Το ρωσικό και κινεζικό παιχνίδι στον χώρο των Βαλκανίων

Τα συμφέροντα της Κίνας και της Ρωσίας στα Βαλκάνια και τι μπορεί να σημαίνουν οι δραστηριότητές τους για τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα της περιοχής. Ο ρόλος της Τουρκίας και η πρόκληση για την Ευρώπη.

Δημοσιεύθηκε: 26 Αυγούστου 2022 - 07:59

Load more

Στο πρώτο μέρος της σειράς αυτής του Stratfor, ο αρθρογράφος εξέτασε τις τοπικές κινητήριες δυνάμεις και τους περιορισμούς για μια δυνητική ανανέωση των συγκρούσεων στα Βαλκάνια. Ωστόσο, οι ενέργειες εξωτερικών παραγόντων -κυρίως της Ρωσίας και της Κίνας- είναι επίσης κρίσιμης σημασίας για να εκτιμηθεί η περιφερειακή σταθερότητα.

Η ιστορική επιρροή της Ρωσίας

Η Ρωσία ιστορικά θεωρούσε πως τα Βαλκάνια έπεφταν στη δική της σφαίρα επιρροής. Αυτό έχει συμβάλει σε μέρος της διαφθοράς, της πολιτικής παράλυσης, της αυξημένης στρατιωτικοποίησης και άλλων προκλήσεων που ταλανίζουν τις βαλκανικές χώρες. Η επιρροή της Μόσχας είναι πιο έντονη στη Σερβία, με την οποία μοιράζεται ποικίλους πρακτικούς και συμβολικούς δεσμούς. Ιδιαίτερα στη Σερβία, αλλά και σε όλη την περιοχή, η ρωσική προπαγάνδα (συμπεριλαμβανομένης της παραπληροφόρησης ότι ξέσπασε «πόλεμος» μεταξύ του Κοσόβου και της Σερβίας πριν από δύο εβδομάδες) έχει επιδιώξει να εκμεταλλευτεί τις εθνοτικές εντάσεις και άλλους διχασμούς, σε μια απόπειρα να αποτρέψει τα περιφερειακά κράτη από το να ευθυγραμμιστούν με τη Δύση.

Πράγματι, μόλις πριν από δύο εβδομάδες η Ρωσία διέδωσε παραπληροφόρηση πως ξέσπασε «πόλεμος» μεταξύ του Κοσόβου και της Σερβίας, μετά την απόφαση της πρώτης (η εφαρμογή της οποίας αποφασίστηκε τώρα να καθυστερήσει έως τις αρχές Σεπτεμβρίου) να μην αναγνωρίζει πλέον τις σερβικές πινακίδες κυκλοφορίας, που οδήγησε σε σύντομο ξέσπασμα αναταραχών στα σύνορα Κοσόβου-Σερβίας.

Το Κρεμλίνο υπήρξε επίσης αποσταθεροποιητική δύναμη και σε άλλες διαμάχες: στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη, η Ρωσία έχει εμμέσως επικυρώσει τις απειλές που έχει κάνει ο κορυφαίος Σερβοβόσνιος πολιτικός της χώρας Milorad Dodik να διαλύσει τη δομή διακυβέρνησης που καθιερώθηκε με τη συμφωνία διαμοιρασμού της εξουσίας, η οποία έδωσε τέλος στον πόλεμο της Βοσνίας το 1995.

Η Μόσχα έχει κατηγορηθεί ότι προσπάθησε να καλλιεργήσει ένα (αποτυχημένο) πραξικόπημα στο Μαυροβούνιο το 2016, στο πλαίσιο μιας μεγαλύτερης εκστρατείας αποσταθεροποίησης, για να προσπαθήσει να αποτρέψει τη χώρα από το να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ (κάτι που έκανε το επόμενο έτος). Και φυσικά, στον απόηχο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία νωρίτερα φέτος, δημιουργήθηκαν φόβοι πως ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν θα μπορούσε να κάνει επιθετικές κινήσεις στα Βαλκάνια για να αποσταθεροποιήσει περαιτέρω την πολιτική δυναμική και τη δυναμική της ασφάλειας στην Ευρώπη.

Αλλά ακόμα και στη Σερβία, υπάρχουν περιορισμοί στην επιρροή της Ρωσίας. Σε αντίθεση με άλλες δυτικές κυβερνήσεις, το Βελιγράδι δεν έχει επιβάλει άμεσα κυρώσεις στη Μόσχα ως απάντηση στην επιθετικότητά της έναντι του Κιέβου. Αλλά η Σερβία έχει υποστηρίξει άλλες κυρώσεις εναντίον proxies της Ρωσίας και έχει ταχθεί υπέρ πολλών ψηφισμάτων του ΟΗΕ που καταδίκαζαν την εισβολή στην Ουκρανία. Και ενώ κάποιοι έχουν αποκαλέσει τον Σέρβο πρόεδρο Αλ. Βούτσιτς «μικρό Πούτιν», αναφερόμενοι στις εκλαμβανόμενες στενές σχέσεις του με το Κρεμλίνο, η ηγεσία του τελευταίου έχει τελικά καθοριστεί πολύ περισσότερο από την επιθυμία να κρατηθεί στην εξουσία.

Τον Μάιο για παράδειγμα, ο Βούτσιτς έγινε πρωτοσέλιδο όταν επέκρινε σχόλια του Πούτιν με τα οποία συνέκρινε το δικαίωμα του Κοσόβου στην ανεξαρτησία με αυτό των κατεχόμενων από τη Ρωσία ουκρανικών περιοχών Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ. Πιο πρόσφατα, ο Σέρβος πρόεδρος καταδίκασε επίσης βουλευτή του κυβερνώντος Σερβικού Προοδευτικού Κόμματος που φάνηκε να ζητά πόλεμο με το Κόσοβο ως απάντηση στη διαμάχη για τις πινακίδες κυκλοφορίας: σε ανάρτησή του στο twitter στις 31 Ιουλίου, ο βουλευτής του SNS έριξε την ιδέα πως η Σερβία θα «αναγκαστεί να αρχίσει την αποναζιστοποίηση των Βαλκανίων» -χρησιμοποιώντας τον ίδιο αμφιλεγόμενο όρο που χρησιμοποίησε ο Πούτιν πριν στείλει στρατό στην Ουκρανία-, κάτι που ο Βούτσιτς αποκήρυξε δημοσίως ως «κουτό» και «ανεύθυνο».

Για τον σκοπό αυτό, ο Βούτσιτς ευχαρίστως θα «παίξει» με τη Ρωσία και την Ευρώπη για να πετύχει τους στόχους του. Πράγματι, η Σερβία είναι ο μεγαλύτερος περιφερειακός αποδέκτης προενταξιακών κονδυλίων της ΕΕ, αλλά ταυτόχρονα υπέγραψε πρόσφατα συμφωνία φυσικού αερίου με τη Μόσχα. Ο Βούτσιτς γνωρίζει επίσης ότι πρέπει κατά καιρούς να ανταποκρίνεται στις φιλορωσικές συμπάθειες που τρέφουν οι Σέρβοι, ορισμένοι από τους οποίους έχουν διαδηλώσει υποστηρίζοντας τις ενέργειες της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Σε πιο στρατηγικό επίπεδο, ο πόλεμος της Ουκρανίας είναι επίσης ένα δίκοπο μαχαίρι για τη Ρωσία. Ενώ προσφέρει στη Μόσχα ένα άλλο ζήτημα για να μπορέσει να μπει «σφήνα» και να προσπαθήσει να απομακρύνει τα Βαλκάνια από τη Δύση, έχει επίσης αναγκάσει την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ να επικεντρωθούν εκ νέου στις κοντινές περιφέρειές τους για να αντιμετωπίσουν τη ρωσική επιρροή. Και οι δύο συμμαχίες επανεξετάζουν τις σχέσεις τους με τα Βαλκάνια και προσφάτως συνειδητοποιούν ότι οποιαδήποτε σοβαρή αστάθεια, πόσο μάλλον πραγματική σύγκρουση, θα έδινε στη Ρωσία ένα άνοιγμα. Αυτό υποδηλώνει ότι υπάρχουν ακόμη μεγαλύτερα κίνητρα στη Δύση για να βοηθήσει στη διαχείριση των βαλκανικών διαφορών και να προχωρήσει στη βαθύτερη ενοποίησή τους με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει σε ορισμένες περιπτώσεις μείωση της κριτικής (όπως για τη διαφθορά), προκειμένου να συνεχίσουν οι χώρες της περιφέρειας αυτής να είναι στραμμένες προς τη Δύση.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία βοήθησε ακόμη να τεθούν υπό έλεγχο ορισμένες περιφερειακές προκλήσεις, κυρίως τον Ιούνιο, όταν ο Μ. Ντόντικ ανακοίνωσε εξάμηνη καθυστέρηση στην απόσυρση της περιοχής της Δημοκρατίας Σέρπσκα από τους εθνικούς θεσμούς της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης. Ο Ντόντικ δεν απέσυρε επισήμως το σχέδιο, αλλά ανέφερε συγκεκριμένα τη γεωπολιτική αβεβαιότητα ως λόγο για την αναβολή, ανοίγοντας δρόμο για μεσολάβηση.

Ο αυξανόμενος αντίκτυπος της Κίνας

Η Κίνα, επίσης, αντιπροσωπεύει μια πρόκληση, κυρίως οικονομικά, αλλά όλο και περισσότερο επίσης πολιτικά και στρατιωτικά. Ένα μεγάλο μέρος του πλεονεκτήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα Βαλκάνια είναι τα τεράστια οικονομικά οφέλη που θα αποφέρει η ένταξη. Αλλά όσο περισσότερο διαρκεί η διαδικασία ένταξης, τόσο πιο πιθανό είναι τα περιφερειακά κράτη να αρχίσουν να αναζητούν αλλού οικονομικούς δεσμούς, ένα κενό που το Πεκίνο επιδιώκει διακαώς να καλύψει.

Τα τελευταία χρόνια, η Κίνα έχει κάνει επενδύσεις ύψους δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως στην περιοχή, ιδιαίτερα στη Σερβία. Και σε αντίθεση με τη βοήθεια της ΕΕ και των ΗΠΑ, που συχνά έχει όρο την καταπολέμηση της διαφθοράς ή την ενίσχυση του κράτους δικαίου, το μεγαλύτερο μέρος της βοήθειας της Κίνας έρχεται με λίγους όρους, γεγονός που την καθιστά ιδιαίτερα ελκυστική για τους περιφερειακούς αποδέκτες.

Αν και βρίσκεται ακόμα πολύ πιο πίσω από τη Ρωσία, ωστόσο η Κίνα έχει επίσης αρχίσει να ασχολείται περισσότερο με τις πολιτικές διαμάχες και τις στρατιωτικές υποθέσεις της περιοχής: αυτό ήταν πιο εμφανές τον Απρίλιο, όταν κινεζικά στρατιωτικά αεροπλάνα παρέδωσαν ένα σύστημα αεράμυνας στη Σερβία -μια οπτικά υποβλητική αναπαράσταση της αυξανόμενης κινεζικής επιρροής.

Υπάρχουν όμως και σημαντικές επιφυλάξεις σε αυτό το αφήγημα. Ενώ οι κινεζικές επενδύσεις στην περιοχή έχουν αυξηθεί, εξακολουθούν να μην πλησιάζουν το επίπεδο των επενδύσεων της ΕΕ. Η Σερβία, για παράδειγμα, είναι μακράν ο μεγαλύτερος αποδέκτης κινεζικών κεφαλαίων στα Βαλκάνια, αν και οι κινεζικές επενδύσεις εκτιμάται ότι αντιπροσωπεύουν μόλις το 1% των συνολικών άμεσων ξένων επενδύσεων στη Σερβία (σε σύγκριση με το 70% της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Επιπλέον, ενώ τα κινεζικά δάνεια μπορεί να συνοδεύονται από λιγότερους όρους, ωστόσο οι όροι τους είναι επίσης αδιαφανείς και δύσκολο να εκπληρωθούν, γεγονός που καταλήγει να παγιδεύει τους δανειολήπτες. Στο Μαυροβούνιο, ένα οδικό έργο ύψους 1 δισ. δολαρίων που χρηματοδοτήθηκε από την Κίνα (που χαρακτηρίζεται ως  «αυτοκινητόδρομος προς το πουθενά») έχει προσελκύσει την προσοχή των παγκόσμιων μέσων ενημέρωσης για τον όλεθρο που έχει προκαλέσει στα οικονομικά της χώρας -μια προειδοποίηση που πολλά περιφερειακά κράτη έχουν λάβει υπόψη.

Και αν μη τι άλλο, η απόκτηση του κινεζικού συστήματος αεράμυνας από τη Σερβία είναι μια περαιτέρω απόδειξη ότι η κυβέρνηση του Βούτσιτς δεν χρωστά στη Ρωσία, αλλά αντίθετα επιδιώκει να «παίξει» τις μεγάλες δυνάμεις τη μία εναντίον της άλλης -πιθανότατα κοιτάζοντας προς τη Δύση για αντιστάθμισμα. Εξάλλου, η Σερβία (όπως και η Βοσνία-Ερζεγοβίνη) έχει ένα Μεμονωμένο Σχέδιο Δράσης Συνεργασίας με το ΝΑΤΟ, που είναι η στενότερη μορφή συνεργασίας που μπορεί να έχει ένα κράτος μη μέλος με το μπλοκ.

Ο ρόλος της Τουρκίας

Τέλος, υπάρχει ένας τρίτος εξωτερικός παράγοντας, η Τουρκία, που επίσης παίζει ρόλο στην περιοχή, αν και τελικά η επιρροή της είχε λιγότερη επίπτωση και προκάλεσε λιγότερη ανησυχία στις δυτικές πρωτεύουσες. Η γεωγραφική εγγύτητα και οι ιστορικοί δεσμοί βρίσκονται πίσω από τα συμφέροντα της Άγκυρας στην περιοχή, ιδιαίτερα σε χώρες με μουσουλμανική πλειονότητα όπως η Αλβανία και η Βοσνία και Ερζεγοβίνη. Γενικότερα, η Τουρκία έχει παίξει τον ρόλο του ξένου επενδυτή, αλλά έχει επίσης προσπαθήσει να αποκτήσει επιρροή σε θρησκευτικούς όρους, διαδίδοντας το δικό της στίγμα του Ισλάμ.

Ενώ αυτοί οι παράγοντες έχουν κατά καιρούς προκαλέσει διαμαρτυρίες στην Ευρώπη, τελικά η συμμετοχή της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ και οι βαθιοί εμπορικοί δεσμοί με την Ευρωπαϊκή Ένωση (ακόμα και αν δεν είναι μέλος) σημαίνουν πως οι δραστηριότητές της δεν έχουν εγείρει φόβους όπως αυτούς που εγείρουν οι δραστηριότητες της Ρωσίας και της Κίνας. Μάλιστα, ενώ η Μόσχα και το Πεκίνο έχουν χαρακτηριστεί ως αποσταθεροποιητές που καθοδηγούνται από την ιδεολογία, η Άγκυρα έχει σε μεγάλο βαθμό επιδιώξει μια εξαιρετικά πρακτική εξωτερική πολιτική στα Βαλκάνια και έχει ταχθεί υπέρ του προσανατολισμένου προς την Ευρώπη status quo, θέλοντας να φανεί ως μεσολαβητής που επιλύει διαμάχες αντί για ταραξίας που τις υποδαυλίζει.

Πεκίνο, Βρυξέλλες ή Μόσχα;

Σε αυτή την αξιολόγηση, επομένως, οι ανησυχίες για τις περιφερειακές εθνοτικές εντάσεις είναι πραγματικές αλλά και διαχειρίσιμες. Οι ηγέτες των Βαλκανίων μπορεί να γαβγίζουν πολύ, αλλά δαγκώνουν συγκριτικά λίγο. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι σποραδικές εξάρσεις, όπως αυτές που παρατηρήθηκαν πριν από δύο εβδομάδες, δεν θα είναι συνεχείς κίνδυνοι. Θα μπορούσαν ακόμη και να αυξηθούν σε σοβαρότητα και διάρκεια, ειδικά εάν οι περιφερειακοί ηγέτες υποδαυλίσουν τις εθνοτικές φωτιές. Άλλωστε, ο κίνδυνος να παίζεις με τις πολιτικές ταυτότητας είναι ότι αυτού του είδους τα πάθη είναι βαθύτατα προσωπικά και πιο δύσκολο να μετριαστούν. Αλλά ουσιαστικά, οι περιορισμοί -πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά- σε ευρύτερες συγκρούσεις φαίνεται να ξεπερνούν τους παράγοντες που κινούν προς αυτές.

Μια σιωπηρή υπόθεση, ωστόσο, είναι ότι τα κράτη των Βαλκανίων αισθάνονται ότι η βαθύτερη ενοποίηση με τη Δύση εξακολουθεί να είναι μια ρεαλιστική πιθανότητα, παρά τα πολλά χρόνια αναμονής. Πράγματι, μεγάλο μέρος της υποκείμενης λογικής για την ειρήνη προέρχεται από την πεποίθηση ότι η σύγκρουση θα έβλαπτε πολύ περισσότερο τις φιλοδοξίες των βαλκανικών κρατών από ό,τι θα είχε σημαντικά οφέλη.

Αλλά εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ αποτύχουν να προσφέρουν συγκεκριμένες οδούς ένταξης και μεμονωμένα δυτικά κράτη χάσουν το ενδιαφέρον τους για τα Βαλκάνια, τότε οι υπολογισμοί των περιφερειακών ηγετών θα μπορούσαν να αλλάξουν. Αυτό θα μπορούσε να ανοίξει την πόρτα για μεγαλύτερη ρωσική και κινεζική επιρροή ή ακόμη και να δημιουργήσει σκηνικό για κάποιον περιφερειακό ηγέτη να στοιχηματίσει ότι μια μεγάλη πρόκληση θα παρακινούσε τη Δύση να κάνει παραχωρήσεις, αντί να δει τη χώρα του να στρέφεται προς τη Μόσχα ή το Πεκίνο.

Οπωσδήποτε, βασικοί Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν κάνει πρόσφατα δηλώσεις υπέρ της βαθύτερης ενοποίησης με τα Βαλκάνια και έχουν κάνει ταξίδια στην περιοχή, αλλά τελικά θα πρέπει να αναλάβουν δράση και όχι να προσφέρουν απλώς λόγια.

Υπό αυτή την έννοια, οι γενικές εκλογές στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη που έχουν προγραμματιστεί για τις 2 Οκτωβρίου θα αποτελέσουν μια λυδία λίθο, όχι μόνο με βάση τον τρόπο που θα εξελιχθούν στο εσωτερικό, αλλά και για το πόσο δεσμευμένοι είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΝΑΤΟ και άλλοι βασικοί δυτικοί παράγοντες ενόψει και μετά την ψηφοφορία. Εξάλλου, από πολλές απόψεις, τα Βαλκάνια ανήκουν στη Δύση και θα τα χάσει μόνο εάν βάλει τρικλοποδιά στον εαυτό της. Ενώ ο πόλεμος της Ουκρανίας έχει οπωσδήποτε ξαναφέρει στο επίκεντρο τη σημασία της περιοχής για τη Δύση, η εισβολή της Ρωσίας είναι επίσης μια τραγική υπενθύμιση του πόσο γρήγορα μπορούν να κλιμακωθούν τα πράγματα -ακόμα και όταν δεν φαίνεται να υπάρχει σαφής στρατηγική λογική.

Load more

Δείτε επίσης

Load more

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας χρησιμοποιούμε τεχνολογίες, όπως cookies, και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως διευθύνσεις IP και αναγνωριστικά cookies, για να προσαρμόζουμε τις διαφημίσεις και το περιεχόμενο με βάση τα ενδιαφέροντά σας, για να μετρήσουμε την απόδοση των διαφημίσεων και του περιεχομένου και για να αποκτήσουμε εις βάθος γνώση του κοινού που είδε τις διαφημίσεις και το περιεχόμενο. Κάντε κλικ παρακάτω για να συμφωνήσετε με τη χρήση αυτής της τεχνολογίας και την επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων για αυτούς τους σκοπούς. Μπορείτε να αλλάξετε γνώμη και να αλλάξετε τις επιλογές της συγκατάθεσής σας ανά πάσα στιγμή επιστρέφοντας σε αυτόν τον ιστότοπο.



Πολιτική Cookies
& Προστασία Προσωπικών Δεδομένων