 έστειλε μια σωσία στην παραλία για να ξεγελάσει τους φωτογράφους. Τη δεκαετία του 1990, ο Σερβοβόσνιος ηγέτης Ράντοβαν Κάρατζιτς πραγματοποίησε διάσκεψη εδώ, καθώς αγχωμένοι διπλωμάτες προσπαθούσαν να βάλουν τέλος στην αιματοχυσία στα Βαλκάνια.

Αυτόν τον Μάρτιο ο Αστέρας άνοιξε ξανά ως Four Seasons -το πρώτο ξενοδοχείο της εταιρείας στην Ελλάδα- μετά την εξαγορά του από το Δημόσιο από Άραβες και Τούρκους επενδυτές έναντι €480 εκατ.

H ανάπλαση του Αστέρα, στη λεγόμενη Αθηναϊκή Ριβιέρα, είναι εμβληματική των προσπαθειών να αναβαθμιστεί το προϊόν του ελληνικού τουρισμού. Η επένδυση για την ανακαίνιση των δύο ξενοδοχείων στη Βουλιαγμένη, τα οποία διαθέτουν 302 δωμάτια συνολικά, ανέρχεται σε €150 εκατ., ενώ 13 οικόπεδα θα πουληθούν έναντι €40 εκατ. το ένα για να οικοδομήσουν πλούσιοι αγοραστές βίλες με θέα το Αιγαίο. Η μαρίνα της χερσονήσου εκσυγχρονίζεται και αυτή για να προσελκύσει ιδιοκτήτες πολυτελών γιοτ.

«Δεν υπάρχει άλλο μέρος που θα βρείτε αυτόν τον συνδυασμό στη νότια Μεσόγειο» λέει ο Στέλιος Κουτσιβίτης, CEO του Αστέρα Βουλιαγμένης, ενώ παρουσιάζει σχέδια για νέα εστιατόρια και καταστήματα. «Έχουμε την υποδομή για να προσεγγίσουμε αυτού του τύπου τους πελάτες, απλά χρειαζόμαστε το προϊόν».

Καμία βιομηχανία δεν είναι τόσο ζωτική για την Ελλάδα όσο ο τουρισμός, ο οποίος αποφέρει 10% του ΑΕΠ, ένα νούμερο το οποίο αυξάνεται στο 25% αν συμπεριληφθεί και ο έμμεσος αντίκτυπος στην οικονομία.

Ο τουρισμός είναι και ο πιο σημαντικός τομέας για τους εργαζομένους, προσφέροντας μια στις έξι θέσεις εργασίας στην περίοδο αιχμής και μια στις τρεις έμμεσα. Στη διάρκεια ολόκληρου του έτους αντιστοιχεί σε μια από τις 10 θέσεις εργασίας. Το 2017, τα ταξιδιωτικά έσοδα της Ελλάδας κάλυπταν το 80% του εμπορικού ελλείμματος. Εκείνη τη χρονιά η χώρα καλωσόρισε 27 εκατομμύρια τουρίστες και άλλα 3 εκατομμύρια επισκέφτηκαν την Ελλάδα με κρουαζιερόπλοιο.

Aλλά τα ξενοδοχεία, τα θέρετρα και οι διάφορες εγκαταστάσεις χρειάζονται διαρκή αναμόρφωση, καθώς οι προσδοκίες αλλάζουν. Έργα όπως αυτό του Αστέρα είναι ζωτικά για την περαιτέρω ανάπτυξη του τουρισμού. Η ανακαίνιση του συγκροτήματος «στέλνει ένα μήνυμα ότι αναβαθμίζουμε το τουριστικό προϊόν» σημειώνει η Ελενα Κουντουρά, πρώην υπουργός Τουρισμού της Ελλάδας η οποία παραιτήθηκε νωρίτερα αυτόν τον μήνα για να λάβει μέρος στις ευρωεκλογές.

Ο ελληνικός τουρισμός έχει καταγράψει διαδοχικές καλές χρονιές. Σύμφωνα με το ΣΕΤΕ, τα έσοδα αυξήθηκαν 56% από το 2012 ως το 2018. Οι άμεσες δαπάνες από τους επισκέπτες το 2018 ενισχύθηκε κατά περίπου 10% σε ετήσια βάση κατά τη διάρκεια της κύριας τουριστικής περιόδου, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, περισσότερο από την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.

Την ίδια στιγμή, το τουριστικό προϊόν αναβαθμίζεται. Το 2011, σύμφωνα με έκθεση για τον ελληνικό τουρισμό από την PwC, 108.000 από τα 763.000 δωμάτια της χώρας ήταν πέντε αστέρων. Σήμερα η χώρα έχει λίγο πάνω από 800.000 δωμάτια, εκ των οποίων πάνω από 150.000 είναι πέντε αστέρων: ουσιαστικά η καθαρή ανάπτυξη την περίοδο αυτή καταγράφηκε στο πιο ακριβό κομμάτι της αγοράς.

Oι επενδύσεις έχουν διευκολυνθεί από το γεγονός ότι το βάρος των μη εξυπηρετούμενων δανείων στον τουριστικό τομέα, αν και είναι μεγάλο, είναι μικρότερο από ότι στην υπόλοιπη οικονομία.

«Ο ελληνικός τουρισμός έχει περάσει μια αναγέννηση τα τελευταία τρία χρόνια. Οι έξι από τους 10 επισκέπτες μπορούν να κατηγοριοποιηθούν ως τουρίστες υψηλής ποιότητας οι οποίοι ξοδεύουν αρκετά» αναφέρει η κα. Κουντουρά. «Δεδομένου ότι αντιμετωπίσαμε μεγάλες δυσκολίες κατά τη διάρκεια της κρίσης, το θεωρούμε ένα σπουδαίο επίτευγμα. Αλλά υπάρχει ακόμα περιθώριο να οικοδομήσουμε πάνω σε αυτό προωθώντας τις επενδύσεις σε νέα ξενοδοχεία και ολοκληρωμένα θέρετρα με καζίνο και αυξάνοντας περαιτέρω την ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρουμε». Όπως σημειώνει κατασκευάζονται τρεις ακόμα ιδιωτικές μαρίνες – στην Πύλο στη νοτιοδυτική Ελλάδα, στο νησί της Ίου στις Κυκλάδες και στον Άλιμο στην Αθήνα – οι οποίες θα ενισχύσουν τον ανταγωνισμό.

Καθώς η ευρωπαϊκή οικονομία επιβραδύνεται και πάλι, ο κύκλος της ισχυρής ανάπτυξης στον τουρισμό προβλέπεται να λήξει: ο ΣΕΤΕ αναμένεται ότι τα έσοδα και οι αφίξεις το 2019 θα είναι παρόμοια με το 2018.«Όταν η Ευρώπη δεν πάει καλά, το ίδιο συμβαίνει και με την Ελλάδα, αναφέρει ο Κώστας Μητρόπουλος, εκτελεστικός διευθυντής στην PwC στην Αθήνα. «Το 2019 δεν πρόκειται να είναι καλό. Δεν θα είναι καταστροφικό, αλλά δεν θα δούμε ανάπτυξη 10%» τονίζει.

Ο κ. Μητρόπουλος εντοπίζει δύο τομείς στους οποίους ο ελληνικός τουρισμός πρέπει να σημειώσει πρόοδο. Ο πρώτος είναι η επέκταση της τουριστικής περιόδου πέρα από τους καλοκαιρινούς μήνες. Mια ευρύτερη γκάμα τουριστικών προϊόντων -όπως περισσότερα συνέδρια ή η πώληση εμπειριών όπως ξεναγήσεις ή ο θεραπευτικός τουρισμός- θα βοηθούσαν.

Η κα. Κουντουρά τονίζει πως έχει γίνει πρόοδος. «Συνολικά έχουμε δει αύξηση 40% στον χειμερινό τουρισμό (τα τελευταία τέσσερα χρόνια) – αυτό σημαίνει την περίοδο από τον Νοέμβριο ως το τέλος Μαρτίου» επισημαίνει. «Ο στόχος μας είναι να γίνουμε ένας προορισμός για όλον τον χρόνο».

Ο φόρος διαμονής – ένας φόρος που εισήχθη το 2018 – μπορεί να περιοριστεί μόνο για τους καλοκαιρινούς μήνες, υποστηρίζει ο ΣΕΤΕ, ώστε να ενθαρρυνθούν οι διακοπές εκτός σεζόν και σε διαφορετικές περιοχές.

Γενικότερα, ο ΣΕΤΕ διαμαρτύρεται για την αύξηση του φορολογικού βάρους που σηκώνει η τουριστική βιομηχανία, εν μέρει ως αποτέλεσμα των μνημονιακών δεσμεύσεων της Ελλάδας. Ο μέσος ΦΠΑ για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τουρισμό είναι 17%, λέει ο οργανισμός, έναντι 10% σε άλλες ανταγωνιστικές χώρες. Για κάθε €100 που δαπανώνται στην Ελλάδα από έναν επισκέπτη, τα €33 καταλήγουν σε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, έναντι μόλις €16 στην Κύπρο.

O δεύτερος τομέας στον οποίο υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης σύμφωνα με τον κ. Μητρόπουλο αφορά το πώς η Ελλάδα μπορεί να κατανέμει τους επισκέπτες με πιο ισορροπημένο τρόπο σε όλη τη χώρα. Πέντε από τους 13 νομούς της λαμβάνουν πάνω από το 80% των αφίξεων και σχεδόν 90% των εσόδων. «Με όρους τουρισμού, το υπόλοιπο της χώρας είναι άδειο» σημειώνει.

Aυτό δεν συνεπάγεται αναγκαστικά μαζική κατασκευή νέων ξενοδοχείων: ορισμένες από τις περιοχές με τους λιγότερους επισκέπτες έχουν τουριστικές εγκαταστάσεις που δεν έχουν αξιοποιηθεί επαρκώς, χάρη σε προγράμματα επιδοτήσεων του παρελθόντος. Αλλά έχουν ανάγκη από καλύτερο μάρκετινγκ για να πουλήσουν και άλλες περιοχές, λένε αναλυτές της βιομηχανίας.

Ένα υπόδειγμα είναι το Costa Navarino, θέρετρο στην Πελοπόννησο, όπου ο κ. Μητρόπουλος υποστηρίζει ότι το θετικό μάρκετινγκ έχει βοηθήσει την ευρύτερη περιοχή. «Το αποτέλεσμα είναι ότι αναπτύσσεται ολόκληρη η περιοχή. Έχει γίνει προορισμός για τον οποίον διαβάζουν και βλέπουν πολλοί» σημειώνει.

Η πρώην υπουργός Τουρισμού κα. Κουντουρά δίνει και άλλα παραδείγματα. «Υπάρχουν λιγότερο αναπτυγμένες περιοχές, ειδικά στην ενδοχώρα, οι οποίες προωθούνται μέσω στρατηγικών συμφωνιών με διεθνείς ταξιδιωτικούς πράκτορες και αεροπορικές εταιρείες τσάρτερ» υπογραμμίζει. Επισημαίνει την Ήπειρο, στη βορειοδυτική Ελλάδα, για εξερευνητικό τουρισμό και τα ορεινά χωριά της Πελοποννήσου για την αρχιτεκτονική τους κληρονομιά και τη γαστρονομική τους παράδοση.

Η άλλη πρόκληση για την τουριστική βιομηχανία είναι ο ρυθμός με τον οποίο μπορεί να επιτευχθεί η ανάπτυξη. Τα αναπτυξιακά έργα μπορούν να χρειαστούν ως και 15 χρόνια κατά μέσο όρο, σύμφωνα με την PwC, και ακόμα και πιο σημαντικά «fast-track» έργα έχουν χρειαστεί κατά μέσο όρο τέσσερα χρόνια.

Εν τω μεταξύ, ο σχεδιασμός και οι διαδικασίες για έκδοση άδειας χρειάζονται «άμεσα βελτίωση» εκτιμά ο ΣΕΤΕ, ο οποίος εκφράζει την απογοήτευση του για τις αρνητικές εμπειρίες υποψήφιων επενδυτών λόγω γραφειοκρατικών προβλημάτων.

Λίγες χώρες διαθέτουν τόσο εντυπωσιακά μνημεία όσο η Ακρόπολη στην Αθήνα, αλλά σύμφωνα με τον ΣΕΤΕ οι ανταγωνιστές της Ελλάδας τα καταφέρουν συνήθως καλύτερα στο να ενισχύσουν στον επισκέπτη την «αίσθηση του τόπου». Προσθέτει επίσης πως πρέπει να γίνουν περισσότερα για να βελτιωθεί η συντήρηση των μνημείων.

Ενώ η Ελλάδα δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τον τουρισμό, η τουριστική βιομηχανία της αναγνωρίζει τα προβλήματα που δημιουργεί, με την κυκλοφοριακή συμφόρηση, τον συνωστισμό και την επιβάρυνση του περιβάλλοντος – για τους επισκέπτες και τον ντόπιο πληθυσμό.

Όπως αναφέρει ο ΣΕΤΕ: «Για να έχουμε χαρούμενους τουρίστες πρέπει πρώτα να έχουμε χαρούμενες κατοίκους».

© The Financial Times Limited 2019. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v