Καθώς η πολεμική σύρραξη στην Ουκρανία βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των διεθνών μέσων ενημέρωσης, μια άλλη μάχη μαίνεται μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας: το δίκτυο κατασκόπων της Ρωσίας στην Ευρώπη αποδεκατίζεται.
Σε ανακοίνωση που εξέδωσαν στις 11 Απριλίου, οι γαλλικές αρχές ανέφεραν ότι ξεσκέπασαν κρυφή επιχείρηση που διενέργησαν έξι «Ρώσοι πράκτορες με διπλωματική κάλυψη», οι οποίοι θα απελαύνονταν από τη χώρα.
H ανακοίνωση δημοσιεύτηκε λίγο μετά από σειρά συντονισμένων κινήσεων την προηγούμενη εβδομάδα ως απάντηση στις καταγγελίες για ρωσικά εγκλήματα πολέμου στην Μπούτσα, όταν πλειάδα ευρωπαϊκών χωρών και η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση διαμήνυσαν ότι θα απελάσουν σχεδόν 270 Ρώσους διπλωμάτες που κατηγόρησαν εμμέσως ή ρητά ότι είναι κατάσκοποι.
Oι ανακοινώσεις έγιναν μετά από παρόμοιες δηλώσεις από άλλες ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες είχαν ήδη αναγγείλει ότι θα απελάσουν πάνω από 150 Ρώσους διπλωμάτες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο. Όλες οι χώρες τόνισαν ότι οι διπλωμάτες που ήταν να απελαθούν είχαν παραβιάσει τα διπλωματικά τους καθήκοντα.
Το κύμα αυτό είναι με διαφορά η μεγαλύτερη μαζική απέλαση διπλωματών στην ιστορία, υπερδιπλάσιο από αυτό που οδήγησε στην απέλαση 150 Ρώσων διπλωματών το 2018 - που εκείνη την εποχή ήταν η μεγαλύτερη απέλαση από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου – μετά τη δηλητηρίαση του Σεργκέι Σκριπάλ στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Aν και η έκταση της αντίδρασης των ευρωπαϊκών χωρών είναι πρωτοφανής, οι ίδιες οι απελάσεις δεν προκαλούν έκπληξη. Τον περασμένο Απρίλιο, πρώην επικεφαλής βρετανικής υπηρεσίας πληροφοριών υπολόγισε ότι μόνο το ένα δέκατο των επιχειρήσεων των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών στην Ευρώπη έχει ξεσκεπαστεί, και τον Ιούνιο ο επικεφαλής της γερμανικής υπηρεσίας πληροφοριών δήλωσε σε δημοσιογράφο ότι η ρωσική κατασκοπεία στο γερμανικό έδαφος έχει φτάσει σε ψυχροπολεμικά επίπεδα.
Αλλά αν και η μαζική απομάκρυνση κατασκόπων είναι αναμφίβολα ένα μεγάλο πισωγύρισμα για τις κατασκοπευτικές δραστηριότητες του Κρεμλίνου στην Ευρώπη, υπάρχουν εκ των πραγμάτων περιορισμοί στην αποτελεσματικότητα αυτών των κινήσεων.
Persona Non Grata
Η Ρωσία, σε μεγαλύτερο από τις περισσότερες χώρες, χρησιμοποιεί τις πρεσβείες της στο εξωτερικό όχι μόνο για την άσκηση διπλωματίας αλλά και για κατασκοπεία. Όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση που εξέδωσε η Γαλλία στις 11 Απριλίου, κάποιοι διπλωμάτες εργάζονται υπό «επίσημη κάλυψη», λειτουργώντας με διπλωματική ασυλία κάνοντας φαινομενικά νόμιμη δουλειά, αλλά παράλληλα εργάζονται ως κατάσκοποι. Σε αντίθεση με όσα συμβαίνουν στις περισσότερες ταινίες δράσης, το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς αυτής δεν περιλαμβάνει κυνηγητά με αυτοκίνητα, αλλά αλίευση πληροφοριών από ανθρώπινες πηγές (humint), εύρεση και διαχείριση ανθρώπινων πόρων, διευκόλυνση διάφορων επιχειρήσεων και διαρκή αποστολή πληροφοριών.
Ακόμα και για τη Ρωσία, που οι υπηρεσίες πληροφοριών της είναι τεράστιες, η απώλεια πάνω από 400 πρακτόρων θα περιπλέξει και σε κάποιες περιπτώσεις θα παραλύσει τις κατασκοπευτικές της δραστηριότητες στην Ευρώπη. Αυτό ισχύει ιδίως για χώρες όπως η Εσθονία, η Λετονία και η Λιθουανία, οι οποίες δεν απέλασαν απλώς Ρώσους κατασκόπους, αλλά έκλεισαν προξενεία.
Όχι μόνο η Ρωσία θα αναγκαστεί να βασιστεί σε πολύ λιγότερους κατασκόπους, αλλά αυτοί που θα παραμείνουν με διπλωματική κάλυψη στην Ευρώπη θα πρέπει να ενεργούν πολύ πιο προσεκτικά, κυρίως επειδή θα ελέγχονται πολύ πιο αυστηρά από τις τοπικές υπηρεσίες ασφαλείας. Τον περασμένο μήνα, πριν το πιο πρόσφατο και μεγαλύτερο κύμα απελάσεων, οι βελγικές αρχές ανέφεραν ότι παρατήρησαν υποχώρηση στη ρωσική κατασκοπευτική δραστηριότητα πριν τις προγραμματισμένες συνόδους του ΝΑΤΟ, της Ε.Ε. και της G-7 στις Βρυξέλλες.
Αυτό μπορεί να οφείλεται και σε μια περαιτέρω πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι Ρώσοι κατάσκοποι: την κατάρρευση του ηθικού, όχι μόνο στις τάξεις τους αλλά και των ανθρώπινων πόρων που έχουν στρατολογήσει. Αν και είναι δύσκολο να επιβεβαιωθούν δημοσιεύματα για δυσαρέσκεια εντός των ρωσικών υπηρεσιών ασφαλείας λόγω της εισβολής της χώρας στην Ουκρανία, είναι πολύ πιθανό κάποιοι κατάσκοποι στην Ευρώπη να έχουν σοβαρές επιφυλάξεις, ειδικά αυτοί που είναι σε επαφή με τον δυτικό τρόπο ζωής και έχουν πρόσβαση στα δυτικά μέσα ενημέρωσης. Ακόμα και αν πιστεύουν το αφήγημα του Κρεμλίνου, μπορεί να απεχθάνονται τον τρόπο που ο Ρώσος πρόεδρος Βλάντιμιρ Πούτιν γελοιοποίησε δημοσίως τους επικεφαλής τους, και πιθανότατα θα έχουν διαβάσει τα δημοσιεύματα για μαζικές εκκαθαρίσεις στις υπηρεσίες πληροφοριών. Ανεξάρτητα από το πόσο αληθεύουν, οι αναφορές αυτές μπορεί να μειώσουν το κίνητρο των κατασκόπων να κάνουν τη δουλειά τους.
Μια τελευταία πρόκληση είναι ότι οι κατάσκοποι που παραμένουν στην Ευρώπη μπορεί να αποτελούν εύκολους στόχους για τις ευρωπαϊκές αρχές για να στρατολογηθούν ως διπλοί πράκτορες. Ακόμα και αν δεν είναι φιλοδυτικοί, μπορεί να κατηγορούν το Κρεμλίνο γιατί έβλαψε τη φήμη της Ρωσίας και προκάλεσε τη μαζική απέλαση των συναδέλφων τους. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, πολλές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της Δύσης στην στρατολόγηση Ρώσων πρακτόρων ήταν με ανθρώπους που είχαν ισχυρό εθνικό φρόνημα, αλλά ένιωθαν ότι οι ηγέτες τους οδηγούσαν τη χώρα στην καταστροφή.
Κατάσκοποι χωρίς διπλωματική κάλυψη
Ωστόσο, αυτές οι επιπτώσεις στη δυνατότητα της Ρωσίας να διεξάγει κατασκοπευτικές επιχειρήσεις στην Ευρώπη θα μειωθούν με την πάροδο του χρόνου. Το σίγουρο είναι ότι οι κατάσκοποι μπορούν να αντικατασταθούν.
Αν και είναι αλήθεια ότι ορισμένες χώρες έχουν λάβει μέτρα για να το καταστήσουν αυτό πιο δύσκολο, η ιστορία δείχνει ότι η Ρωσία θα στείλει αντικαταστάτες, αναγκάζοντας τις ευρωπαϊκές υπηρεσίες ασφαλείας να προσπαθήσουν και πάλι να βρουν ποιος είναι νόμιμος πολιτιστικός ακόλουθος και ποιος κατάσκοπος. Σίγουρα, αυτό το παιχνίδι με τις μουσικές καρέκλες δεν θα επιτρέψει στους νέους κατασκόπους απλώς να συνεχίσουν από εκεί που σταμάτησαν οι εκδιωχθέντες σύντροφοί τους.
Για παράδειγμα, θα πρέπει να δημιουργήσουν πειστικές ιστορίες για την κάλυψη του πραγματικού τους ρόλου και οι «ανθρώπινοι πόροι» θα πρέπει να παραδοθούν σε νέους χειριστές. Αλλά τελικά ένα ισχυρό δίκτυο κατασκοπείας όπως αυτό της Ρωσίας θα είναι αρκετά ανθεκτικό ώστε να αντέξει την απώλεια προσωπικού, ακόμη και αν ο αριθμός τους ανέρχεται σε εκατοντάδες. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την Ευρώπη, όπου η ελευθερία κινήσεων διευκολύνει τους κατασκόπους σε μια χώρα να διεξάγουν επιχειρήσεις σε μια άλλη. Αυτό σημαίνει ότι θα είναι ευκολότερο για τη Ρωσία να εκμεταλλευτεί πιο φιλικά περιβάλλοντα στην Ε.Ε. για να βασίσει τις περιφερειακές κατασκοπευτικές της δραστηριότητες. Η Ουγγαρία, για παράδειγμα, είναι μια χώρα που δεν έχει απελάσει κανέναν Ρώσο.
Επιπλέον, ανεξάρτητα από την απώλεια Ρώσων κατασκόπων στο έδαφος, η αξία της άντλησης πληροφοριών από ανθρώπινες πηγές (humint) προέρχεται πολύ περισσότερο από την πρόσβαση των στρατολογημένoυ «ανθρώπινου κεφαλαίου» παρά από τα ταλέντα των χειριστών που το επιβλέπει. Ακόμα κι αν ορισμένα «περιουσιακά στοιχεία» έχουν αμφιβολίες για τη συνεργασία τους με τις ρωσικές υπηρεσίες πληροφοριών, οι τέσσερις πιο συχνοί λόγοι που βρίσκονται πίσω από τη διαβίβαση πληροφοριών -χρήματα, ιδεολογία, εξαναγκασμός και εγώ (γνωστό συχνότερα με το ακρωνύμιο MICE) - μπορεί να είναι ισχυρό κίνητρο.
Επιπλέον, όσοι υπηρέτησαν εδώ και καιρό ως «ρωσικά περιουσιακά στοιχεία» προφανώς έχουν ήδη κατανοήσει τον τύπο της κυβέρνησης για την οποία εργάζονται, έχοντας δει επανειλημμένως πράξεις βαρβαρότητας. Επιπλέον, ενώ ορισμένα «περιουσιακά στοιχεία» μπορεί να ανησυχούν μήπως εντοπιστούν από τις υπηρεσίες ασφαλείας της χώρας τους και ως εκ τούτου να επιδιώκουν να τερματίσουν τις δραστηριότητές τους, οι Ρώσοι κατάσκοποι έχουν μια ισχυρή απάντηση: εάν σταματήσετε να συνεργάζεστε, δεν χρειάζεται να ανησυχείτε μήπως σας βρουν οι δικές σας υπηρεσίες ασφαλείας επειδή θα σας εκθέσουμε σε αυτούς (ή θα κάνουμε χειρότερα).
Σε αντίθεση με τους Ρώσους διπλωμάτες υπό επίσημη κάλυψη που χρειάζεται μόνο να ανησυχούν για την αποστολή τους στην πατρίδα τους, τα στρατολογημένα περιουσιακά στοιχεία είναι επομένως παγιδευμένα: είτε συνεχίζουν να μεταδίδουν πληροφορίες είτε σταματούν, αλλά με κίνδυνο να αντιμετωπίσουν ποινή φυλάκισης, εκβιασμό ή ακόμα και βία – μια ανησυχία που δεν είναι καθόλου παράλογη δεδομένου της μακράς λίστας στοχευμένων δολοφιών σε ξένο έδαφος που έχει διαπράξει η Μόσχα.
Η ανθεκτικότητα των ρωσικών επιχειρήσεων κατασκοπείας ενισχύεται από το γεγονός ότι η Ρωσία διαθέτει, με πιθανή εξαίρεση την Κίνα, πιθανώς τους περισσότερους κατασκόπους που λειτουργούν υπό «μη επίσημη κάλυψη». Σε αντίθεση με τους επίσημα διαπιστευμένους διπλωμάτες που έχουν ασυλία και λειτουργούν εκτός πρεσβειών και προξενείων, οι κατάσκοποι αυτοί δεν έχουν δημοσίως γνωστό, άμεσο σύνδεσμο με την πατρίδα τους και δεν διαθέτουν επίσημη κάλυψη για να κρύψουν τις προθέσεις τους. Αν και αυτό σημαίνει ότι είναι πιο ευάλωτοι αν ανακαλυφθούν, είναι επίσης πολύ πιο δύσκολο να εντοπιστούν. Αυτό σημαίνει ότι θα παραμείνουν στην Ευρώπη, παρά τις μαζικές απελάσεις.
Παρουσιαζόμενοι ως καθημερινοί πολίτες, οι κατάσκοποι αυτοί μπορούν να έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες που δεν μπορούν να αποκτήσουν διπλωματικοί κατάσκοποι υπό επίσημη κάλυψη. Σίγουρα, η ανάπτυξη ενός αποτελεσματικού δικτύου τέτοιων κατασκόπων είναι μια χρονοβόρα, δύσκολη εργασία.