Αν η Ευρωπαϊκή Ένωση προσπαθεί να εμποδίσει τις οικονομίες της από το να ανοιχτούν στην παγκόσμια οικονομία, μπορώ να συμπεράνω από επαγγελματικά ταξίδια στο Άμστερνταμ και στο Μιλάνο ότι δεν τα καταφέρνει καθόλου καλά.
Οι πόλεις αυτές αποτελούν τρανό παράδειγμα ότι οι Βρυξέλλες δεν είναι η δύναμη επιβολής ρυθμιστικών περιορισμών που κατηγορούν οι ευρωσκεπτικιστές. Eίτε είναι ένας μοχλός προς το εμπορικό άνοιγμα ή, στη χειρότερη περίπτωση, μια παρένθεση.
Με όλες τις πλούσιες περιοχές, οι σχέσεις είναι περίπλοκες (ή θα έπρεπε να είναι) με τις χώρες τους. Είναι το έθνος-κράτος που φορολογεί την παραγωγή και στέλνει τα έσοδα σε άλλες περιοχές. Είναι το έθνος-κράτος που μπορεί να ενεργήσει ενάντια στα συμφέροντά τους, εκμεταλλευόμενο τις εκλογικές ισορροπίες. Ρωτήστε τους Λονδρέζους.
Σε σύγκριση με τα παραπάνω, η Ε.Ε., παρά τις υπερεθνικές της αξιώσεις, δεν ζητάει τίποτα από αυτούς.
Οπότε γιατί δεν έχουμε περισσότερες Καταλονίες; Γιατί δεν έχουμε περισσότερες Λομβαρδίες και Βενέτο, τις δύο ιταλικές περιοχές που ψήφισαν για περισσότερη αυτονομία την Κυριακή; Και μπορεί να έχουμε στο μέλλον;
Οι Καταλανοί έχουν μια πιο ισχυρή εθνική ταυτότητα από τους περισσότερους τοπικούς πληθυσμούς, αλλά οι υπόλοιπες πρώτες ύλες του αυτονομιστικού αισθήματος, που περιλαμβάνουν την οικονομική αυτάρκεια και την ιστορική εμπειρία της αυτοδιοίκησης, υπάρχουν σε πολλές πόλεις και περιοχές στην Ευρώπη και πέρα από αυτήν.
Η διεύρυνση των ανισοτήτων ανάμεσα στις πόλεις και τις αποβιομηχανοποιημένες ενδοχώρες έχει γίνει με την πάροδο των χρόνων το πιο διχαστικό ζήτημα στις δυτικές δημοκρατίες. Αρκεί να δείτε τον εκλογικό χάρτη των ψήφων υπέρ του Ντόναλντ Τραμπ στην Αμερική, της Μερίν Λεπέν στη Γαλλία ή της εξόδου της Ε.Ε. στη Βρετανία.
Αλλά το πραγματικό πρόβλημα ξεκινάει όταν βλέπουμε αυτή την ανισορροπία μόνο μέσα από την οπτική των τόπων που είναι εγκαταλειμμένοι, σαν κάτι που μπορεί να διορθωθεί μέσω επενδύσεων σε υποδομές και την προστασία βιομηχανιών, καθώς και μέσω μιας ανοχής των πιο συντηρητικά σκεπτόμενων περιοχών.
Σαν ηθική πρόταση είναι σωστή: προτεραιότητα έχουν οι αδύναμοι. Σαν μια ερμηνεία των μελλοντικών πολιτικών εξελίξεων μπορεί να είναι το ακριβώς αντίθετο. Ο θυμός που νιώθουν οι φτωχές περιοχές για τις εύπορες μητροπόλεις -που νιώθει το Καλέ για το Παρίσι, η Ιντιάνα για τη Νέα Υόρκη- μπορεί να έχει τελικά μικρότερη βαρύτητα από τα παράπονα που εκφράζονται από την άλλη πλευρά.
Σε αυτό το σενάριο, θα είναι οι κάτοικοι των πόλεων που θα νιώσουν ότι αδικούνται από περιοχές που εκμεταλλεύονται το παραγωγικό τους πλεόνασμα και ψηφίζουν κατά του τρόπου ζωής τους από απόσταση (μπορούμε να το πούμε εκπροσώπηση χωρίς φορολόγηση). Οι εθνικές κυβερνήσεις θα δυσκολευτούν να αντλήσουν έσοδα από τους πρώτους, για να επιδοτήσουν τους δεύτερους. Θα αναδυθούν τοπικιστικά κινήματα, ασκώντας πιέσεις για όλο και περισσότερη αυτονομία, αν όχι για επίσημη απόσχιση.
Όταν δεν υπάρχει εθνική ομοιογένεια, είναι οι αυτόματοι δημοσιονομικοί σταθεροποιητές που κάνουν ένα έθνος. Στην πραγματικότητα, η εθνική υπόσταση διασφαλίζεται από την προθυμία των πλούσιων περιοχών να πληρώσουν για τις υπόλοιπες. Αν η προθυμία αυτή χαθεί, το έθνος μετατρέπεται σε μορφή χωρίς ουσία.
Θα μπορούσε; Αν υπάρχει κάτι που χαρακτηρίζει τους σημερινούς συντηρητικούς, όπως τον Στιβ Μπάνον, τον πρώην σύμβουλο του πρόεδρου Τραμπ ή τους ανθρώπους που μας έφεραν το Brexit, είναι ότι μιλούν για το έθνος-κράτος σαν να ήταν μια αδιαμφισβήτητη σταθερά της ιστορίας και όχι ένας αυτοσχεδιασμός των τελευταίων αιώνων.
Έχουν κάτι το αριβίστικο όλοι αυτοί, σαν να βλέπουν μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς σε ρουστίκ αναβιώσεις της γοτθικής αρχιτεκτονικής. Το έθνος είναι πολύ νέο για να το θεωρούμε κάτι μόνιμο. Αναδύθηκε πριν από το κράτος πρόνοιας, όταν οι δημοσιονομικές μεταφορές μεταξύ των περιοχών ήταν πολύ μικρές για να αποτελούν βάρος για τον οποιονδήποτε. Είναι επίσης προγενέστερο της παγκόσμιας οικονομίας, όπου τα κέρδη βγαίνουν από τη γνώση και το κεφάλαιο, τα οποία συγκεντρώνονται στις πόλεις και όχι στις γεωργικές περιοχές και στη βιομηχανία. Περιέργως δεν έχει δοκιμαστεί από τον σύγχρονο κόσμο.
Ορισμένοι Λονδρέζοι ονειρεύονται μια κυρίαρχη δημοκρατία, με μια τάφρο χτισμένη γύρω από τον αυτοκινητόδρομο M25 και ελέγχους διαβατηρίων στο Γουότφουορντ, αλλά είναι μάλλον αδύνατο να αναγνωριστεί με βάση τα ευρωπαϊκά κριτήρια.
Η Αγγλία έγινε μια πολιτική μονάδα πριν από μια χιλιετία. Ακόμα και αν το Ηνωμένο Βασίλειο διαλυόταν, υπάρχει ακόμα ένα έθνος στο οποίο το Λονδίνο είναι ενσωματωμένο από αμνημονεύτων χρόνων. Το ότι είναι η πρωτεύουσα αποτελεί και μια αποζημίωση για όλο τον πλούτο που πηγαίνει αλλού.
Η ηπειρωτική Ευρώπη είναι αυτή που αξίζει να προσέξει κανείς. Ορισμένες από τις πιο πλούσιες ευρωπαϊκές πόλεις αυτοδιοικούνταν για μεγαλύτερο διάστημα από ό,τι τις κυβερνούν οι χώρες στις οποίες βρίσκονται. Οι περισσότερες δεν έχουν σαν παρηγοριά το κύρος μιας πρωτεύουσας.
Δεν θα υπάρξει μια αναβίωση της πόλης-κράτους, ούτε μια αναίρεση του κινήματος για την ενοποίηση της Ιταλίας, ούτε μια απόσχιση του Αμβούργου ή του Μπορντό. Αλλά υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για να απαιτήσουν οι πόλεις περισσότερη αυτονομία καθώς επιδεινώνονται οι σχέσεις με τα κράτη, που φαίνονται να τις χρειάζονται και να τις φθονούν ταυτόχρονα.
Αν οι συντηρητικοί ονειρεύονται το έθνος-κράτος, δεν μπορούν να γίνουν ένα λόμπι των πιο θυμωμένων επαρχιών. Αυτό δημιουργεί μια καταπιεστική σχέση, όχι μια χώρα. Η μακροπρόθεσμη απειλή για το έθνος-κράτος προέρχεται από τις παραγωγικές, εξωστρεφείς περιοχές που βλέπουν όσους έχουν μείνει πίσω και νιώθουν ότι είναι αλυσοδεμένοι σε ένα πτώμα.
© The Financial Times Limited 2017. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation