Όπως πολλοί εικοσάχρονοι, το ευρωπαϊκό νόμισμα έχει βιώσει τραυματική εφηβεία.
Σε κάποιες περιπτώσεις, πολλοί πίστεψαν ότι δεν θα έφτανε ποτέ σε αυτή την ώριμη ηλικία. Αλλά το έκανε. Πρόκειται για επιτυχία. Ωστόσο, η εμπειρία ήταν τόσο επώδυνη που δημιουργεί αναγκαστικά μεγάλα ερωτήματα.
Στον απολογισμό των γενεθλίων του, θα εξετάσω τέσσερα από αυτά.
Πρώτον, είναι το ευρώ μια εύλογη ιδέα; Σε μια νηφάλια ομιλία που έδωσε τον περασμένο μήνα ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι -κατά τη γνώμη μου ένας από τους δύο ανθρώπους (ο άλλος ήταν η Γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ) οι οποίοι έσωσαν το ευρώ- εξήγησε τη λογική πίσω από τη δημιουργία του. Θα ήταν αδύνατο, υποστήριξε, να διατηρηθεί η βαθιά ενοποίηση της ενιαίας αγοράς, χωρίς ένα κοινό νόμισμα. Ως εκ τούτου, «η στήριξη για την ενιαία αγορά θα υπονομευόταν μακροπρόθεσμα, αν οι εταιρείες οι οποίες επένδυαν στην αύξηση της παραγωγικότητας στερούνταν κάποια από τα οφέλη εξαιτίας μιας παρασιτικής συμπεριφοράς μέσω ανταγωνιστικών υποτιμήσεων σε άλλες χώρες. Οι ανοιχτές αγορές δεν θα είχαν αντέξει».
Ωστόσο, ήταν επίσης ξεκάθαρο πως το ευρώ είχε αρκετό ρίσκο. Μια κοινή νομισματική πολιτική θα μπορούσε να προκαλέσει σωρευτικές αποκλίσεις, με χαμηλότερα πραγματικά επιτόκια στις χώρες με υψηλό πληθωρισμό (και άρα εκρηκτική ανάπτυξη) και το αντίστροφο. Συνενώνοντας αυτές τις χώρες με τόσο διαφορετικούς οικονομικούς θεσμούς και συμπεριφορές, ειδικά χωρίς μια κοινή πολιτική διαδικασία, το ευρώ μπορεί να απομακρύνει τους λαούς της Ευρώπης, αντί να τους φέρει κοντά. Εξού και το 1991 υποστήριξα πως: «Η προσπάθεια να προσδεθούν μαζί χώρες μπορεί να οδηγήσει αντίθετα σε μια μεγάλη αύξηση των μεταξύ τους τριβών. Αν συμβεί αυτό, το γεγονός θα εμπίπτει στον κλασικό ορισμό της τραγωδίας: ύβρις (αλαζονεία), άτη (τρέλα), νέμεσις (καταστροφή».
Δεύτερον, ποια ήταν τελικά η επίδοση του ευρώ; Προφανώς έχει επιβιώσει, παρά τα μεγάλα σοκ και τις επώδυνες διαιρέσεις. Τούτο συνέβη επειδή το κόστος της διάλυσης ή ακόμα της αποχώρησης ενός κράτους-μέλους προκαλεί τρόμο. Συνέβη επίσης γιατί εν μέσω της κρίσης, οι φορείς άσκησης πολιτικής έκαναν αρκετά για να το κρατήσουν ζωντανό. Σκεφτείτε τη δημιουργία των έκτακτων μηχανισμών χρηματοδότησης της ευρωζώνης, τη δήλωση «whatever it takes» του κ. Ντράγκι τον Ιούλιο του 2012 και τη βούληση της ΕΚΤ να χρησιμοποιήσει τα εργαλεία μιας σύγχρονης κεντρικής τράπεζας. Όπως παρατηρεί ο Ντάνιελ Γκρος του Κέντρου Ευρωπαϊκών Πολιτικών Μελετών: «Τελικά, το ευρώ επιβίωσε γιατί όταν ζόρισαν τα πράγματα, οι ηγέτες των κρατών-μελών της ευρωζώνης ξόδεψαν πολιτικό κεφάλαιο για να εφαρμόσουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις».
Αλλά η επιβίωση δεν ισοδυναμεί και με ευημερία. Η ευρωζώνη χρειάστηκε πολύ χρόνο για να αντιμετωπίσει την κρίση. Όπως υποστηρίζει ο οικονομολόγος Ασούκα Μόντι, το τραύμα άνοιξε βαθιές και μακροχρόνιες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές πληγές στις ευάλωτες χώρες. Αντί να επιφέρει τη σύγκλιση στο βιοτικό επίπεδο, το ευρώ επέτρεψε τη δημιουργία αποκλίσεων. Ο διατραπεζικός δανεισμός εντός της ευρωζώνης έχει καταρρεύσει. Ο πληθωρισμός παραμένει επίμονα χαμηλός, καθιστώντας την προσαρμογή του σχετικού κόστους εξαιρετικά δύσκολη.
Οι υφεσιακές πολιτικές που επιβλήθηκαν στις χώρες που χτυπήθηκαν από την κρίση, μαζί με τα επίμονα πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας και της Ολλανδίας, έχουν οδηγήσει την ευρωζώνη σε μεγάλα πλεονάσματα, εξωτερικεύοντας ένα μεγάλο μέρος της προσαρμογής που επιτεύχθηκε μετά την κρίση.
Τρίτον, θα επιβιώσει η ευρωζώνη; Η απάντηση είναι, πιθανότατα, ναι. Τα τρία τέταρτα των πολιτών της ευρωζώνης τάσσονται υπέρ του ευρώ, το υψηλότερο ποσοστό από το 2004. Περίπου το 40% των ενηλίκων της περιοχής δεν έχουν γνωρίσει άλλο νόμισμα. Ο αριθμός των μελών της ευρωζώνης έχει συνεχίσει επίσης να διευρύνεται, το οποίο αποτελεί ψήφο εμπιστοσύνης.
Ωστόσο, ο μεγαλύτερος λόγος αισιοδοξίας για την επιβίωσή της πρέπει να είναι οι συνέπειες της εναλλακτικής. Η διάλυση θα ήταν βαθύτατα τραυματική, οικονομικά και χρηματοοικονομικά. Θα απειλούσε επίσης και την επιβίωση της ίδιας της Ε.Ε., η οποία έχει οικοδομηθεί πάνω στην οικονομική ενοποίηση. Το πιθανότερο είναι πως η ενιαία αγορά θα κατέρρεε. Οπότε, το ίδιο μπορεί να συνέβαινε και στη δυνατότητα ανάπτυξης συνεργατικών σχέσεων. Ορισμένοι τείνουν να πιστεύουν ότι η Ευρώπη χρειάζεται ένα ακόμα κύμα επιθετικού εθνικισμού. Όσοι γνωρίζουν λίγη ιστορία κατανοούν πόσο θανάσιμος είναι ο ιός αυτός.
Τέλος, μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη ευημερία; Ο κ. Γκρος τονίζει πως το ιστορικό δεν είναι πολύ άσχημο. Συγκεκριμένα, σημειώνει, «οι αγορές εργασίας της ηπειρωτικής Ευρώπης έχουν καταγράψει διαρθρωτική βελτίωση, η οποία δεν έχει αναγνωριστεί όσο θα έπρεπε, με το ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό να αυξάνεται κάθε χρόνο, ακόμα και κατά τη διάρκεια κρίσης». Σήμερα, το ποσοστό του ενήλικου πληθυσμού το οποίο είναι οικονομικά ενεργό είναι υψηλότερο από ό,τι στις ΗΠΑ. Τα ποσοστά ανεργίας υποχωρούν επίσης, ακόμα και στις χώρες που έχουν χτυπηθεί περισσότερο από την κρίση.
Το ευρώ οδήγησε στην αναγκαστική εφαρμογή σημαντικών μεταρρυθμίσεων. Όλα αυτά είναι σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση, η ευρωζώνη δεν είναι και δεν πρόκειται να γίνει ποτέ «μια βέλτιστη νομισματική ένωση».
Επιπλέον, οποιουδήποτε είδους ομοσπονδιακή ένωση φαίνεται να έχει βγει από το τραπέζι. Τούτο εγγυάται ότι το θεμελιώδες πολιτικό πρόβλημα -η αποσύνδεση της ευθύνης σε επίπεδο ευρωζώνης για τις εφαρμοζόμενες πολιτικές και της εθνικής πολιτικής λογοδοσίας- θα συνεχιστεί. Εκείνο το οποίο χρειάζεται, αντίθετα, είναι αλλαγές που θα έχουν στόχο τη δημιουργία μιας «αρκετά καλής» ένωσης. Η αμοιβαιοποίηση του ρίσκου πρέπει να λειτουργήσει μέσω διασυνοριακής ιδιωτικής χρηματοδότησης. Αυτός είναι ο λόγος που οι τραπεζικές και κεφαλαιακές ενώσεις είναι σημαντικές. Η αναδιάρθρωση χρέους πρέπει να γίνει πιο εύκολη (και πιο αποδεκτή). Τελευταίο αλλά κυριότερο, η μακροοικονομική προσαρμογή πρέπει να είναι πολύ πιο συμμετρική.
Στο τέλος, η ευρωζώνη είναι καταδικασμένη να επιτύχει. Μια διάλυση θα προκαλούσε τεράστια καταστροφή στην εύθραυστη τάξη που οικοδομήθηκε πάνω στα μεταπολεμικά ερείπια. Ανεξάρτητα από το αν ήταν καλή ιδέα, το κόστος της ακύρωσής της καθιστά την ιδέα αδιανόητη. Αλλά δεν θα επιτύχει -και ίσως να μην επιβιώσει-, αν επικρατήσει ο εφησυχασμός.
Η ευρωζώνη μόλις που επέζησε από τη σχεδόν θανάσιμη εμπειρία της. Για να απολαύσει μακρά και υγιή ζωή, πρέπει να προχωρήσει σε σημαντικές αλλαγές.
© The Financial Times Limited 2019. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation