Όταν ο πρόεδρος της Fed, Τζέι Πάουελ, επαίνεσε την επίδοση της αμερικανικής οικονομίας ως «εντυπωσιακή» και παρουσίασε μια αισιόδοξη πρόβλεψη, η αγορά ομολόγων ήταν εκείνη που αντέδρασε πρώτη με την απόδοση του 10ετούς αμερικανικού τίτλου να φτάνει στο υψηλότερο επίπεδο από το 2011.
Η ιλιγγιώδης άνοδος των αποδόσεων δεν έκανε τίποτα παραπάνω από το να αφαιρέσει λίγο λούστρο από μια αμερικάνικη αγορά μετοχών που είχε πετύχει νέα ρεκόρ πριν από ένα μήνα. Πράγματι, μια ενίσχυση των προοπτικών για την αμερικάνικη οικονομία θα έπρεπε να θεωρείται καλή είδηση για τις αμερικανικές επιχειρήσεις.
Ωστόσο, το sell-off στα ομόλογα ανεβάζει τον πήχη για τα κέρδη τρίτου τριμήνου, δεδομένου ότι οι υψηλότερες αποδόσεις απαιτούν ανάπτυξη κερδών για να δικαιολογήσουν τις τρέχουσες αποτιμήσεις των μετοχών. Και ενώ η αισιοδοξία για την αμερικανική οικονομία είναι ένα πλεονέκτημα, αν τελικά οδηγήσει σε πολύ μεγαλύτερη αύξηση μισθών, θα υπάρξει ο κίνδυνος διάβρωσης των περιθωρίων κέρδους που έδωσαν ώθηση στα εταιρικά αποτελέσματα.
Θα μπορούσε επίσης να παρακινήσει τη Fed να αυξήσει πιο γρήγορα τα επιτόκια.
«Το τέταρτο τρίμηνο μπορεί να καθοριστεί τελικά από την απάντηση σε ένα ερώτημα» ανέφερε ο Νίκολας Κόλας, συνιδρυτής της DataTrek. «Θα οδηγήσουν τα υψηλότερα μακροπρόθεσμα επιτόκια πιο χαμηλά τις μετοχές ή είναι τα θεμελιώδη στοιχεία αρκετά ισχυρά για να συνεχιστεί το ράλι;».
Η εύθραυστη αλληλεπίδραση ανάμεσα στα αποτελέσματα του τρίτου τριμήνου - τα οποία μπαίνουν σε κανονικούς ρυθμούς αυτή την Παρασκευή με την ανακοίνωση της JP Morgan – και το επίπεδο των αποδόσεων, θα καθορίσει το outlook για τις μετοχές τις επερχόμενες εβδομάδες, υποστηρίζουν αναλυτές και επενδυτές.
Τα επιτόκια αποτελούν βασικό συστατικό μιας εξαιρετικά διαδεδομένης μεθοδολογίας αποτίμησης, η οποία υπολογίζει την παρούσα αξία ενός στοιχείου ενεργητικού προεξοφλώντας τις μελλοντικές ταμειακές ροές με τη χρήση ενός προσαρμοσμένου στο ρίσκο επιτοκίου. Αυτό είναι ένας συνδυασμός επιτοκίου χωρίς ρίσκο – συνήθως των μακροπρόθεσμων αμερικανικών ομολόγων – με ένα επιπλέον premium για αγορές άλλων στοιχείων ενεργητικού.
Και καθώς οι αποδόσεις ανεβαίνουν, οι επενδυτές απαιτούν καλύτερη ανάπτυξη κερδών για να δικαιολογήσουν τις αποτιμήσεις. Ο S&P 500 διαπραγματευόταν στις 16,7 φορές τα μελλοντικά κέρδη για το επόμενο δωδεκάμηνο, αρκετά πάνω από τον μέσο όρο των τελευταίων πέντε και δέκα ετών.
Αν και η αντίδραση του δείκτη S&P 500 ήταν ήπια μέχρι τώρα, έχει σημειωθεί αρκετό rotation κάτω από την επιφάνεια της μεγαλύτερης αγοράς μετοχών στον κόσμο. Καθώς οι προσδοκίες για την ισχύ και τη διάρκεια της ανάπτυξης της αμερικανικής οικονομίας έχουν ενισχυθεί, η βούληση των επενδυτών να πληρώσουν ένα premium για μετοχές ανάπτυξης όπως οι τεχνολογικές έχει μειωθεί.
Ο τομέας τεχνολογίας πληροφοριών του S&P 500 έχει υποχωρήσει πάνω από 3% αυτόν τον μήνα, ενώ ο τομέας καταναλωτικών προϊόντων, που περιλαμβάνει την Amazon, έχει σημειώσει ανάλογη πτώση. O Nasdaq έχει αποδυναμωθεί πάνω από 3%.
Η άνοδος των αποδόσεων έχει επίσης αυξήσει την επιφυλακτικότητα για εταιρείες με υψηλότερο χρέος. Αναλυτές της Goldman Sachs σύστησαν στους επενδυτές να προτιμούν εταιρείες με πιο υγιείς ισολογισμούς.
«Υπάρχει το επιχείρημα για το κόστος το κεφαλαίου» τόνισε ο Τόμας Μπέκετ, CIO στην PSigma. «Αυτό υπονομεύει την κερδοφορία συγκεκριμένων εταιρειών και σε κάνει να αναρωτιέσαι πόσο χρέος μπορούν να αντλήσουν οι εταιρείες αυτές, ειδικά για να προχωρήσουν σε επαναγορές μετοχών που έχουν αποτελέσει τον κινητήριο μοχλό της αμερικανικής αγοράς».
Αυτοί που παραμένουν γεμάτοι αυτοπεποίθηση για το outlook των μετοχών μπορούν να βρουν παρηγοριά στην καλή κατάσταση των εταιρικών κερδών. Ο συνδυασμός της οικονομικής ανάπτυξης, των φορολογικών περικοπών που συμφωνήθηκαν πέρυσι και των επαναγορών μετοχών, έχει οδηγήσει τις εταιρείες του S&P 500 να βλέπουν το καλύτερο σερί τριμήνων όσον αφορά τα κέρδη από το 2010.
Αναλυτές της Wall Street προβλέπουν ότι τα κέρδη θα αυξηθούν 19% το τρίτο τρίμηνο σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, σύμφωνα με τη FactSet. Θα πρόκειται για μια καλή επίδοση, αλλά και πάλι θα συνιστά μείωση από την ανάπτυξη 25% που σημειώθηκε σε κάθε ένα από τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2018.
Η τρομακτική ταχύτητα με την οποία ανέβηκαν οι αποδόσεις ξάφνιασε αρκετούς και αν συνεχιστεί θα προκαλέσει προβλήματα. Ωστόσο, μια πιο συντεταγμένη άνοδος θα ήταν πιο πιθανό να επιβραδύνει το αμερικάνικο ράλι παρά να το σκοτώσει.
Ο Τζούριεν Τίμερ, υπεύθυνος μακροοικονομικών στην Fidelity Investments, τόνισε πως η απόδοση του 10ετούς, η οποία βρισκόταν στο 3,22% την Τρίτη, έχει περιθώριο να φτάσει το 3,5% τους επόμενους έξι με 12 μήνες, καθώς η αγορά ομολόγων ανατιμολογείται για να ευθυγραμμιστεί με τις προσδοκίες για την πορεία των αυξήσεων επιτοκίων από τη Fed.
Το σενάριο αυτό θα βρισκόταν σε κίνδυνο αν η οικονομία που επαίνεσε την περασμένη εβδομάδα ο κ. Πάουελ άρχιζε να δημιουργεί ισχυρότερες πληθωριστικές πιέσεις. Οι αναλυτές αναμένουν μια έκθεση σήμερα που προβλέπεται να δείξει πως ο δομικός πληθωρισμός στις ΗΠΑ, εξαιρουμένων των τροφίμων και της ενέργειας, ενισχύθηκε 2,3% τον περασμένο μήνα.
«Αυτό που θα μπορούσε να εκτροχιάσει την bull market είναι αν επιταχυνθούν οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό και το μονοπάτι στο οποίο βρίσκεται η Fed, που είναι πέντε ή περισσότερες αυξήσεις τα επόμενα δύο με τρία χρόνια, έρθει πιο κοντά στις 10 αυξήσεις. Προφανώς, αυτό θα ήταν ένα ρίσκο» σημείωσε ο κ. Τίμερ. «Τότε, θα έχουμε ένα σενάριο που στο παρελθόν έβαλε τέλος σε bull market».
Αν και οι μετοχές αισθάνθηκαν τις συνέπειες των αναταράξεων στην αγορά ομολόγων αυτόν τον μήνα, υπάρχουν άλλοι που θεωρούν ότι το ρίσκο θα εμφανιστεί την επόμενη χρονιά όταν θα αρχίσει να εξασθενεί ο αντίκτυπος της δημοσιονομικής τόνωσης, οι συγκρίσεις στα κέρδη θα είναι λιγότερο κολακευτικές και η Fed θα συνεχίσει τη σύσφιξη.
Ο Μάικλ Άρον, υπεύθυνος επενδύσεων στην State Street Global Advisors, αναμένει το σενάριο αυτό να συμβεί «στα μέσα της επόμενης χρονιάς», αλλά τονίζει πως «οι αγορές είναι ένας προεξοφλητικός μηχανισμός».
© The Financial Times Limited 2018. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation