Η απόφαση των ΗΠΑ να στείλουν στρατιωτική δύναμη στη Μέση Ανατολή παρουσιάστηκε την Κυριακή από τον Τζον Μπόλτον, σύμβουλο του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ σε θέματα εθνικής ασφάλειας ως «μια ξεκάθαρη και αδιαμφισβήτητη προειδοποίηση στο ιρανικό καθεστώς» ότι οποιαδήποτε επίθεση στις ΗΠΑ ή στους συμμάχους της θα αντιμετωπιστεί με «αδυσώπητη ισχύ».
Δεν είναι σαφές τι πληροφορίες έχουν οι ΗΠΑ για κάποια άμεση, ιρανοκίνητη επίθεση, αν έχουν καμία. Η ομάδα κρούσης του αεροπλανοφόρου USS Abraham Lincoln, στην οποία αναφέρθηκε ο κ. Μπόλτον, έβαλε πλώρη για τη Μεσόγειο και τον Περσικό Κόλπο πριν από περισσότερο από έναν μήνα, στο πλαίσιο προγραμματισμένης εναλλαγής. O κ. Μπόλτον είναι πολεμοχαρής. Εντούτοις, η επιθετική ρητορική που χρησιμοποιούν απέναντι στο Ιράν γεράκια της κυβέρνησης Τραμπ, όπως ο κ. Μπόλτον και ο Μάικ Πομπέο, ο υπουργός Εξωτερικών, είναι μέρος μιας εκστρατείας κατά της ισλαμικής δημοκρατίας η οποία αυξάνει τον κίνδυνο πολέμου.
Ο κίνδυνος αυτός αυξήθηκε σημαντικά ήδη από τότε που ο πρόεδρος Τραμπ αποχώρησε μονομερώς από την πυρηνική συμφωνία την οποία είχε υπογράψει το Ιράν με τις ΗΠΑ και άλλες πέντε μεγάλες δυνάμεις το 2015. Η Ουάσιγκτον συνεπώς απελευθέρωσε την Τεχεράνη από τη δέσμευση να βάλει στον πάγο το μεγαλύτερο μέρος του πυρηνικού της προγράμματος με αντάλλαγμα την άρση οικονομικών κυρώσεων.
Μέχρι τώρα, το Ιράν τιμούσε τη συμφωνία μολονότι ο κ. Τραμπ έχει επαναφέρει κυρώσεις και έχει απειλήσει συμμάχους, καθώς και αντιπάλους, να σταματήσουν να συναλλάσσονται με το Ιράν. Οι ΗΠΑ αυξάνουν τώρα ακόμα περισσότερο την πίεση.
Πρόσφατα κατέταξε τους Φρουρούς της Επανάστασης (IRGC) – τους πραιτοριανούς στο εσωτερικό του καθεστώτος και την εκστρατευτική του δύναμη στο εξωτερικό – ως τρομοκρατική οργάνωση, στον πρώτο τέτοιο χαρακτηρισμό ενός οργάνου της κυβέρνησης μιας άλλης χώρας. Τώρα ανακοίνωσε τη λήξη των εξαιρέσεων από τις κυρώσεις για χώρες που συνεχίζουν ακόμα να αγοράζουν πετρέλαιο και φυσικό αέριο από το Ιράν, όπως η Κίνα, η Ινδία και η Τουρκία, με στόχο να μειώσει τις εξαγωγές ιρανικού αργού στο μηδέν και να πυροδοτήσει την κατάρρευση της οικονομίας της.
Μόνο τα μέτρα αυτά, έχουν αντικαταστήσει ένα σπάνιο θρίαμβο της διπλωματίας με έναν πυροκροτητή – στην πιο εύφλεκτη περιοχή στον κόσμο, η οποία μαστίζεται ήδη από πολέμους δι’ αντιπροσώπων. To Iράν βρίσκεται στη μια πλευρά αυτών τον τοπικών συγκρούσεων, εκμεταλλευόμενο με κυνικό τρόπο το σεχταριστικό χάος που προκάλεσε στην περιοχή η αμερικανοκίνητη εισβολή στο Ιράκ το 2003 και την αναταραχή της Αραβικής Άνοιξης το 2011.
H αναζωπύρωση του σχίσματος ανάμεσα στο σιιτικό και το σουνιτικό Ισλάμ – το οποίο εκπροσωπούν αντίστοιχα το Ιράν και η Σαουδική Αραβία – έχει συμβάλλει στη λεηλασία μεγάλου μέρους της Συρίας και του Ιράκ, εκκολάπτοντας την πενταετή κυριαρχία του ISIS μέσω ενός κρατικού μορφώματος το οποίο έχει πλέον καταρρεύσει. Αλλά το σουνιτικό μίσος για τη δημιουργία από την Τεχεράνη ενός σιιτικού και περσικού άξονα που φτάνει ως το Ιράκ, τον Λίβανο και τη Συρία συνεχίζει να βράζει, ακόμα και αν το Ιράν βλέπει το μέτωπο αυτό στις αραβικές ως «γραμμή άμυνας».
Ακόμα και το Ισραήλ θεωρεί πως δεν είναι ανεκτή η παρουσία στη Συρία των Φρουρών της Επανάστασης και των μαχητών του, όπως και της Χεζμπολάχ, των παραστρατιωτικών του Λιβάνου. Αυτή τη στιγμή, το Ισραήλ, υπό την σκληρή δεξιά ηγεσία του Μπενιαμίν Νετανιάχου, είναι η αιχμή του δόρατος κατά του Ιράν, πραγματοποιώντας εκατοντάδες αεροπορικές επιθέσεις εντός της Συρίας κατά ιρανικών στόχων και της Χεζμπολάχ. Πρόκειται για μια ακήρυχτη μάχη η οποία κινδυνεύει συχνά να μετατραπεί σε έναν κανονικό πόλεμο.
Οι υπόλοιποι περιφερειακοί πρωταγωνιστές
Η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα στηρίζουν ισχυρές πολιτοφυλακές Κούρδων της Συρίας, οι οποίοι κατόρθωσαν να λάβουν τον έλεγχο της βορειοανατολικής Συρίας με την αεροπορική κάλυψη που προσέφεραν οι ΗΠΑ στη μάχη κατά του ISIS. Αλλά οι Σαουδάραβες και τα Εμιράτα το κάνουν αυτό για να χτυπήσουν το Ιράν και την Τουρκία – που και οι δύο αντιμάχονται τις δικές τους κουρδικές μειονότητες.
Έχουν ένα επιπρόσθετο λόγο στην περίπτωση της Άγκυρας: ο Ταγίπ Ερντογάν, ο πρόεδρος της Τουρκίας, στηρίζει τη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Έχουν μπλοκάρει για δύο χρόνια το Κατάρ, το πλούσιο εμιράτο του Κόλπου, ως φωλιά της Αδελφότητας και Ιρανών πληρεξούσιων – παρότι το Κατάρ φιλοξενεί τη μεγαλύτερη αεροπορική βάση των ΗΠΑ στην περιοχή.
Η σύγχυση και η θολούρα εντείνεται από το ακόμα διακριτικό ενδιαφέρον των χωρών του Κόλπου για τη Συρία. Η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Κατάρ στήριξαν σουνίτες αντάρτες εναντίον του στηριζόμενου από το Ιράν και τη Ρωσία καθεστώτος του Μπασάρ αλ-Άσσαντ. Αλλά τώρα, οι Σαουδάραβες και τα Εμιράτα δείχνουν έτοιμοι να ξαναχτίσουν φράχτες και ακόμα και να βοηθήσουν την ανοικοδόμηση κατεστραμμένων περιοχών της Συρίας. Τα Εμιράτα επαναλειτούργησαν την πρεσβεία τους στη Δαμασκό τον Δεκέμβριο.
Οι χώρες του Κόλπου, υπό την καθοδήγηση της Σαουδικής Αραβίας, δείχνουν αγχωμένοι να μην επαναλάβουν το λάθος που έκανε το Ριάντ διακόπτοντας τη διπλωματική επαφή με το ως επί το πλείστον σιιτικό Ιράκ και παραχωρώντας την στο Ιράν. Αυτή είναι μια, τουλάχιστον, πιο σκεπτόμενη απάντηση από εκείνη που είχε ζητήσει ο κ. Τραμπ στο πρώτο του ταξίδι ως πρόεδρος στο εξωτερικό τον Μάιο του 2017, στο Ριάντ, καλώντας τους Σαουδάραβες να ηγηθούν μια σουνιτική τζιχάντ ενάντια στο Ιράν.
Ωστόσο, σε αυτό το μέρος του κόσμου, κάθε δράση οδηγεί σε μια ισοδύναμη αντίδραση. Η τρέχουσα αναζωπύρωση στη Γάζα, για παράδειγμα, φαίνεται να σχετίζεται με το Ιράν. Ο πιο στενός προστατευόμενος της Τεχεράνης, η Ισλαμική Τζιχάντ, φαίνεται να την ξεκίνησε επιτιθέμενη κατά του Ισραήλ.
Στη βορειοδυτική Συρία, εν τω μεταξύ, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν και το καθεστώς Άσσαντ στη Συρία έχουν ξεκινήσει επίθεση στην Ιντλίμπ, το τελευταίο προπύργιο των σουνιτών ανταρτών, παραβιάζοντας τη συμφωνία που υπέγραψαν με την Τουρκία τον περασμένο Οκτώβριο.
Στη Μέση Ανατολή, υπάρχουν πολλά επικίνδυνα κινούμενα μέρη και πολλοί αμετροεπείς δρώντες που πιστεύουν στην εκτελεστική δράση (οι κ.κ. Μπόλτον, Πομπέο, Νετανιάχου, Πούτιν, Άσσαντ, Ερντογάν και ο στρατηγός Κασέμ Σολεϊμάνι, ο διοικητής των Φρουρών της Επανάστασης στα αραβικά εδάφη). Και στις ΗΠΑ υπάρχει ένας πρόεδρος τόσο αλλοπρόσαλλος όσο ο κ. Τραμπ.
Με αυτούς τους πρωταγωνιστές είναι λογικό να αναμένει κανείς μια αναποδιά – όπως επισήμανε τον περασμένο μήνα στη Νέα Υόρκη ο υπουργός Εξωτερικών του Ιράν, Μοχάμμαντ Τζαβάντ Ζαρίφ.
Ορισμένοι πόλεμοι μπορούν να συμβούν και συμβαίνουν από ατύχημα...
© The Financial Times Limited 2019. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation