Τα τελευταία 25 χρόνια, οι Αμερικανοί θεωρούν την πατρίδα τους ως το «αναντικατάστατο» έθνος στον κόσμο. Εχοντας κερδίσει τον ψυχρό πόλεμο, οι ΗΠΑ ήταν παντού. Πρωταγωνίστησαν στην ανοικοδόμηση της ανατολικής Ευρώπης και την επέκταση του ΝΑΤΟ και της ΕΕ προς ανατολάς. Ηγήθηκαν της διεθνούς συμμαχίας κατά του Σαντάμ Χουσεΐν και απέτρεψαν την κατοχή πυρηνικών όπλων από το Ιράν. Ωθησαν το ΝΑΤΟ σε δράση για να αποτρέψει τον Σέρβο ηγέτη Σλ. Μιλόσεβιτς από το να διαπράξει περισσότερα εγκλήματα πολέμου. Μετά την 11η/9 ηγήθηκαν της παγκόσμιας συμμαχίας κατά της τρομοκρατίας.
Οι ΗΠΑ συνήθισαν να τις ακολουθεί ο κόσμος. Όχι πια. Ο κόσμος αλλά και οι ΗΠΑ άλλαξαν. Και εσχάτως μοιάζει σαν μια άλλη χώρα να αναδύεται ως το νέο «αναντικατάστατο» έθνος στο διεθνές στερέωμα, η Ρωσία.
Σίγουρα αυτό θέλει ο Βλαντιμίρ Πούτιν να πιστέψουμε. Η αποστολή του, όταν ανέβηκε στην εξουσία πριν από 18 χρόνια, ήταν να αποκαταστήσει το στάτους της χώρας ως μιας μεγάλης δύναμης -μιας από τις λίγες που καθορίζει τη δομή, την ουσία και την κατεύθυνση των παγκόσμιων πραγμάτων- και να εξασφαλίσει ότι κανένα παγκόσμιο πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί χωρίς τη Μόσχα. Εχει κάνει αξιοσημείωτη πρόοδο.
Η θρασεία παρέμβαση στη Συρία το 2015 έσωσε τον πρόεδρο Μπ. Αλ Ασαντ από σχεδόν βέβαιη ήττα και τον βοήθησε να επανακτήσει τον έλεγχο στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας του. Η Μόσχα ηγείται τώρα της διπλωματικής προσπάθειας για την επίλυση της σύγκρουσης, με τις ΗΠΑ να εμπλέκονται ελάχιστα. Η Ρωσία μπορεί να μην είναι σε θέση μόνη να διαπραγματευτεί την ειρήνη στη Συρία, αλλά δεν μπορεί πια να υπάρξει διαπραγμάτευση συμφωνίας χωρίς την εμπλοκή της.
Η ρωσική διπλωματία στην ευρύτερη περιοχή υπήρξε εξίσου εντυπωσιακή. Εως πρόσφατα οι ΗΠΑ ήταν ο κύριος παίκτης. Η στρατιωτική παρουσία, οι επιχειρηματικοί και διπλωματικοί δεσμοί είναι ακόμα δύσκολο να υπερεκτιμηθούν, αλλά η Μόσχα έχει αξιοποιήσει τον συνδυασμό των επιτυχιών στη Συρία και την ευρύτερα διαδεδομένη αβεβαιότητα για τη δέσμευση των ΗΠΑ, σε μια ευκαιρία να βελτιώσει τη θέση της ως αξιόπιστου και αποτελεσματικού συνεργάτη. Αίγυπτος, Ιράν, Ισραήλ, Σαουδική Αραβία, Τουρκία. Είναι καλά τοποθετημένη ώστε να παίξει έναν ηγετικό, αν όχι αρκετά αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση της νέας τοπικής ισορροπίας (equilibrium).
Στην Ευρώπη, η Ρωσία επέδειξε μέσω της επέμβασης στην Ουκρανία ότι έχει ένα αποτελεσματικό βέτο αναφορικά με την επέκταση του ΝΑΤΟ και της ΕΕ ανατολικά, μέσω της ισχύος των όπλων. Δεν μπορούν πια αυτοί οι οργανισμοί να αναπτύξουν και να εφαρμόσουν πολιτικές προς τους ανατολικούς γείτονες, χωρίς να καλύψουν τα συμφέροντα της Μόσχας, σε απόλυτη αντίθεση με τις δεκαετίες του 1990 και του 2000. Το ξαναχτίσιμο μιας ανθεκτικής ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφάλειας τώρα θα απαιτήσει επίσης παζάρι με τη Ρωσία. Αντίστοιχα στη βορειοανατολική Ρωσία, η Μόσχα μπορεί να μην είναι ο βασικός παίκτης στο θέμα της Βορείου Κορέας αλλά οι δεσμοί της με την Πιονγιάνγκ εξασφαλίζουν ότι θα είναι συμβαλλόμενο μέρος σε οποιαδήποτε διευθέτηση.
Εν τω μεταξύ, Ρώσοι απεσταλμένοι έχουν οργώσει τον κόσμο σε μια προσπάθεια να κερδίσουν επιρροή στην παγκόσμια σκηνή. Στη Νότια Αφρική προσπάθησαν να κεφαλαιοποιήσουν τις παλαιές επαφές του Jacob Zuma με τη σοβιετική αντικατασκοπία, για να διαπραγματευτούν ένα συμβόλαιο 76 δισ. δολαρίων για να χτίσουν μια σειρά από πυρηνικά εργοστάσια παραγωγής ενέργειας, αν και το σχέδιο έχει έκτοτε κολλήσει από νομικές δυσκολίες.
Στη Λιβύη, οι Ρώσοι φλερτάρουν με έναν τοπικό πολέμαρχο, τον Khalifa Haftar, και μέσω αυτού πιθανότατα θα συμμετάσχουν σε οποιεσδήποτε συζητήσεις για το μέλλον της χώρας.
Στη Βενεζουέλα, η Rosneft, κρατική εταιρεία ενέργειας της Ρωσίας, διασώζει την κυβέρνηση του Μαδούρο, με αντάλλαγμα μετοχική συμμετοχή στον ενεργειακό τομέα της χώρας.
Η Ρωσία δεν μπορεί να παίξει τον ρόλο του «αναντικατάστατου έθνους» με τον τρόπο που το έκαναν κάποτε οι ΗΠΑ. Δεν προτείνει συγκεκριμένες λύσεις στα προβλήματα και συσπειρώνει άλλες χώρες πίσω από αυτές. Με μια τελματωμένη οικονομία 1,5 τρισ. δολαρίων (συγκρινόμενη με τα 19 τρισ. των ΗΠΑ), η Μόσχα στερείται τα μέσα για να ηγηθεί μιας, μετά τη σύγκρουση, ανοικοδόμησης και η παρέμβασή της στις εκλογικές διαδικασίες της Ευρώπης την έχει αποξενώσει από μια μεγάλη γκάμα χωρών που θα μπορούσαν να προσφέρουν τους πολύ απαραίτητους πόρους. Παρ’ όλα αυτά, ενάντια στη θέληση των ΗΠΑ, έχει επιβάλει τη θέση της στο τραπέζι στο οποίο θα σφυρηλατηθούν οι λύσεις.
Η σκληρή αλήθεια είναι ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν να αγνοούν τη Ρωσία ή να επιδιώκουν να την απομονώσουν, όπως προσπάθησαν τα τελευταία χρόνια. Αυτή είναι η πραγματικότητα στον σημερινό πολυπολικό κόσμο που αναδύεται.
Αν και η «δαιμονοποίηση» της Ρωσίας από την Ουάσιγκτον υποδεικνύει διαφορετικά, οι ΗΠΑ θα πρέπει να είναι σε θέση να εμπλακούν με εμπιστοσύνη. Ακόμα ηγούνται του κόσμου με «σκληρή» και «μαλακή» δύναμη και προσελκύουν περισσότερα ταλέντα από κάθε άλλη χώρα.
Τα αμερικανικά ιδανικά είναι ευρύτερα διαδεδομένα και τυγχάνουν θαυμασμού ακόμα και αν η χώρα κάνει λίγα, ώστε να σταθεί στο ύψος τους. Ισως δεν είναι πια το «αναντικατάστατο» κράτος, όπως κατανοούνταν αυτή η ιδέα τη δεκαετία του 1990, αλλά παραμένει περισσότερο αναντικατάστατο ως εταίρος σε περισσότερα σημεία από τη Ρωσία. Οι ΗΠΑ απλά χρειάζεται να κερδίσουν ξανά τη θέληση να δράσουν ως η μεγάλη δύναμη που είναι.
* Ο Thomas Graham είναι διευθύνων σύμβουλος στην Kissinger Associates. Ο Eugene Rumer, του Carnegie Endowment for International Peace, συμμετείχε στη συγγραφή του άρθρου.
© The Financial Times Limited 2017. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation