Η πρόταση του πρόεδρου Τραμπ για τη φορολογική μεταρρύθμιση παρουσιάστηκε την Τετάρτη από τον υπουργό Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν και τον επικεφαλής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου Γκάρι Κον.
Για λόγους που έχουν να κάνουν με τη μακροπρόθεσμη υγεία των δημόσιων οικονομικών, τη δικαιοσύνη και τον οικονομικό αντίκτυπο, πιστεύω πως είναι εξαιρετικά προβληματική.
Είμαι βέβαιος πως οι σοβαρές ανησυχίες που έχω θα εξεταστούν αναλυτικά στις συζητήσεις που θα ακολουθήσουν. Διαβάζοντας την πρόταση και αναλογιζόμενος όσα ειπώθηκαν πέρυσι για τη φορολογία, τείνω να αντιμετωπίζω με συμπάθεια τον κ. Μνούτσιν.
Μια από τις πιο δύσκολες στιγμές ενός υπουργού είναι όταν ο πρόεδρος δεν σέβεται την επιθυμία του να κάνει σοβαρή δουλειά, όταν οι πολιτικές συγκυρίες τον αναγκάζουν να αποκηρύξει τις βασικές προεκλογικές δεσμεύσεις και όταν για να δείξει αφοσίωση, αναγκάζεται να υποστηρίξει παράλογες προτάσεις. Και τα τρία από τα παραπάνω συνέβησαν αυτή την εβδομάδα στον υπουργό Οικονομικών.
Το υπουργείο Οικονομικών εργαζόταν με άλλες υπηρεσίες, για να καταλήξει σε ένα σύνολο φορολογικών μεταρρυθμίσεων ως τον Ιούνιο. Οι αξιωματούχοι του υπουργείου έμειναν άφωνοι όταν ο πρόεδρος ανακοίνωσε την προηγούμενη Παρασκευή από κτίριο του υπουργείου ότι η κυβέρνηση θα αποκαλύψει το φορολογικό σχέδιο την Πέμπτη. Δεν υπήρχε χρόνος να συγκεκριμενοποιηθεί η πρόταση, πόσο μάλλον να υπάρξουν διαβουλεύσεις για τις μετρήσεις, του υπολογισμούς για τον αντίκτυπό της στα έσοδα ή τις εκτιμήσεις για τον οικονομικό της αντίκτυπο.
Αντίθετα, ζητήθηκε από τον κ. Μνούτσιν να προτάξει το κύρος του και αυτό του υπουργείου του για ένα έγγραφο μιας σελίδας, το οποίο θα θεωρούνταν εξαιρετικά ασαφές ακόμα και αν ήταν προεκλογική πρόταση. Μόνο να υποθέσω μπορώ πόσο απογοητευμένο πρέπει να είναι το προσωπικό του υπουργείου, μια ομάδα ανθρώπων που δικαίως υπερηφανεύεται για τον επαγγελματισμό και τη σοβαρότητά της. Ο κ. Μνούτσιν έχει δηλώσει επανειλημμένα ότι οι φορολογικές προτάσεις της κυβέρνησης δεν θα ευνοούν τους πλούσιους.
Όποιες και αν είναι οι άλλες αρετές του, η διανεμητική ουδετερότητα δεν είναι κάτι που χαρακτηρίζει το σχέδιο που ανακοινώθηκε την Τετάρτη. Πράγματι, με το τσεκούρι στον εταιρικό φόρο, τις μεγάλες περικοπές για τους πιο εύπορους φορολογούμενους, την κατάργηση του φόρου κληρονομιάς και με τα υπόλοιπα κίνητρα που περιλαμβάνει το σχέδιο, τα μεγαλύτερη οφέλη αφορούν μια πολύ μικρή μερίδα φορολογουμένων.
Ο κ. Μνούτσιν ανέφερε επίσης την περασμένη εβδομάδα, σε μια γραπτή συνέντευξη, πως οι περικοπές φόρων θα είναι τόσο καλές για την ανάπτυξη που ουσιαστικά θα χρηματοδοτηθούν από μόνες τους. Πρόκειται για την περίφημη καμπύλη Laffer. Στο πλαίσιο μιας οικονομίας με ανεργία 4,5%, η ιδέα ακούγεται παράλογη.
Ο Ρόναλντ Ρίγκαν είχε υποστηρίξει ότι οι περικοπές φόρων θα χρηματοδοτηθούν από μόνες τους κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του καμπάνιας, αλλά το υπουργείο Οικονομικών του ήταν πολύ σοβαρό για να κάνει έναν τέτοιο ισχυρισμό. Η κυβέρνησή του αναγνώρισε ότι οι μεγάλες περικοπές φόρων θα αύξαναν τα ελλείμματα, αν δεν συνοδεύονταν και από περικοπές δαπανών.
Το ίδιο έκανε και η κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους. Όπως και οι Ρεπουμπλικάνοι στη Βουλή των Αντιπροσώπων και στη Γερουσία. Όπως και κάθε αξιοπρεπής οικονομολόγος που έχει ασχοληθεί με το θέμα τις τελευταίες δεκαετίες.
Η αξιοπιστία του υπουργείου Οικονομικών είναι ένα πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο της χώρας, που μπορεί να φανεί χρήσιμο ανά πάσα στιγμή. Με θλίβει να τη βλέπω να ξοδεύεται για μια σειρά από φορολογικές προτάσεις, που στην καλύτερη των περιπτώσεων αποτελούν μια διαπραγματευτική θέση.
* O αρθρογράφος είναι πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ και καθηγητής στο πανεπιστήμιο Harvard.
© The Financial Times Limited 2017. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation