Υψηλά ποσοστά αρνητικών αξιολογήσεων για το σύστημα υγείας της χώρας και για τις παρεχόμενες από αυτό υπηρεσίες καταγράφουν οι φετινές ετήσιες έρευνες του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης (ΙΣΘ).
Οι αρνητικές γνώμες, τόσο των πολιτών όσο και των γιατρών, είναι οι υψηλότερες της τελευταίας πενταετίας και προσεγγίζουν αυτές της περιόδου πριν από την πανδημία, ενώ ένας στους δύο πολίτες θεωρεί πως οι παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας έχουν χειροτερεύσει την τελευταία τριετία.
Οι δύο έρευνες, που πραγματοποίησε η εταιρεία To The Point για λογαριασμό του ΙΣΘ, καταγράφουν, επίσης, τη στάση κοινής γνώμης και γιατρών για τη συνεργασία του ΕΣΥ με ιδιωτικούς φορείς υγείας, καθώς και για τη θεσμοθέτηση απογευματινών επί πληρωμή χειρουργείων στα νοσοκομεία.
Τα ευρήματα των ερευνών παραδόθηκαν στον πρωθυπουργό και στην ηγεσία του υπουργείου Υγείας πριν από λίγες μέρες, κατά τη διάρκεια σύσκεψης με τους φορείς της Θεσσαλονίκης, ενόψει της 88ης ΔΕΘ.
Οι πολίτες
Η έρευνα κοινής γνώμης πραγματοποιήθηκε σε 1.102 άτομα, άνω των 17 ετών, στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης. Το 43,9% των ερωτηθέντων δηλώνει δυσαρέσκεια από τις προσφερόμενες -γενικώς- υπηρεσίες υγείας, ενώ το 33,4% δηλώνει ικανοποίηση. Μεγαλύτερα ποσοστά δυσαρέσκειας (50%) παρατηρούνται στις γυναίκες, γεγονός που σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα του ΙΣΘ Νικόλαο Μπάτζιο, ενδέχεται να σχετίζεται με τις ιατρικές ειδικότητες στις οποίες απευθύνονται. Τα ποσοστά δυσαρέσκειας είχαν μια καθοδική τάση ως το 2022, αλλά παρουσιάζουν ανοδική τροχιά πέρυσι και φέτος.- Σε ό,τι αφορά ειδικά τη δημόσια υγεία, οι πολίτες σε ποσοστό 56,7% εμφανίζονται δυσαρεστημένοι από τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Ικανοποίηση δηλώνει το 26,7% των ερωτηθέντων.
- Το 48,7% θεωρεί πως η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας έχει χειροτερεύσει τα τελευταία 2 με 3 χρόνια. Το 26,3% απαντά πως έχει βελτιωθεί, ενώ το 19,4% λέει πως δεν άλλαξε.
- Αυξημένο κόστος ιατρικών υπηρεσιών, στην ίδια περίοδο, διαπιστώνει το 72,1% των ερωτηθέντων πολιτών, με το 22,5% να απαντά πως έχει μείνει το ίδιο και μόλις το 0,8% να έχει δει ελάττωση.
- Ένας στους δύο ερωτηθέντες από το κοινό (50%) αντιμετωπίζει αρνητικά τη θεσμοθέτηση απογευματινών επί πληρωμή χειρουργείων στα νοσοκομεία. Το 30,8% έχει θετική στάση, το 6,7% δεν έχει ούτε θετική ούτε αρνητική, ενώ δεν τοποθετείται το 12,6%.
- Το 43,8% θεωρεί πως η συνεργασία ΕΣΥ με ιδιωτικούς φορείς υγείας θα βελτιώσει τις υπηρεσίες υγείας, το 20,1% ότι θα τις επιδεινώσει, το 12,7% ότι δεν θα τις επηρεάσει, ενώ δεν παίρνει θέση το 23,4%.
- Λιγότεροι από 3 στους 4 ερωτηθέντες (74%) έχουν εγγραφεί σε προσωπικό - οικογενειακό γιατρό. Από όσους δεν το έχουν κάνει, το 38,5% δηλώνει πως δεν το θεωρεί χρήσιμο, το 34,1% ότι το αμέλησε, ενώ το 18,7% προσπάθησε αλλά δεν βρήκε. Το 44,6% όσων δεν έχουν εγγραφεί δηλώνουν πως δεν σκοπεύουν να εγγραφούν και το 43,6% ότι σκοπεύουν να το κάνουν.
- Το 66,1% των πολιτών του δείγματος δήλωσαν πως επισκέπτονται κυρίως ιδιωτικά ιατρεία για την ιατρική τους περίθαλψη, το 35,7% νοσοκομεία, 20,2% συμβεβλημένους γιατρούς με το ΕΟΠΥΥ, 8,2% Κέντρα Υγείας ή Ιατρεία ΠΕΔΥ, 6,4% πολυιατρεία/κλινικές (σ.σ. η ερώτηση έδινε τη δυνατότητα πολλαπλής επιλογής απαντήσεων).
- Το 82,8% επισκέπτεται τον ίδιο γιατρό σταθερά, ενώ το 16,3% έχει κάνει κάποια ασφάλιση υγείας, από τους οποίους το 15,7% την ξεκίνησε μέσα στον περασμένο χρόνο.
Οι γιατροί
Στη δεύτερη έρευνα συμμετείχαν 607 γιατροί από την Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης. Το 61,6% αξιολογεί αρνητικά το σύστημα υγείας της χώρας, το 21,3% θετικά και το 15% ούτε θετικά ούτε αρνητικά. Μεγαλύτερα ποσοστά αρνητικής αξιολόγησης παρατηρούνται στους γιατρούς του ιδιωτικού τομέα (65,7%) έναντι του δημόσιου (59,5%).
Τα ποσοστά αρνητικής αξιολόγησης είναι τα μεγαλύτερα των τελευταίων 5 ετών και τείνουν να προσεγγίσουν τα έτη 2015, 2016, 2017.
Η συντριπτική πλειοψηφία των γιατρών θεωρεί πολύ (74,3%) ή αρκετά (11,2%) σημαντική τη συμβολή της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας στη δημόσια υγεία, με το 9,2% να απαντά πως τη θεωρεί λίγο και το 5,3% καθόλου σημαντική.
«Αυτό αποτελεί και δική μας άποψη, Είναι σαν να λέμε ότι ο ήλιος ανατέλλει στην Ανατολή και δύει στη Δύση», ανέφερε ο πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, Νικόλαος Νίτσας, σχολιάζοντας το συγκεκριμένο εύρημα, υποστηρίζοντας πως η χώρα προσπαθεί με στρεβλό τρόπο να κατακτήσει ένα πρωτοβάθμιο σύστημα υγείας το οποίο θα αποτελεί και ένα φραγμό της μετακίνησης απλών περιστατικών προς τα νοσοκομεία. «Δεν το έχουμε καταφέρει μέχρι σήμερα, επειδή δεν έχουν μπει όλοι οι γιατροί στο σύστημα παρά μόνο οι συμβεβλημένοι γιατροί και αυτό κάνει το σύστημα αυτή τη στιγμή δυσλειτουργικό, καθώς δεν μπορεί να καλύψει αριθμητικά όλους τους Έλληνες πολίτες», είπε.
Σε ό,τι αφορά τα εισοδήματά τους, το 43,7% των γιατρών απάντησε πως έχουν μείνει ίδια τα τελευταία 3 χρόνια, το 34,% ότι έχουν αυξηθεί και το 19% ότι έχουν μειωθεί, χωρίς αξιοσημείωτη διαφορά μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Δύο στους τρεις (62,2%) εκτιμούν πως θα παραμείνουν ίδια και το επόμενο 12μηνο, με το 18,8% να «βλέπει» αύξηση και το 12% μείωσή τους.
Το 57,2% δηλώνει πως την τελευταία τριετία έχει αυξηθεί ο αριθμός των ασθενών που εξυπηρετεί, το 27,7% ότι έχει μείνει ίδιος και το 10,2% ότι έχει μειωθεί.
Το 52,4% των ερωτηθέντων γιατρών έχει αρνητική στάση απέναντι στα απογευματινά χειρουργεία επί πληρωμή, το 31,9% τα βλέπει θετικά, το 9% ούτε θετικά ούτε αρνητικά ενώ το 7,7% δεν παίρνει θέση.
Το 68,4% θεωρεί ότι το κόστος των ιατρικών υπηρεσιών τα τελευταία τρία χρόνια έχει αυξηθεί, το 22,2% ότι έχει μείνει ίδιο και το 4,7% ότι έχει ελαττωθεί.
Το 37,7% έχει σκεφτεί να συνεχίσει στο εξωτερικό την επαγγελματική του σταδιοδρομία και το 62,3% απαντά αρνητικά. Το 12,3% έχει σκεφτεί να μεταφέρει την έδρα του στο εξωτερικό συνεχίζοντας και στην Ελλάδα την επαγγελματική του δραστηριότητα.