Η ενθουσιώδης αντίδραση των αμερικανικών μετοχών στην αναστροφή πολιτικής από τη FED την προηγούμενη εβδομάδα ήταν μια σημαντική υπενθύμιση της αλληλοεξάρτησης μεταξύ της πιο ισχυρής κεντρικής τράπεζας του κόσμου και της μεγαλύτερης χρηματιστηριακής αγοράς.
Μια δραματική μετατόπιση έφερε τη FED να στέλνει μια σειρά από φιλικά προς την αγορά μηνύματα, αίροντας ένα μεγάλο εμπόδιο στην αύξηση των τιμών ενεργητικού και τη σταθερότητα. Αυτό, όμως, από μόνο του δεν είναι αρκετό για να καθαρίσει το μονοπάτι επιστροφής στις «χρυσές ημέρες» του 2017, όταν όλα όσα έχουν σημασία για τους επενδυτές είχαν ευθυγραμμιστεί ασυνήθιστα καλά. Γι’ αυτό απαιτούνται, επίσης, καλύτερα νέα από την παγκόσμια οικονομία.
Τον χειρότερο Δεκέμβριο για τις μετοχές μετά τη Μεγάλη Υφεση διαδέχτηκε ο καλύτερος Ιανουάριος από το 1987, επιτρέποντας στους επενδυτές να κερδίσουν γρήγορα πάνω από το μισό των απωλειών τους. Η αλλαγή του αφηγήματος της FED ήταν ο βασικός λόγος. Ξεκίνησε με ad hoc σήματα από αξιωματούχους της κεντρικής τράπεζας, με αποκορύφωμα τις δηλώσεις πολιτικής της περασμένης εβδομάδας.
Αυτά τα ανεπίσημα και επίσημα σήματα ήταν ό,τι έψαχναν οι αγορές: όχι απλά επιβεβαίωση της «υπομονετικής» προσέγγισης από τη FED αναφορικά με τις μελλοντικές αυξήσεις επιτοκίων, αλλά και την εγκατάλειψη του «αυτόματου πιλότου» ως προς το πώς θα μειωθεί το τεράστιο απόθεμα ομολόγων που συγκεντρώθηκε κατά τη διάρκεια της ποσοτικής χαλάρωσης, παράλληλα με ευελιξία στη θεώρηση του πότε η συρρίκνωση θα πρέπει να σταματήσει.
Όπως ακριβώς μετά το taper tantrum το 2013, πολλοί επενδυτές έχουν μεταφράσει αυτή τη μεταστροφή ως ένα είδος «παράδοσης» από τη FED. Σίγουρα θα τονώσει την εμπιστοσύνη στη δύναμη πειθούς των αγορών, σε έναν κόσμο στον οποίο τα υψηλά επίπεδα μόχλευσης εντός του χρηματοπιστωτικού συστήματος καθιστούν την πραγματική οικονομία ευάλωτη σε άτακτες κινήσεις των τιμών ενεργητικού. Και βάζει ένα τέλος, προς το παρόν τουλάχιστον, στην αρχική πρόθεση του νέου προέδρου της FED Jay Powell, που ενθαρρυμένος από την ισχυρή οικονομία των ΗΠΑ, ήθελε να στρέψει την πορεία περισσότερο ανεξάρτητα από τις αγορές.
Οι επιπτώσεις για τους επενδυτές και τους traders πάνε πολύ πιο πέρα από τον περιορισμό περισσότερο επικίνδυνων δυνητικών αποτελεσμάτων για τις αγορές. Βοηθούν την ψυχολογία της αγοράς να φύγει από τη λογική του «πούλα το ράλι», παρότι οι επενδυτές δεν έχουν επιστρέψει στην αντίληψη ότι σε κάθε ράλι πρέπει να αγοράζουν.
Η αποκατάσταση τόσο της πολιτικής όσο και της τεχνικής «άγκυρας» είναι απαραίτητη για να επιστρέψουμε στην ευθυγράμμιση του τρίπτυχου του 2017, που μετρά περισσότερο για τους επενδυτές -υψηλές προσδοκούμενες αποδόσεις, χαμηλή μεταβλητότητα και συσχετισμό επενδυτικών κατηγοριών που μειώνει το κόστος διαχείρισης του ρίσκου. Αυτό που επίσης χρειάζεται, όμως, είναι η μεταστροφή στα θεμελιώδη της παγκόσμιας οικονομίας.
Η αμερικανική οικονομία δεν είναι μικρό θέμα. Τόσο τα νοικοκυριά όσο και οι επιχειρήσεις παραμένουν σε καλή κατάσταση, αν και θα μπορούσαν να επωφεληθούν από τη δικομματική στήριξη του Κογκρέσου σε ένα φιλικό προς την ανάπτυξη πρόγραμμα υποδομών. Τα στοιχεία για την απασχόληση Ιανουαρίου της περασμένης Παρασκευής ήταν ενθαρρυντικά, καθώς ο αριθμός των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν ήταν διπλάσιος των ήδη υψηλών προσδοκιών για αυτό το σημείο του κύκλου, δεδομένου και του εξαιρετικά υψηλού αποτελέσματος τον αμέσως προηγούμενο μήνα. Το σερί των εταιρειών που υπερβαίνουν τις προσδοκίες κερδοφορίας αυτό το τρίμηνο επιβεβαιώνει ότι οι επιχειρήσεις ήταν σε θέση να ελιχθούν μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον με περισσότερες προκλήσεις. Και υπήρξε πρόοδος στην επίλυση των εμπορικών εντάσεων με την Κίνα.
Αυτό, όμως, που εξακολουθούν να χρειάζονται οι αγορές είναι σημαντική βελτίωση των προοπτικών τόσο στην Κίνα όσο και στην Ευρώπη. Τα στοιχεία από την πρώτη εξακολουθούν να υποδηλώνουν πτώση της οικονομικής δυναμικής. Υποδεικνύουν επίσης ότι η προσπάθεια του Πεκίνου να τονώσει την ανάπτυξη χρησιμοποιώντας παραδοσιακά πολιτικά μέτρα αποδεικνύεται λιγότερο αποτελεσματική απ’ ό,τι στο παρελθόν. Απουσία ενός άξονα για βαθύτερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, η οικονομία θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει «κόντρα ανέμους» στην ανάπτυξη και χρηματοπιστωτικές στρεβλώσεις.
Η κατάσταση στην Ευρώπη είναι χειρότερη. Παρά το ότι υπήρξε ένα ακόμα τρίμηνο χωρίς ουσιαστικά ανάπτυξη για την ευρώζωνη και οι πέντε ισχυρότερες οικονομίες παλεύουν να αποκτήσουν κάποιο μομέντουμ (Γερμανία και Ιταλία είχαν αρνητική ανάπτυξη σε τριμηνιαία βάση στο τέλος του 2018), υπάρχουν ελάχιστα, αν υπάρχουν, σημάδια φιλικών προς την ανάπτυξη πολιτικών. Ο βασικός ένοχος εδώ είναι ξανά η πολιτική εικόνα.
Εν τω μεταξύ οι περιφερειακές πρωτοβουλίες εξακολουθούν να παρεμποδίζονται από το ατελείωτο έπος του Brexit καθώς και την έλλειψη μιας σταθερής γαλλογερμανικής ηγεσίας. Επιπρόσθετα η ΕΚΤ -που αντιμετωπίζει την αλλαγή ηγεσίας- δεν έχει δώσει σινιάλο κάποιας ουσιαστικής υποχώρησης από τη σταδιακή απόσυρση της τόνωσης. Μόλις την περασμένη εβδομάδα ο Jens Weidmann, πρόεδρος της Bundesbank, προειδοποίησε κατά οποιασδήποτε μετριοπάθειας στον ρυθμό ομαλοποίησης της νομισματικής πολιτικής.
Οι αγορές είναι καλύτερα απ’ ό,τι πριν από λίγους μήνες. Αυτό είναι καλό νέο για τους επενδυτές. Υψηλότερες προσδοκίες όμως για πλήρη και γρήγορη επιστροφή στον συνδυασμό του 2017 με υψηλές αποδόσεις, χαμηλή μεταβλητότητα και ευνοϊκή συσχέτιση ρίσκου κινδυνεύουν να διαψευστούν. Γι’ αυτό ηπρόσφατη βελτίωση στην πολιτική και την τεχνική εικόνα πρέπει να συνοδεύεται από καλύτερα παγκόσμια οικονομικά θεμελιώδη.
Δυστυχώς αυτό φαίνεται απίθανο να πραγματοποιηθεί σύντομα.
* Ο Mohamed El-Erian είναι επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος στην Allianz.
© The Financial Times Limited 2019. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation