Η κατάρρευση του κυβερνητικού συνασπισμού στο Ισραήλ πυροδοτεί μια νέα περίοδο πολιτικής αστάθειας που θα μπορούσε να οδηγήσει και πάλι είτε σε μια αδύναμη κυβέρνηση είτε σε έναν νέο κύκλο εκλογών χωρίς σαφές αποτέλεσμα. Και αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε μεγαλύτερο πολιτικό αδιέξοδο και κοινωνική αναταραχή, καθώς οι δεξιές παρατάξεις της χώρας εντείνουν την εμπρηστική ρητορική τους με την ελπίδα να εξασφαλίσουν περισσότερες ψήφους.
Στις 20 Ιουνίου ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Ναφτάλι Μπένετ ανακοίνωσε ότι ο κυβερνητικός συνασπισμός θα διαλύσει την Κνεσέτ (βουλή) πριν από το τέλος του μήνα, σημαίνοντας το τέλος μιας από τις ιδεολογικά πιο ετερόκλιτες κυβερνήσεις στην ιστορία του Ισραήλ. Τους τελευταίους μήνες αποστάτησαν πολλοί κυβερνητικοί βουλευτές, μέχρι το σημείο που δεν μπορούσαν να εγκριθούν νέοι νόμοι. Την περασμένη εβδομάδα απορρίφθηκε ένα νομοσχέδιο υπέρ των εποίκων στη Δυτική Όχθη, το οποίο - σύμφωνα με τον Μπένετ - έδωσε τη χαριστική βολή στην αλληλοσπαρασσόμενη κυβερνητική συμμαχία.
- Από τον σχηματισμό του τον Ιούνιο του 2021, ο συνασπισμός υπό τον Μπένετ δυσκολεύεται να κυβερνήσει εν μέσω συνεχιζόμενων εσωτερικών διχασμών που αφορούν τους οικισμούς της Δυτικής Όχθης, τα δικαιώματα των Αράβων και των LBGTQ, καθώς και συγκρούσεις με προσωπικά κίνητρα. Στις 6 Απριλίου, ένας βουλευτής από το δεξιό κόμμα Γιαμίνα του Μπένετ αυτομόλησε στο αντιπολιτευόμενο κόμμα Λικούντ του πρώην πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, στερώντας την πλειοψηφία από τον κυβερνητικό συνασπισμό. Από τότε ακολούθησαν περισσότερες αποστασίες.
Εάν ο Νετανιάχου βρει αρκετή υποστήριξη στην Κνεσέτ για να διορίσει μια δεξιά κυβέρνηση, θα μπορέσει να επιστρέψει στην εξουσία. Διαφορετικά, το Ισραήλ θα πραγματοποιήσει ακόμη έναν γύρο εκλογών το φθινόπωρο.
Τις επόμενες μέρες θα δούμε τον Νετανιάχου να προσπαθεί να προσεταιριστεί αρκετά δεξιά μέλη της Κνεσέτ, και πιθανώς στελέχη που αποσκίρτησαν από το Λικούντ και δημιούργησαν το δικό τους κόμμα,. Εάν τα καταφέρει, θα μπορούσε να ζητήσει ψηφοφορία που θα του επέτρεπε να επιστρέψει στην εξουσία χωρίς να διαλυθεί η βουλή. Αλλά, αν δεν τα καταφέρει, η χώρα θα προσφύγει στις πέμπτες εκλογές σε τρία χρόνια. Μια τέτοια ψηφοφορία θα διεξαχθεί πιθανότατα τον Οκτώβριο ή τον Νοέμβριο, ενώ ως τότε θα υπηρετεί ως πρωθυπουργός ο υπουργός Εξωτερικών Γιαΐρ Λαπίντ.
Εάν διεξαχθούν νέες εκλογές και το αποτέλεσμα είναι αμφίρροπο ή προκύψει νέα αδύναμη κυβέρνηση, θα είναι δύσκολο να περάσουν νόμοι ακόμη και για βασικά οικονομικά ζητήματα, πόσο μάλλον για πιο αμφιλεγόμενα κοινωνικά θέματα. Εάν επιβεβαιωθεί στην κάλπη ο κατακερματισμός που δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, το Ισραήλ θα μπορούσε να οδηγηθεί σε διαδοχικές εκλογές, όπως έγινε μεταξύ 2019-2021 όταν τρεις συνεχείς εκλογικές αναμετρήσεις δεν ανέδειξαν ξεκάθαρο νικητή.
Εάν προκύψει ξανά αμφίρροπο αποτέλεσμα, θα μπορούσε να δημιουργήσει μια άλλη αδύναμη κυβέρνηση συνασπισμού ο Γιαΐρ Λαπίντ ή ο Μπένετ ή άλλος αρχηγός της αντιπολίτευσης (όπως ο Γκίντεον Σάαρ του δεξιού κόμματος Νέα Ελπίδα ή ο Αβιγκντόρ Λίμπερμαν του εθνικιστικού δεξιού κόμματος Γισραέλ Μπεϊτένου). Αλλά μια τέτοια κυβέρνηση θα μαστιζόταν από τις ίδιες ιδεολογικές διαιρέσεις και το πολιτικό αδιέξοδο που οδήγησε στο άδοξο τέλος της πρόσφατης κυβέρνησης Μπένετ και πιθανότατα θα είχε την ίδια μοίρα.
- Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι σε πιθανές πρόωρες εκλογές θα κέρδιζε τις περισσότερες έδρες και πάλι το Λικούντ, ωστόσο θα δυσκολευόταν να αποκτήσει κυβερνητικούς συμμάχους καθώς παραμένει ισχυρό το αντι-Νετανιάχου αίσθημα μεταξύ των δεξιών πολιτικών κομμάτων, λόγω της συνεχιζόμενης δίκης του πρώην πρωθυπουργού για διαφθορά και της αποτυχίας να εκπληρώσει τις υποσχέσεις του για προσάρτηση της Δυτικής Όχθης όταν ήταν στην εξουσία.
Η αντιπολίτευση υπό την ηγεσία του Νετανιάχου θα κάνει εκστρατεία υπέρ της απαγόρευσης των παλαιστινιακών σημαιών εντός του Ισραήλ και υπέρ της επέκτασης των οικισμών στη Δυτική Όχθη - πολιτικές που έχουν στόχο να κερδίσουν τους δεξιούς υποστηρικτές του Μπένετ και φυσικά τους εθνικιστές. Αριστερά και κεντρώα κόμματα, εν τω μεταξύ, θα κάνουν εκστρατεία για τη διατήρηση της σταθερότητας και την προσπάθεια να επιτευχθούν οικονομικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Αλλά δεν φαίνεται να έχουν τύχη τέτοιες ιδέες, καθώς ο νεανικός πληθυσμός του Ισραήλ ωθεί τη χώρα αποφασιστικά προς τα δεξιά.
Δεδομένου ότι το Λικούντ υποστηρίζει την καταστολή της αραβικής και παλαιστινιακής ταυτότητας εντός του Ισραήλ και την επέκταση στη Δυτική Όχθη, οι Άραβες του Ισραήλ –εξοργισμένοι ακόμα από τις ταραχές που ξέσπασαν κατά τον πόλεμο της Γάζας το 2021– θα μπορούσαν να αντιδράσουν με διαδηλώσεις, απεργίες και βία. Οι Παλαιστίνιοι στη Δυτική Όχθη είναι επίσης πιθανό να χρησιμοποιήσουν βία για να διαμαρτυρηθούν ενάντια στην επέκταση του εποικισμού. Μια τέτοια εξέλιξη θα ενεργοποιήσει διπλωματικά τα αραβικά κράτη, παγώνοντας ίσως τις προσπάθειες εξομάλυνσης των σχέσεων Ισραήλ-Σαουδικής Αραβίας.
Η αύξηση της αναταραχής υπό ενδεχόμενη ηγεσία Νεταχιάνου θα ενθάρρυνε περαιτέρω και τις αντι-ισραηλινές φωνές στο Δημοκρατικό Κόμμα των ΗΠΑ, του οποίου η σχέση με τον Νετανιάχου - στενό σύμμαχο του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ - παραμένει τεταμένη.