Οι εκπομπές ρύπων από τα ορυκτά καύσιμα, που επηρεάζουν το κλίμα, παρέμειναν σταθερές για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, μια εξέλιξη που καταδεικνύει πως η μεταστροφή σε μια πιο πράσινη παγκόσμια οικονομία πραγματοποιείται πιο ραγδαία απ’ ότι πιστευόταν προηγουμένως.
Μια εντυπωσιακή υποχώρηση στην ατμοσφαιρική μόλυνση από τον άνθρακα στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου οι εκπομπές ρύπων σημείωσαν πτώση και ξαναβρέθηκαν στα επίπεδα του 1992, βοήθησε να διατηρηθούν τα παγκόσμια επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα ουσιαστικά αμετάβλητα το 2016 έναντι τα δύο προηγούμενα χρόνια, τόνισε ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (International Energy Agency - IEA).
«Είναι μια πολύ ευπρόσδεκτη εξέλιξη», τόνισε ο Fatih Birol, εκτελεστικός διευθυντής στην IEA. «Φαίνεται πως έχουμε πλέον τις πρώτες ενδείξεις μιας παγιωμένης τάσης για σταθερές εκπομπές, ως αποτέλεσμα της αντικατάστασης του άνθρακα από φυσικό αέριο στις μεγάλες αγορές και του γεγονότος ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας γίνονται όλο και πιο προσιτές οικονομικά».
Ο κ. Birol πρόσθεσε ότι είναι ιδιαίτερης σημασίας οι εκπομπές να παραμείνουν αμετάβλητες στη διάρκεια μιας περιόδου παρατεταμένης παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης, αυτή τη στιγμή περίπου στα επίπεδα του 3% το χρόνο.
Η ατμοσφαιρική ρύπανση από την καύση του άνθρακα, του αερίου και του πετρελαίου έχει ιστορικά εξισορροπηθεί μόνο στη διάρκεια περιόδων οικονομικής συρρίκνωσης και έπειτα αυξανόταν και πάλι όταν ερχόταν η ανάκαμψη. Η ικανότητα μείωσης των εκπομπών ρύπων χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η οικονομική ανάπτυξη, έχει σταθεί το Άγιο Δισκοπότηρο για κυβερνήσεις και ακτιβιστές για την κλιματική αλλαγή, ιδιαίτερα στις αναδυόμενες αγορές.
Η IEA ανέφερε ότι το 2016 οι εκπομπές υποχώρησαν κατά περίπου 3% στις ΗΠΑ και 1% στην Κίνα, όπου η προσθήκη επτά πυρηνικών αντιδραστήρων βοήθησε να ελαττωθεί η ρύπανση από τον άνθρακα. Νέα, μεγάλα συστήματα υδροηλεκτρικής ενέργειας στην Κίνα και τη Βραζιλία, επίσης επηρέασαν.
Ο κ. Birol προειδοποίησε πως δεν είναι ακόμη ξεκάθαρο το αν οι παγκόσμιες εκπομπές ρύπων είχαν αγγίξει το peak τους μετά την άνοδο που σημειώνουν τα τελευταία 60 χρόνια. «Νομίζω ότι είναι υπερβολικά νωρίς για να πούμε πως η εξισορρόπηση είναι μόνιμη, αλλά σε σύγκριση με δύο ή τρία χρόνια πριν, είμαι πολύ πιο αισιόδοξος», σχολίασε.
Και πάλι, επιστήμονες επισημαίνουν ότι καθώς το διοξείδιο του άνθρακα παραμένει πολύ καιρό στην ατμόσφαιρα και συσσωρεύεται, οποιαδήποτε ελπίδα να αποφευχθεί η επικίνδυνη υπερθέρμανση του πλανήτη θα απαιτήσει μεγάλη πτώση στις εκπομπές, και όχι μόνο μια σταθεροποίηση.
«Η σταθεροποίηση δεν είναι καθόλου επαρκής», υπογράμμισε η Corinne Le Quéré, καθηγήτρια Κλιματικής Αλλαγής στο Πανεπιστήμιο της Ανατολικής Αγγλίας.
Εξήγησε πως, ιδανικά, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από την καύση ορυκτών καυσίμων θα πρέπει να υποχωρήσει στο μηδέν μέχρι το 2050, διότι η ρύπανση από άλλες δραστηριότητες, όπως η γεωργία και η αποψίλωση, είναι δυσκολότερο να εξαλειφθεί.
Οι παγκόσμιες θερμοκρασίες έχουν ήδη ανέλθει κατά περίπου έναν βαθμό Κελσίου από την βιομηχανική επανάσταση και μετά, «σκαρφαλώνοντας» στα πιο θερμά επίπεδα της ιστορίας τους για τρίτη συνεχόμενη χρονιά το 2016, την ίδια χρονιά που τέθηκε σε εφαρμογή η συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα.
Η παγκόσμια συμφωνία υποτίθεται πως θα κρατήσει την άνοδο της θερμοκρασίας κάτω των δύο βαθμών Κελσίου και, ακόμη καλύτερα, στον 1,5 βαθμό, απαιτώντας από τις χώρες να καταστρώσουν σχέδια για την αναχαίτιση των εκπομπών τους.
Ο κ. Birol παρατήρησε ότι, παρότι η συμφωνία του Παρισιού αποτελεί ιστορικό επίτευγμα, είναι σαφές ότι οι αγορές ακόμη δεν έχουν «πειστεί».
«Πριν τη συμφωνία του Παρισιού, οι τιμές του άνθρακα στην Ευρώπη ήταν εννέα ευρώ ανά τόνο και τους τελευταίους έξι με επτά μήνες έχουν καταρρεύσει στα πέντε ευρώ ανά τόνο», επεσήμανε. Η μετατόπιση θα ήταν αναμενόμενη αν οι traders θεωρούσαν ότι η συμφωνία του Παρισιού πρόκειται να καταστήσει πολύ πιο ακριβή την εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα.
© The Financial Times Limited 2017. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation