Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει κολλήσει τη «λέπρα του λαϊκισμού». Η μοίρα της κρέμεται από μία κλωστή και οι ρωγμές στον οργανισμό μεγαλώνουν.
Αυτές δεν είναι ασυναρτησίες ενός εξαπατημένου υπερασπιστή του Brexit. Αντιθέτως, είναι οι απόψεις, αντίστοιχα, του Προέδρου της Γαλλίας, της Καγκελαρίου της Γερμανίας και του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Ο Εμμανουέλ Μακρόν, η Άνγκελα Μέρκελ και ο Ζαν-Κλωντ Γιούνκερ έκαναν ομιλίες στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, που διεξήχθη στα τέλη του προηγούμενου μήνα. Η συμφωνία που έκλεισε εκεί για το μεταναστευτικό έδωσε την ευκαιρία στους τρεις ηγέτες να μιλήσουν για μέτρια πρόοδο. Αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι εγχώριες πιέσεις στην ΕΕ κορυφώνονται. Με τους λαϊκιστές και τους εθνικιστές πολιτικούς στην εξουσία της Ιταλίας, της Πολωνίας, της Ουγγαρίας, της Αυστρίας και της Σλοβενίας, γίνεται όλο και πιο δύσκολο να δημιουργηθεί ένα κονσένσους στην ΕΕ. Οι περαιτέρω μεταναστευτικές ροές, η μεταρρύθμιση της ευρωζώνης και ο προϋπολογισμός της ΕΕ δεν έχουν διασφαλιστεί.
Οι εξωτερικές πιέσεις επίσης κορυφώνονται. Η εχθρότητα του Ντόναλντ Τραμπ προς το μπλοκ γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρη κάθε μέρα. Προ ημερών ο Αμερικανός Πρόεδρος δημοσίευσε στο Twitter ότι η ΕΕ ήταν «έτοιμη να εκμεταλλευθεί τις ΗΠΑ», κάνοντας μία δραματική στροφή από την παραδοσιακά υποστηρικτική στάση της Αμερικής. Σε λίγες ημέρες ο κ. Τραμπ θα έχει την πρώτη του Σύνοδο Κορυφής με έναν άλλο ηγέτη που διάκειται εξαιρετικά αρνητικά απέναντι στην ΕΕ: Τον Βλαντιμίρ Πούτιν της Ρωσίας. Οι πολιτικοί ηγέτες της ΕΕ έχουν κάθε λόγο να παρακολουθήσουν αυτή τη συνάντηση με πραγματική ανησυχία.
Αν ο κ. Τραμπ πραγματοποιήσει την απειλή του για επιβολή τεράστιων δασμών στα ευρωπαϊκά αυτοκίνητα, οι πιέσεις στους ηγέτες της ΕΕ θα αυξηθούν. Ωστόσο, παραδόξως, η κυβέρνηση Τραμπ μπορεί να κάνει στο μπλοκ χάρη. Ακριβώς την ώρα που οι εγχώριες εντάσεις ενισχύονται μεταξύ των 28 κρατών μελών, οι ΗΠΑ τους υπενθυμίζουν τη σημασία της συλλογικής υποστήριξης των ευρωπαϊκών συμφερόντων.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες ανησυχούν έντονα ότι η στρατηγική της Αμερικής στην ΕΕ (όπως και της Κίνας και της Ρωσίας) είναι πιθανό να είναι μία προσπάθεια «διαίρει και βασίλευε». Με τις 28 εθνικές κυβερνήσεις της (σύντομα θα είναι 27) και τις βαριές κυβερνητικές δομές, η ΕΕ είναι στόχος-πειρασμός για τέτοιες τακτικές. Αλλά, με όλες τους τις διαφορές, οι ηγέτες του μπλοκ καταλαβαίνουν τη στρατηγική σπουδαιότητα της ενότητας τους, όσον αφορά το εμπόριο, ιδιαίτερα αν ο παγκόσμιος εμπορικός πόλεμος είναι πράγματι κοντά.
Οι μικρές χώρες είναι στο έλεος της αμερικανικής πίεσης στο εμπόριο. Αλλά η οικονομία της ΕΕ είναι συλλογικά μεγαλύτερη από αυτή των ΗΠΑ. Το μέγεθος της εγχώριας ευρωπαϊκής αγοράς προσφέρει στα κράτη της κάποιο είδος προστασίας κατά του μπούλινγκ από την Ουάσιγκτον, καθώς και την πιθανότητα για σημαντικά αντίποινα. Όντως, περαιτέρω αντίμετρα ετοιμάζονται στις Βρυξέλλες, αν οι ΗΠΑ προχωρήσουν στις απειλές τους προς την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία.
Η επίγνωση της ΕΕ όσον αφορά τη στρατηγική και οικονομική αξία της εγχώριας αγοράς της αντανακλάται στην ισχυρή και ενωτική θέση που έχει πάρει στις διαπραγματεύσεις για το Brexit. Οι βρετανικές προσπάθειες να διατηρηθούν κάποια οφέλη της εγχώριας αγοράς έχουν σταθερά απορριφθεί. Σε μία εποχή διχασμού σε τόσα πολλά ζητήματα, η ΕΕ των 27 φαίνεται να απολαμβάνει την ενότητα και τη δύναμη της, στις διαπραγματεύσεις για το Brexit.
Στοιχεία δύναμης της ΕΕ χρειάζονται απεγνωσμένα, καθώς οι ρωγμές που συγκαλύφθηκαν στη Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες την περασμένη εβδομάδα είναι σίγουρο ότι θα ανοίξουν ξανά, σύντομα. Το σχέδιο για να δημιουργήσουν κέντρα για όσους αιτούνται άσυλο εντός και εκτός ΕΕ έχει μεγάλα, πολιτικά και νομικά εμπόδια να ξεπεράσει. Αποτυγχάνει να απαντήσει στο ερώτημα ποιος θα φιλοξενήσει τα κέντρα και που θα επανεγκαταστηθούν (επιτυχώς και ανεπιτυχώς) οι μετανάστες. Το πακέτο των μεταρρυθμίσεων της ευρωζώνης επίσης δείχνει ισχνό. Και μία ακόμη μεγαλύτερη μάχη αναδύεται, καθώς το μπλοκ ξεκινά τη εξέταση του επόμενου προϋπολογισμού του.
Η λαϊκίστικη παλίρροια θα μπορούσε να αυξηθεί περαιτέρω, με τα εθνικιστικά κόμματα, όπως οι Σουηδοί Δημοκράτες και η Εναλλακτική για τη Γερμανία να ενισχύονται στις δημοσκοπήσεις. Οι εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 2019 – ιδανικό έδαφος για ψήφους διαμαρτυρίας – θα μπορούσε να αλλάξουν δραματικά τον τόνο στις Βρυξέλλες. Σε αυτό το σημείο, η παραδοσιακή ομοσπονδιακή στρατηγική για κάλεσμα ενδυνάμωσης των εξουσιών του κοινοβουλίου θα μπορούσε να γυρίσει μπούμερανγκ. Οι βάρβαροι θα έχουν περάσει τις πύλες.
Όπως η κα Μέρκελ και ο κ. Μακρόν έχουν υπαινιχθεί, είναι εντελώς πιθανό αυτές οι κλιμακούμενες πιέσεις – εγχώριες και εξωτερικές – να προκαλέσουν την αποσύνθεση της ΕΕ. Αν η ΕΕ δεν καταφέρει να δουλέψει η συμφωνία για το μεταναστευτικό, τότε οι χώρες θα αναζητήσουν όλο και περισσότερο μονομερείς δράσεις, προπαντός, με το να αποκαταστήσουν τους ελέγχους στα σύνορα, για να σταματήσουν τις εσωτερικές μεταναστευτικές ροές. Αυτό θα βάλει σε κίνδυνο τη λατρεμένη ζώνη του Σένγκεν, των ταξιδίων χωρίς διαβατήρια. Η αποτυχία να συμφωνήσουν σε βαθιές μεταρρυθμίσεις στην ευρωζώνη, επίσης, βάζει στο τραπέζι την απειλή διάλυσης του ευρώ.
Αλλά οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν από τη διάλυση του ενιαίου νομίσματος, είναι πιθανό να παραμείνουν ένας δυνατός περιορισμός στη ριζοσπαστικοποίηση των λαϊκιστών. Η ΕΕ διατηρεί μία σημαντική δυνατότητα να κάνει τους εκτός, μέλη του κλαμπ. Δείτε τη μεταμόρφωση του Αλέξη Τσίπρα, του Πρωθυπουργού της Ελλάδας, ο οποίος μέσα σε τρία χρόνια έχει αλλάξει και από σοσιαλιστής ριζοσπάστης έχει γίνει υπέρ της ομαλής, με λιγότερους φόρους, ευρωπαϊκής ομοσπονδίας.
Είναι σαφώς πιθανό, ότι η τρέχουσα γενιά λαϊκιστών θα περάσει παρόμοιες μεταμορφώσεις, καθώς συνειδητοποιεί την αξία του να είσαι μέλος της ΕΕ και τους κινδύνους από τη διάλυση του κλαμπ. Αν ναι, η ΕΕ θα μπορούσε να ξεφύγει από την προβληματική ασθένεια της λέπρας και να αντιμετωπίσει τους επικριτές της ακόμη μία φορά.
© The Financial Times Limited 2018. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation