Η Αμερική μίλησε. Οι φίλοι της στην Ευρώπη αντέδρασαν με μια συγκρατημένη ανακούφιση. Αν το επέτρεπαν οι κανόνες της διπλωματίας, οι περισσότεροι εταίροι της Ουάσιγκτον στο ΝΑΤΟ θα παραδέχονταν ότι ήλπιζαν οι ενδιάμεσες εκλογές να επιφέρουν ένα πολύ μεγαλύτερο πλήγμα στον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.
Σε εποχές σαν και αυτήν, παίρνουν ότι μπορούν να πάρουν.
Δεν έχουν περάσει ακόμα δύο χρόνια από την έναρξη της θητείας του κ. Τραμπ και το παράδοξο έχει μετατραπεί σε κάτι συνηθισμένο. Πριν από όχι πολύ καιρό, οι Ευρωπαίοι ήταν αρκετά ξεκάθαροι για την ιεραρχία των απειλών για την ήπειρο τους. Ο επιθετικός απομονωτισμός της εξωτερικής πολιτικής του η «Αμερική Πρώτα» του Αμερικανού πρόεδρου έχει εξαφανίσει έκτοτε τις παλιές βεβαιότητες.
Ο ρεβανσισμός της Ρωσίας του Βλαντιμίρ Πούτιν ήταν ψηλά στη λίστα με τις απειλές. Το ίδιο ήταν και ο υπαρκτός κίνδυνος της ισλαμικής τρομοκρατίας και των πιθανών παρενεργειών από τις συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή. Πιο κάτω βρίσκονταν οι στρατηγικές επιδιώξεις της Κίνας, οι πιέσεις της μετανάστευσης και η υπαρξιακή πρόκληση της κλιματικής αλλαγής.
Αν θέτατε το ίδιο ερώτημα σήμερα, οι περισσότεροι Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρόσθεταν και τον κ. Τραμπ στη λίστα. Αντίπαλοι και δυνητικοί αντίπαλοι θέλουν να διαβρώσουν τους κανόνες και τους θεσμούς που έχουν κρατήσει ασφαλή την Ευρώπη μετά το 1945. Η Αμερική, σύμμαχος και αρχιτέκτονας αυτή της ευρωπαϊκής τάξης, δείχνει πως θέλει να την ξεφορτωθεί. Ο κ. Τραμπ προτιμά τα ντιλ από τους συμμάχους, τη στρατιωτική ισχύ από τους κανόνες. Ο Ψυχρός Πόλεμος κερδήθηκε από μια δυτική συμμαχία που βασιζόταν εκτός από την στρατιωτική ισχύ και σε αξίες. Με τον κ. Τραμπ στον Λευκό Οίκο, οι αξίες δεν είναι πλέον κοινές.
Όταν οι ηγέτες του κόσμου συναντηθούν στο Παρίσι αυτό το Σαββατοκύριακο για τα εκατό χρόνια από την ανακωχή του 1918, ο Αμερικανός πρόεδρος θα νιώθει πιο άνετα δίπλα στον κ. Πούτιν και τον Τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν, παρά με την Άγκελα Μέρκελ της Γερμανίας ή τον Εμανουέλ Μακρόν της Γαλλίας. Δεν είναι τυχαίο που οι δύο φίλοι του κ. Τραμπ στην Ευρώπη είναι ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν και ο Πολωνός ομόλογος του Γιαροσλάβ Κατσίνσκι, δύο υπέρμαχοι της ανελεύθερης δημοκρατίας.
Αυτό που ήλπιζε η Ευρώπη από τις ενδιάμεσες εκλογές ήταν μια ξεκάθαρη ένδειξη ότι ο κ. Τραμπ οδεύει σε μια ήττα το 2020. Το σχέδιο θα ήταν «να περιμένουν ως την αποχώρηση του», να ελπίζουν ότι μπορούν να πείσουν το Ιράν να σεβαστεί τη συμφωνία για τα πυρηνικά, ότι ο επόμενος πρόεδρος θα επαναφέρει τις ΗΠΑ στη συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή και ότι οι φωτιές που άναψαν οι εμπορικοί πόλεμοι του κ. Τραμπ μπορούν να τεθούν υπό έλεγχο.
Το πρόβλημα είναι ότι τέτοιες εκλογικές αναμετρήσεις σπάνια αποτελούν έναν αξιόπιστο οδηγό για τις προεδρικές εκλογές που ακολουθούν. Οι Ρόναλντ Ρίγκαν, Μπιλ Κλίντον και Μπαράκ Ομπάμα υπέστησαν όλοι ήττες στις ενδιάμεσες εκλογές προτού πανηγυρίσουν την επανεκλογή τους.
Στην περίπτωση του κ. Τραμπ, οι εκλογές αυτής της εβδομάδας αποτέλεσαν κυρίως μια υπενθύμιση για τις βαθιές διαιρέσεις στην αμερικανική κοινωνία. Οι Δημοκρατικοί πήραν τη Βουλή των Αντιπροσώπων, αλλά η ακραία, εθνικιστική καμπάνια του κ. Τραμπ ενίσχυσε την κυριαρχία των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία. Οι Ευρωπαίοι πρέπει να καταλάβουν ότι ο πρόεδρος δεν είναι ο μόνος που πιστεύει ότι οι ΗΠΑ θα κάνουν καλύτερα να φροντίσουν τον εαυτό τους από το να ανησυχούν για τις απόψεις και τα προβλήματα των ξένων συμμάχων.
Ο έλεγχος των Δημοκρατικών στη Βουλή βάζει ουσιαστικά τέλος στις όποιες ελπίδες είχε ο κ. Τραμπ να περάσει νομοθεσία για εσωτερικά ζητήματα πριν από το 2020. Δεν υπάρχει αμφιβολία, πως θα αυξήσει την πίεση στον Λευκό Οίκο με μυριάδες ερωτήσεις και έρευνες για την καμπάνια του προέδρου και τις σχέσεις του με το εξωτερικό. Αυτό, ωστόσο, που δεν μπορεί να κάνει το Κογκρέσο, είναι να περιορίσει τις κινήσεις του κ. Τραμπ στο εξωτερικό. Και αν ο πρόεδρος αποφασίσει να ξεκινήσει περισσότερους εμπορικούς πολέμους, θα λάβει τα εύσημα και από Δημοκρατικούς, εκτός από Ρεπουμπλικάνους.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η εξωτερική πολιτική θα γίνει πιο εύκολη για τον κ. Τραμπ. Τα πρώτα δύο χρόνια περιορίστηκε κυρίως σε μια σειρά συμβολικών κινήσεων. Σε κάποιο σημείο θα πρέπει να δείξει που οδηγούν, αν οδηγούν οπουδήποτε. Η πραγματοποίηση συνόδου με τον Κιμ Γιονγκ Ουν της Βόρειας Κορέας ήταν σίγουρα ένα βήμα. Αλλά είναι ήδη εμφανές πως ο κ. Κιμ δεν έχει καμία πρόθεση να απενεργοποιήσει το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας του.
Ο πρόεδρος έκανε επίσης ένα μεγάλο στοίχημα για το Ιράν. Υποθέτει ότι η επανεισαγωγή των αμερικανικών κυρώσεων, θα γονατίσει την Τεχεράνη. Τίποτα στο παρελθόν δεν υποδηλώνει ότι θα συμβεί κάτι τέτοιο, ειδικά από τη στιγμή που η Ευρώπη, η Κίνα και η Ρωσία έχουν εμμείνει στην άποψη ότι η συμφωνία για τα πυρηνικά πρέπει να γίνει σεβαστή.
Η ενστικτώδης εξωτερική πολιτική παρακίνησε τον κ. Τραμπ να επιλέξει τη Σαουδική Αραβία για την πρώτη του επίσκεψη στο εξωτερικό. Είναι άλλη μια κρίση που φαίνεται εξαιρετικά τραβηγμένη, μετά τη δολοφονία του Σαουδάραβα δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι στην Κωνσταντινούπολη. Όσον αφορά τους εμπορικούς πολέμους, θα είναι χαζός αν υποτιμήσει την αποφασιστικότητα της Κίνας.
Τούτων λεχθέντων, η στρατηγική της Ευρώπης δεν μπορεί να είναι να περιμένει να γίνουν τα πράγματα καλύτερα. Δεν είναι αυταπόδεικτο ότι ο διάδοχος του κ. Τραμπ στον Λευκό Οίκο -είτε το 2021 ή αργότερα- θα επαναφέρει τις ΗΠΑ στην πολιτική της πολυμέρειας.
Η Ευρώπη δεν μπορεί να αποκοπεί άμεσα από την εξάρτηση της από τις ΗΠΑ. Είναι επίσης εύλογο να υποθέσει κανείς ότι ακόμα και ο κ. Τραμπ μπορεί ορισμένες φορές να πειστεί ότι οι σύμμαχοι είναι χρήσιμοι, ακόμα και ότι το ΝΑΤΟ λειτουργεί ως εμπροσθοφυλακή της άμυνας των ΗΠΑ.
Αυτό για το οποίο θα έπρεπε να προετοιμάζονται οι Ευρωπαίοι είναι μια πιο χαλαρή δέσμευση. Η διατήρηση ότι είναι διατηρήσιμο από την παγκόσμια τάξη θα απαιτήσει μια μεγαλύτερη συνεισφορά από την Ευρώπη και μια πιο στενή συνεργασία με δημοκρατίες όπως ο Καναδάς, η Ιαπωνία και η Αυστραλία.
Η αναμνηστική τελετή στο Παρίσι θα αποτελέσει μια υπενθύμιση για το τι συνέβη όταν οι ΗΠΑ αποφάσισαν για τελευταία φορά να μείνουν σπίτι τους. Αυτή τη φορά η Ευρώπη θα έπρεπε να είναι καλύτερα προετοιμασμένη.
© The Financial Times Limited 2018. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation