H τελευταία συνεδρίαση της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ για φέτος θα πραγματοποιηθεί σήμερα, με όλα τα βλέμματα να είναι στραμμένα στην τελευταία εκτίμηση των αξιωματούχων για την κατάσταση της οικονομίας και τη συνέντευξη Τύπου της επικεφαλής της Fed Τζάνετ Γέλεν.
Πολλά έχουν αλλάξει από την προηγούμενη συνάθροισή τους, λίγο πριν την εκλογική αναμέτρηση στην Αμερική.
Το ενισχυμένο δολάριο και οι αμερικανικές αγορές μετοχών που καταρρίπτουν το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, συνοδεύτηκαν από υψηλότερες αποδόσεις στα κρατικά ομόλογα, που προεξοφλούν αύξηση του επιτοκίου της Fed κατά το ένα τέταρτο μίας ποσοστιαίας μονάδας.
Υποθέτοντας ότι η Fed θα προχωρήσει στην πρώτη αύξηση στο κόστος του κρατικού δανεισμού τον τελευταίο χρόνο, το ενδιαφέρον θα επικεντρωθεί στην πορεία σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής για το 2017 και το 2018. Υπάρχει κίνδυνος ορισμένα μέλη-γεράκια της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Ανοιχτής Αγοράς (FOMC) να αυξήσουν τις προβλέψεις τους σε σχέση με το πού αναμένουν να κατευθυνθούν τα επιτόκια.
Μέχρι τώρα, η FOMC προέβλεπε δύο αυξήσεις στα επιτόκια κατά τη διάρκεια του 2017, αλλά αυτό ήταν πριν τον θρίαμβο του Ντόναλντ Τραμπ στις εκλογές και την (εδραίωση της) προσδοκίας για σημαντική επέκταση της δημοσιονομικής πολιτικής το επόμενο έτος.
«Το μεγαλύτερο ‘επιθετικό’ (hawkish) ρίσκο είναι ότι ο αριθμός των μελών της FOMC, που αναμένουν τρεις ή περισσότερες αυξήσεις στα επιτόκια μέσα στο 2017, θα είναι μεγαλύτερος από επτά που ήταν στη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου», δήλωσε στους FT ο Στίβεν Ένγκλαντερ, επικεφαλής του τμήματος ανάλυσης συναλλαγματικών ισοτιμιών στη City Bank.
«Η αγορά θα μπορούσε ενδεχομένως να “χωνέψει” οκτώ ή εννιά μέλη, αλλά αν είναι περισσότεροι από 10, αυτό πιθανόν να εκληφθεί ως προειδοποίηση για το ενδεχόμενο ενός πιο απότομου ρυθμού (αύξησης) τον επόμενο χρόνο».
Μπορεί ο κ. Τραμπ να είχε πουλήσει τις μετοχές που είχε στην κατοχή του νωρίτερα αυτόν τον χρόνο, αλλά αρκετοί αγοράζουν και έχουν στείλει τη Wall Street υψηλότερα, σε επίπεδα-ρεκόρ. Από τις αμερικανικές εκλογές και μετά, η χρηματιστηριακή αξία των μετοχών του S&P 500 έχει αυξηθεί περισσότερο από $900 δισεκατομμύρια, με τα κέρδη του χρηματοπιστωτικού κλάδου να αποτελούν το 40% αυτής της μεταβολής σύμφωνα με τον αναλυτή της S&P Global, Χάουαρντ Σίβλερμπλατ.
Το μεγάλο ερώτημα είναι το για πόσο καιρό μπορεί να συνεχιστεί το ράλι στις μετοχές, με τους τέσσερις κύριους χρηματιστηριακούς δείκτες στην Αμερική να έχουν επιτύχει νέα ρεκόρ.
H συνεδρίαση της Fed υποδηλώνει πως η περίσκεψη -ως ένα βαθμό- μπορεί σύντομα να ωφελήσει και τους πιο ένθερμους «ταύρους».
Πράγματι έχει παρατηρηθεί μια ήπια αύξηση της μεταβλητότητας στην αγορά των μετοχών τις τελευταίες ημέρες -μια ένδειξη ενδεχομένως πως μερικοί επενδυτές αγοράζουν φθηνή κάλυψη έναντι του κινδύνου υποχώρησης της αγοράς.
H εκτόξευση των τιμών των μετοχών και της αξίας των εταιρικών ομολόγων, το μόνο που κάνει είναι να ανεβάζει τον πήχη για την επερχόμενη κυβέρνηση να πραγματοποιήσει μια δημοσιονομική «ένεση» στο χέρι της οικονομίας το 2017, που θα μεταφραστεί σε ετήσια ανάπτυξη άνω του 4%.
Σε κάποια χρονική στιγμή, η πολιτική πραγματικότητα στην Ουάσιγκτον θα εκδηλωθεί, πιο συγκεκριμένα, απαιτείται χρόνος προκειμένου οι πολιτικές προτάσεις να λάβουν την έγκριση του Κογκρέσου.
Μαζί με αυτό, υπάρχει αξιοσημείωτη αβεβαιότητα σε σχέση με το κατά πόσο η οικονομία μπορεί να τονωθεί από έναν συνδυασμό δημόσιων δαπανών για έργα υποδομής, χαμηλότερων φορολογικών συντελεστών και μείωση των ρυθμιστικών εμποδίων. Οι επενδυτές επίσης παρακολουθούν στενά το εάν η σκληρή προεκλογική ρητορική του κου Trump αναφορικά με μετανάστευση και εμπόριο θα μεταφραστεί σε πολιτικές που εντέλει θα πλήξουν την αμερικανική οικονομία και τις πολύ «αισιόδοξες» προβλέψεις της Wall Street.
H πολιτική επισκιάζει την ευρωζώνη, και αυτό είναι με βεβαιότητα το μήνυμα από την αγορά των γαλλικών κρατικών ομολόγων. Πολλοί επενδυτές ανησυχούν για τις προεδρικές εκλογές στη χώρα αυτή την άνοιξη. Παρά το γεγονός ότι ο κεντροδεξιός υποψήφιος Φρανσουά Φιγιόν φαίνεται πως είναι ο προτιμότερος για το χρίσμα του προέδρου, η πιθανότητα νίκης της ακροδεξιάς ευρωσκεπτικίστριας Μαρίν Λεπέν ασκεί πίεση στις τιμές των γαλλικών κρατικών ομολόγων.
Κατά συνέπεια, η διαφορά μεταξύ των αποδόσεων των 10ετών γαλλικών και γερμανικών ομολόγων -ένα βαρόμετρο για την πίεση- έχει διπλασιαστεί από τα τέλη Σεπτέμβρη έως τις αρχές Δεκέμβρη. Και καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα συνεχίζει να αγοράζει ομόλογα αξίας δισεκατομμυρίων ευρώ κάθε μήνα, τα χρήματα που διοχετεύει στην ευρωζώνη συγκεντρώνονται σε μόλις τέσσερις χώρες: Γερμανία, Ολλανδία, Λουξεμβούργο και Φινλανδία. Κανένα ίχνος της Γαλλίας σε αυτή τη λίστα.
Οι διακυμάνσεις στη συναλλαγματική ισοτιμία της στερλίνας θα επηρεαστούν λιγότερο από ό,τι θα δηλώσει την Πέμπτη ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας Μαρκ Κάρνεϊ και περισσότερο από τον τόνο στην ανακοίνωση της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ την προηγούμενη μέρα. Επίσης, μια πληθώρα οικονομικών στοιχείων για τη βρετανική οικονομία θα ανακοινωθούν την επόμενη εβδομάδα, μεταξύ των οποίων πληθωρισμός, απασχόληση, αύξηση μισθών και λιανικών πωλήσεων.
Ο σχολιασμός σχετικά με τη στερλίνα και τη διαπραγμάτευσή της έχει αλλάξει από το μισοάδειο ποτήρι στο μισογεμάτο ποτήρι. Η πολιτική συζήτηση στη Βρετανία είναι πιθανό να μπει σε αναμονή μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο να αποφασίσει σχετικά με την υπόθεση του άρθρου 50, η οποία αναμένεται τον νέο χρόνο.
Εν τω μεταξύ, τα στοιχεία για τη βρετανική οικονομία ήταν (κυρίως) θετικά και ο πολιτικός κίνδυνος στην Ευρώπη αφήνει το ευρώ σε αμυντική θέση (υποτιμάται) έναντι της στερλίνας.
Αλλά η αποφασιστικότητα είναι κάτι που λείπει στη στάση των επενδυτών απέναντι στη Βρετανία -καθόλου αναπάντεχο, δεδομένων των αμφιβολιών που συνδέονται με το Brexit. Tα ασθενή οικονομικά στοιχεία για τη βιομηχανία την προηγούμενη εβδομάδα προκάλεσαν υποχώρηση της στερλίνας και οι περισσότεροι αναλυτές αναμένουν πως η επίσημη εφαρμογή του άρθρου 50 θα έχει ως αποτέλεσμα μια απότομη πτώση. Υπάρχει ένα περιθώριο για περαιτέρω ανάκαμψη της στερλίνας, αλλά φαίνεται να είναι στενό.
© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation