Ο εορτασμός της 40η επετείου της Ιρανικής Επανάστασης του 1979 αυτόν τον μήνα αποτέλεσε, όπως αναμενόταν, μια επίδειξη υπερηφάνειας και επίρριψης ευθυνών, ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα των θεοκρατών εθνικιστών οι οποίοι κυβερνούν την Iσλαμική Δημοκρατία.
Aκόμα και ο Χασάν Ροχανί, ο πραγματιστής πρόεδρος ο οποίος εξαρτάται περισσότερο από τους σκληροπυρηνικούς του καθεστώτος μετά την απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να αποσύρει τις ΗΠΑ από την πυρηνική συμφωνία που υπέγραψε με το Ιράν το 2015, έχει στηρίξει πλήρως αυτό το σωβινιστικό παραλήρημα.
«Η στρατιωτική ισχύς του Ιράν τα τελευταία 40 χρόνια, ειδικά τα τελευταία πέντε χρόνια, έχει καταπλήξει τον κόσμο» ανέφερε σε εορταστική συγκέντρωση στην πλατεία Αζάντι (Ελευθερίας) της Τεχεράνης. Υποσχόμενος να ενισχύσει την «αμυντική δύναμη» της Τεχεράνης, ο κ. Ροχανί καυχήθηκε ότι «τη στιγμή που το Ιράν παρενέβη για να βοηθήσει τον λαό του Ιράκ, της Συρίας, του Λιβάνου, της Παλαιστίνης και της Υεμένης, ο κόσμος διαπίστωσε ότι οι εχθροί δεν πέτυχαν καμία νίκη ενάντια στους λαούς της περιοχής και τη στήριξη του Ιράν».
Δεν πρόκειται για επιπόλαιο καύχημα. Το Ιράν υπήρξε τυχερό με τους εχθρούς του. Τα λάθη τους έδωσαν ώθηση σε μια κατά τα φαινόμενα αδύνατη πορεία προς την κατάκτηση της περιφερειακής ηγεμονίας υπό την καθοδήγηση σιιτών μουλάδων και εθνοφρουρών, οι οποίοι, ως Πέρσες, είναι ιστορικά καχύποπτοι με πολλούς από τους Άραβες γείτονές τους.
Τα αρχικά σχέδια της Ισλαμικής Δημοκρατίας να εξάγει την επανάστασή της μπήκαν στην άκρη. Δεν ήταν μόνο το ότι στις χώρες στις οποίες απευθύνονταν ζούσαν κατά κύριο λόγο άραβες σουνίτες. Το Ιράκ του Σαντάμ Χουσσεϊν εισέβαλε στο Ιράν, με τη στήριξη της Δύσης και των χωρών του Κόλπου, για να καταπνίξει την επανάσταση εν τη γενέσει της. Τούτο οδήγησε σε έναν οκταετή πόλεμο που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο 1 εκατ. ανθρώπων, αλλά άφησε άθικτες της ηγεσίες και στις δύο πλευρές.
To Ιράν κατάφερε να μείνει όρθιο, καθώς ο Σαντάμ έριχνε χημικά όπλα στους στρατιώτες του και πυραύλους στις πόλεις του, ενώ ο πλανήτης παρακολουθούσε. Αυτός ήταν ο λόγος που το Ιράν προσπάθησε να αποκτήσει πυρηνικά. Αυτή ήταν και η δικαιολόγηση για την ανάπτυξη γραμμών άμυνας σε γειτονικές χώρες και της νικηφόρας συνταγής των εθνοφρουρών και των πυραύλων. Κατάφερε να αντιμετωπίσει όλους τους εχθρούς, ευρισκόμενο υπό περιφερειακή και διεθνή πολιορκία. Αλλά χρειαζόταν τη βοήθεια τους.
H ισραηλινή εισβολή στο χειμαζόμενο από τον εμφύλιο πόλεμο Λίβανο το 1982, μετά το «πράσινο φως» της Ουάσιγκτον, βοήθησε να δημιουργηθούν οι συνθήκες για να αναπτύξει το Ιράν τη Χεζμπολάχ, η οποία θα γινόταν η παραστρατιωτική αιχμή του δόρατος στο Λεβάντε. Η επιπόλαιη αμερικανοκίνητη επέμβαση στο Ιράκ το 2003 έβγαλε από τη μέση έναν τύραννο, αλλά κατέστρεψε επίσης και ένα προπύργιο κατά του επαναστατικού Ιράν. Εν μέσω χάους και εκατόμβης νεκρών, επέβαλε μια σιιτική κυβέρνηση σε μια χώρα της αραβικής ενδοχώρας για πρώτη φορά μετά από αιώνες, αναζωπυρώνοντας την εχθρότητα μεταξύ σουνιτών-σιιτών.
Η έκρηξη του σουνιτικού εξτρεμισμού στο Ιράκ μετά την εισβολή στη χώρα και κατόπιν στη Συρία, όταν η Δύση στήριξε για λογαριασμό των χωρών του Κόλπου την εξέγερση της σουνιτικής πλειοψηφίας, επέτρεψε στο Ιράν και τις παραστρατιωτικές του ομάδες να λάβουν τα εύσημα για τον ρόλο τους στην ήττα του ISIS. Η απόπειρα της κυβέρνησης του Τραμπ να επιβάλλει ένα υποκινούμενο από τη Σαουδική Αραβία μπλόκο στη συνθηκολόγηση ανάμεσα στο Ισραήλ και τους Παλαιστίνιους, έχει επιτρέψει στην Τεχεράνη να εμφανίζεται ως η μόνη δύναμη που υπερασπίζεται το δίκαιο των Παλαιστινίων.
Τα σφάλματα που έχουν γίνει εδώ είναι ατελείωτα. Προτού ο κ. Τραμπ ανέλθει στην εξουσία, η Επαναστατική Φρουρά του Ιράν είχε ήδη αναπαράγει το παραστρατιωτικό μοντέλο της Χεζμπολάχ στο Ιράκ και τη Συρία, αλλά σε μεγαλύτερη κλίμακα. Η Χεζμπολάχ και οι σιιτικές ιρακινές πολιτοφυλακές κέρδισαν νομιμοποίηση στις περσινές εκλογές.
Και όμως. Το Ισραήλ εξαπολύει αεροπορικές επιθέσεις ενάντια στις ιρανικές δυνάμεις στη Συρία και έχει απειλήσει ξανά με επίθεση το Λίβανο για να καταστρέψει το πυραυλικό οπλοστάσιο της Χεζμπολάχ, το οποίο απέκτησε με τη στήριξη του Ιράν. Ο κ. Τραμπ και πολλοί ακραίοι σύμβουλοι όπως Τζον Μπόλτον, ο Αμερικανός σύμβουλος εθνικής ασφάλειας, χρησιμοποιούν μια ακραία αντι-ιρανική ρητορική, όπως στη συγκέντρωση της περασμένης εβδομάδας στη Βαρσοβία, η οποία θύμισε σε κάποιους το συμβούλιο του πολέμου που προηγήθηκε της περιπέτειας του Ιράκ το 2003.
Εν τω μεταξύ, κάποιος έχει ξεκινήσει μια εκστρατεία βομβιστικών επιθέσεων στο εσωτερικό του Ιράν. Την περασμένη εβδομάδα, τουλάχιστον 20 μέλη της Επαναστατικής Φρουράς σκοτώθηκαν σε επίθεση αυτοκτονίας στα νοτιοανατολικά της χώρας.
Υπάρχει κάποιος λόγος να πιστεύει κανείς ότι η επιθετικότητα εναντίον του Ιράν μπορεί να έχει αποτέλεσμα;
Αν το Ισραήλ περιοριστεί στην αποτροπή του Ιράν κατά μήκος των βόρειων συνόρων του μπορεί να κερδίσει κάτι. Αλλά η ανάληψη πιο ριζικής δράσης, συμπεριλαμβανομένων και φαντασιώσεων – σαν αυτών του Μπόλτον – για αλλαγή καθεστώτος στην Τεχεράνη, είναι πολύ πιθανό να γυρίσει μπούμερανγκ όπως και στο παρελθόν.
Με τον κ. Τραμπ να ετοιμάζεται να αποσύρει τις αμερικανικές δυνάμεις από τη Συρία, ο μόνος τρόπος να αντιμετωπίσει η Ουάσιγκτον τους Ιρανούς εκεί – υποθέτοντας πως το Ισραήλ δεν μπορεί να τους εξουδετερώσει με βομβιστικές επιθέσεις – είναι μέσω συνδιαλλαγής με τον Ρώσο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, τον βασικό παίχτη στην περιοχή μετά την καθοριστική επέμβαση της Ρωσίας το 2015 για τη διάσωση του καθεστώτος του Μπασάρ αλ-Άσσαντ. Δεν υπάρχει όριο στο τι μπορεί να επιτύχει δεδομένης της δύναμης των Ιρανών στο έδαφος. Για να υποχωρήσει το Ιράν στη Συρία, οι ΗΠΑ θα πρέπει να κάνουν παραχωρήσεις στην Τεχεράνη. Το καθεστώς εκεί νιώθει ήδη πως εξαπατήθηκε στη συμφωνία του 2015 για τα πυρηνικά, την οποία δεν τήρησε ο κ. Τραμπ.
Το Ιράν έχει σχεδόν ολοκληρώσει τη δημιουργία ενός σιιτικού άξονα από την Κασπία Θάλασσα ως τη Μεσόγειο και από τη Βαγδάτη και τη Δαμασκό ως τη Βηρυτό. Η δημογραφική σύνθεση στη λεβαντίνικη αυτή έκταση έχει αλλάξει, με τους σιίτες να είναι ενδεχομένως όσοι και οι σουνίτες. Οι σιίτες κυβερνούν στο Ιράκ και έχουν το πάνω χέρι στο πολυθρησκευτικό Λίβανο. Περίπου έξι εκατομμύρια Σύριοι, κατά κύριο λόγο σουνίτες, βρίσκονται στην εξορία και το καθεστώς του Άσσαντ φαίνεται αποφασισμένο να αποτρέψει την προπολεμική πληθυσμιακή ισορροπία που παραλίγο να οδηγήσει στην ανατροπή του.
Από την οπτική της Τεχεράνης, τα αποτελέσματα των ενεργειών του φαίνονται θετικά. Στο παρελθόν λεγόταν πως το Ιράν έπρεπε να επιλέξει ποιο πρόσωπο ήθελε να δείξει στον κόσμο – αυτό το Κασέμ Σολεϊμάνι, του σκληρού στρατηγού των δυνάμεων της Επαναστατικής Φρουράς ή αυτό του Μοχάμαντ Τζαβάντ Ζαρίφ, του μετριοπαθούς υπουργού Εξωτερικών ο οποίος διαπραγματεύτηκε την συμφωνία του 2015.
Για τους κυβερνώντας στο Ιράν, αυτό είναι ένα ψευδές δίλημμα, ιδίως στην εποχή του Τραμπ: θέλουν να δείξουν και τα δύο πρόσωπα. Δεν υπάρχουν πολλά πράγματα στην πολιτική της Δύσης απέναντι στην Ισλαμική Δημοκρατία που θα τους μεταπείσουν.
© The Financial Times Limited 2019. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation