Εκτός και αν τα οικονομικά δεδομένα μάς παραπλανήσουν οικτρά, η παγκόσμια οικονομία έχει φτάσει σε ένα σημείο όπου μπορεί να αναπτυχθεί με δυνατό και συντονισμένο τρόπο. Τα στοιχεία αφήνουν μικρή πιθανότητα άλλης εξήγησης (ακόμη και αν η ανάπτυξη των θέσεων εργασίας των ΗΠΑ επιβραδύνεται, καθώς πλησιάζει σε κατάσταση «πλήρους απασχόλησης»). Ο κόσμος δεν ήταν τόσο καλά τοποθετημένος για να αναπτυχθεί τα τελευταία τουλάχιστον δέκα χρόνια.
Μπορούμε τώρα να περιμένουμε μια πολιτική διαμάχη για το ποιος θα το πιστωθεί και αυτό είναι αρκετά δίκαιο. Εάν το τρέχον ροζ σενάριο επιβεβαιωθεί κατά το επόμενο έτος, αρκετοί θα μπορούν να ισχυριστούν ότι δικαιώθηκαν. Μέχρι στιγμής, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δεν προκάλεσε καμία αρνητική επίπτωση στην οικονομική ανάπτυξη και την εμπιστοσύνη, που πολλοί φοβηθήκαμε ότι θα φέρει. Και τα απελπισμένα μέτρα νομισματικής πολιτικής που οι κεντρικοί τραπεζίτες χρησιμοποιούσαν για να αποτρέψουν μια δεύτερη Μεγάλη Ύφεση δείχνουν ως να μπορούσαν πραγματικά να επιτρέψουν στην παγκόσμια οικονομία να απογειωθεί ξανά, χωρίς να χρειαστεί να υποστεί προηγουμένως μια κατάρρευση ή μια περίοδο υπερπληθωρισμού.
Αλλά οι τιμές των περιουσιακών στοιχείων δεν επικαλύπτονται με την οικονομία, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Θέλω λοιπόν να θέσω αυτή την ερώτηση: μετά από σχεδόν μια δεκαετία στην οποία ο τριπλασιασμός της αμερικανικής χρηματιστηριακής αγοράς δεν κατάφερε να προκαλέσει ενθουσιασμό ή ακόμη και μεγάλη αίσθηση ευημερίας, καταλήγουμε τουλάχιστον στο σημείο της ευφορίας;
Υποψιάζομαι ότι η απάντηση είναι ναι. Και στον αντιφατικό κόσμο των χρηματοπιστωτικών αγορών, αυτό μπορεί να είναι «κακές ειδήσεις». Θα είναι σίγουρα προκλητική η περιήγηση.
Οι πιο θετικές τάσεις της πρώτης εβδομάδας του 2018 προέρχονταν από εταιρείες, οι οποίες, κατά περίεργο τρόπο, λένε στους χρηματιστές να προετοιμαστούν για υψηλότερες πωλήσεις και κέρδη, καθώς και από τους διαχειριστές προμηθειών που προετοιμάζονται για ένα νέο μπουμ αποθεματοποίησης, καθώς η απότομη άνοδος στις νέες παραγγελίες τούς βρίσκει με χαμηλά αποθέματα.
Η ευρωζώνη, αφού υπέφερε περισσότερο από τον υπόλοιπο ανεπτυγμένο κόσμο μετά την πιστωτική κρίση, όχι μόνο ανακάμπτει τώρα, αλλά και πρωτοπορεί. Και έχει βάσιμους λόγους για να αισιοδοξεί.
Κοιτάξτε τώρα την κάλυψη από τα μέσα ενημέρωσης. Μακράν, η μεγαλύτερη ιστορία της εβδομάδας είναι ότι ο Dow Jones Industrial Average, ο παλαιότερος δείκτης της χρηματιστηριακής αγοράς των ΗΠΑ, πέρασε για πρώτη φορά τις 25.000 μονάδες. Αυτό συνεχίζει το ράλι που άρχισε τον Μάρτιο του 2009, ενώ ο ίδιος ο Dow είναι ένας απαρχαιωμένος δείκτης, με αθεράπευτες μαθηματικές ατέλειες. Ουδείς ενεργητικός επενδυτής στις αγορές τον χρησιμοποιεί.
Ωστόσο, πολλά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι η άνοδός του, από τις 24.000 μονάδες, ήταν η πιο γρήγορη κίνηση από ποτέ, μεταξύ των ορόσημων 1.000 μονάδων, αγνοώντας ότι (η άνοδος) κάθε 1.000 μονάδων είναι λιγότερη από την προηγούμενη σε ποσοστιαίους όρους -και ότι ο Dow δύο φορές κάλυψε διαφορά 1.000 μονάδων τόσο γρήγορα, στο παρελθόν.
Ο πρόεδρος Τραμπ και οι υποστηρικτές του διαβάζουν την άνοδο της αγοράς ως στοιχείο οικονομικής ανάκαμψης. Σε tweet του, ο πρόεδρος είχε ακριβώς αναφέρει: «Ρεκόρ της πιο γρήγορης κίνησης 1.000 μονάδων στην ιστορία. Πρόκειται για την ατζέντα του Να Ξανακάνουμε Σπουδαία την Αμερική! Δουλειές, Δουλειές, Δουλειές».
Υπάρχουν δύο προβλήματα με αυτό. Πρώτον, η αύξηση των θέσεων εργασίας τους πρώτους 11 μήνες της προεδρίας ήταν η πιο αργή από το 2011. Δεν υπάρχει τίποτα εκπληκτικό ή δυσάρεστο σε αυτό μετά από χρόνια ανάπτυξης, αλλά η αύξηση της απασχόλησης δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο.
Δεύτερον, η αμερικανική χρηματιστηριακή αγορά έχει αυξηθεί, μέχρι στιγμής, λιγότερο υπό την προεδρία του Τραμπ (20,4%) από ό,τι στο ίδιο σημείο της πρώτης θητείας του προέδρου Ομπάμα (41,4%) ή ακόμα και της δεύτερης θητείας του Ομπάμα (22,7%). Εάν η χρηματιστηριακή αγορά είναι μέτρο προεδρικής και οικονομικής απόδοσης (δεν είναι), τότε αυτός ο πρόεδρος είναι πολύ πίσω από τον προκάτοχό του.
Το λέω αυτό όχι για να προσβάλω τον κ. Τραμπ, αλλά για να υπογραμμίσω αυτή την αίσθηση έντονου ενθουσιασμού. Τον περασμένο χρόνο και ειδικά τις τελευταίες εβδομάδες, οι Αμερικανοί έχουν επιτέλους παρατηρήσει ότι η χρηματιστηριακή αγορά και η αγορά εργασίας τους είναι σε ράλι από το 2009. Οι πιο δυνατές αυξήσεις υπό την προεδρία του Ομπάμα δεν προκάλεσαν το ίδιο ενδιαφέρον, όσο αυτοί οι πρόσφατοι αριθμοί.
Αυτό λέει κάτι για τις ικανότητες του κ. Τραμπ ως «πωλητή», αλλά υποδεικνύει επίσης ότι η «ευφορία» έχει φτάσει στην αγορά. Οι «bull» αγορές γενικά δεν τελειώνουν χωρίς ένα ευφορικό «melt-up».
Ο Jeremy Grantham, γνωστός χρηματιστηριακός γκουρού, ανησυχούσε αυτή την εβδομάδα ότι, ενώ η αγορά έχει προφανώς υπερτιμηθεί για χρόνια, το melt-up (που παρατηρήθηκε στην επιτάχυνση, από τότε που παρουσιάστηκε το σχέδιο φορολογικών περικοπών, πριν από λίγους μήνες) μόλις ξεκίνησε.
Η ευφορία είναι δύσκολο να μετρηθεί και ο κ. Grantham παραδέχεται ότι απαιτεί «μετρήσεις συναισθήματος». Σε αυτή τη βάση, η κάλυψη από τα μέσα ενημέρωσης υποδηλώνει αργοπορημένη ευφορία. Η τρέχουσα μανία για τα κρυπτονομίσματα παρουσιάζει ψυχολογία φούσκας.
Μια καλή έρευνα κλίματος από την American Association of Individual Investors δείχνει ότι το 59,75% είναι «ταύροι», και μόνο το 15,5% είναι «αρκούδες». Μόλις πριν από ένα μήνα, οι αριθμοί αυτοί ήταν 37% και 34%.
Αυτή η έρευνα είναι ένας πολύ καλός αντιθετικός (contrarian) δείκτης. Οι «αρκούδες» ξεπέρασαν τον αριθμό των «ταύρων» στον μεγαλύτερο βαθμό από ποτέ την εβδομάδα του 2009 που ξεκίνησε το μεγάλο ράλι. Και τώρα είναι οι πιο πολλοί «ταύροι» επενδυτές από ποτέ, με εξαίρεση μια εβδομάδα πριν από τη σύντομη, σκληρή πτώση της αγοράς το 2011.
Φαίνεται ότι η ευφορία είναι εδώ. Μπορεί να τελειώσει σύντομα, ή θα μπορούσε εύκολα να διαρκέσει περισσότερο από ένα χρόνο, όπως το 1999 και το 2000. Απολαύστε το, όσο διαρκεί. Μη βγείτε εντελώς από τη χρηματιστηριακή αγορά. Αλλά αρχίστε να κάνετε σχέδια, για τη στιγμή που θα τελειώσει.
© The Financial Times Limited 2018. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation