Όσοι αμφιβάλλουν για τον βαθμό συναντίληψης μεταξύ των ηγετών της Ρωσίας και της Κίνας, ίσως δεν έχουν διαβάσει αναλυτικά την κοινή δήλωση-μανιφέστο που συνυπέγραψαν ο Βλαντίμιρ Πούτιν και ο Σι Τζινπίνγκ, κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του πρώτου στο Πεκίνο, την 4η Φεβρουαρίου, μεσούσης της έντασης για το ουκρανικό και μόλις 20 μέρες πριν ξεκινήσει η ρωσική στρατιωτική εισβολή.
Πρόκειται για ένα «χείμαρρο», με μέγεθος άνω των 5.000 λέξεων, μέσα από το οποίο οι δύο πλευρές, αποφεύγοντας βεβαίως οποιαδήποτε αναφορά σε πολεμικές επιχειρήσεις και διακηρύσσοντας την πίστη τους σε οικουμενικές αρχές και αξίες, όπως η ειρήνη, η ισότητα, τα ανθρώπινα δικαιώματα και η βιώσιμη ανάπτυξη, εξαπολύουν ένα πολυσύνθετο κατηγορώ κατά των Ηνωμένων Πολιτειών και της Δύσης.
Οι δύο ηγέτες διατράνωσαν την «άνευ ορίων» συμμαχία και συνεργασία τους, σε όλο σχεδόν το φάσμα των δραστηριοτήτων, από την ασφάλεια και την οικονομική ανάπτυξη έως θέματα τεχνολογικής αιχμής, όπως η πληροφορική, η τεχνητή νοημοσύνη και το Διάστημα, ακόμη και στον αθλητισμό, στην υγεία και στον πολιτισμό. Δεν λείπουν, όμως, και οι δηκτικές αναφορές στον… Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και το ναζισμό, όπως και στα πυρηνικά και βιολογικά όπλα, με κατηγορίες προς τις ΗΠΑ.
Το συγκεκριμένο κείμενο δεν αποτελεί βεβαίως απόδειξη ότι η Κίνα γνώριζε τις προθέσεις της Ρωσίας στο ουκρανικό, ούτε αποτελεί εγγύηση ότι θα στηρίξει την τελευταία, στην ανοικτή πλέον σύγκρουση με τη Δύση, εάν εκτιμήσει ότι οι εξελίξεις οδηγήσουν σε ξεκάθαρη ήττα του Πούτιν και της Ρωσίας. Ωστόσο, είναι ήδη εμφανές, ακόμη και από χθεσινές δηλώσεις του υπουργείου Εξωτερικών της Κίνας, ότι «γέρνει» προς όφελος της Ρωσίας και θεωρεί τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ περίπου υπεύθυνους για τον πόλεμο, ασχέτως αν τηρεί προσώρας στάση «φιλειρηνικού παρατηρητή».
Σε κάθε περίπτωση όμως, το «μανιφέστο» φανερώνει την κοινή κοσμοθεωρία του Ρώσου και του Κινέζου ηγέτη, η πολύ καλή σχέση των οποίων είναι άλλωστε γνωστή από καιρό, την αντίθεσή τους στην κυριαρχία της Δύσης με βλέψεις για μια «νέα τάξη πραγμάτων», αλλά και την ελλειπτική -στην καλύτερη περίπτωση- άποψή τους για την έννοια της Δημοκρατίας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων, τα οποία, όπως υποστηρίζουν, πρέπει να εξετάζονται ανάλογα με τις συνθήκες!
Το κείμενο «μιλάει μόνο του» για αυτό και θα παραθέσουμε συγκεκριμένα, εκτενή αποσπάσματα, ενώ όποιος αναγνώστης επιθυμεί, μπορεί να το διαβάσει ολόκληρο στα αγγλικά, προκειμένου να έχει πλήρη αντίληψη του εύρους της κοινής δήλωσης των δύο ηγετών. Στα παρακάτω επιλεγμένα αποσπάσματα, όπου αναγράφεται «οι δύο πλευρές» αφορά τη Ρωσία και την Κίνα.
Για τη μεταξύ τους σχέση και τη νέα «διεθνή τάξη» που επιδιώκουν
- Οι δύο πλευρές ζητούν τη δημιουργία ενός νέου είδους σχέσεων μεταξύ των παγκόσμιων δυνάμεων στη βάση του αμοιβαίου σεβασμού, της ειρηνικής συνύπαρξης και της αμοιβαία επωφελούς συνεργασίας. Επιβεβαιώνουν ότι οι νέες διακρατικές σχέσεις μεταξύ Ρωσίας και Κίνας είναι ανώτερες από τις πολιτικές και στρατιωτικές συμμαχίες της εποχής του Ψυχρού Πολέμου. Η φιλία μεταξύ των δύο κρατών δεν έχει όρια, δεν υπάρχουν «απαγορευμένοι» τομείς συνεργασίας, η ενίσχυση της διμερούς στρατηγικής συνεργασίας δεν στοχεύει ούτε σε τρίτες χώρες ούτε επηρεάζεται από το μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον και τις περιστασιακές αλλαγές σε τρίτες χώρες.
Οι δύο πλευρές σκοπεύουν να αντισταθούν στις προσπάθειες υποκατάστασης παγκοσμίως αναγνωρισμένων διαδικασιών και μηχανισμών που συνάδουν με το διεθνές δίκαιο, από κανόνες που επεξεργάζονται ιδιωτικώς ορισμένα έθνη ή μπλοκ εθνών και (σ.σ. οι δύο πλευρές) είναι αντίθετες με την αντιμετώπιση των διεθνών προβλημάτων έμμεσα και χωρίς συναίνεση, αντιτίθενται σε πολιτικές εξουσίας, εκφοβισμό, μονομερείς κυρώσεις και την εφαρμογή δικαιοδοσίας σε τρίτο έδαφος (extraterritorial application of jurisdixtion), καθώς και με την κατάχρηση πολιτικών ελέγχου των εξαγωγών, ενώ υποστηρίζουν τη διευκόλυνση του εμπορίου, σύμφωνα με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ).
- Ορισμένοι παράγοντες που εκπροσωπούν τη μειοψηφία σε διεθνή κλίμακα συνεχίζουν να υποστηρίζουν μονομερείς προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση διεθνών ζητημάτων και να καταφεύγουν στη βία. Παρεμβαίνουν στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων κρατών, παραβιάζοντας τα νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντά τους, και υποκινούν αντιθέσεις, διαφορές και αντιπαραθέσεις, εμποδίζοντας έτσι την ανάπτυξη και την πρόοδο της ανθρωπότητας, παρά την αντίθεση της διεθνούς κοινότητας.
Η απολύτως κοινή γραμμή για τα θέματα ασφάλειας και άμυνας
Οι δύο πλευρές ανησυχούν ιδιαίτερα για τις σοβαρές διεθνείς προκλήσεις ασφάλειας και πιστεύουν ότι οι τύχες όλων των εθνών είναι αλληλένδετες. Κανένα κράτος δεν μπορεί ή δεν πρέπει να διασφαλίζει τη δική του ασφάλεια χωριστά από την ασφάλεια του υπόλοιπου κόσμου και σε βάρος της ασφάλειας άλλων κρατών. (σ.σ. πρόκειται για έμμεση αναφορά και στην πρόθεση της Ουκρανίας να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ, κάτι που για τη Ρωσία συνιστούσε απειλή έναντι της ασφάλειάς της). Η διεθνής κοινότητα θα πρέπει να συμμετέχει ενεργά στην παγκόσμια διακυβέρνηση, για να διασφαλίσει την καθολική, συνολική, αδιαίρετη και διαρκή ασφάλεια.
Οι δύο πλευρές επιβεβαιώνουν την ισχυρή αμοιβαία υποστήριξή τους για την προστασία των βασικών συμφερόντων τους, της κρατικής κυριαρχίας και της εδαφικής τους ακεραιότητας και αντιτίθενται στην ανάμειξη εξωτερικών δυνάμεων στις εσωτερικές τους υποθέσεις.
Η ρωσική πλευρά επιβεβαιώνει την υποστήριξή της στην αρχή της Μίας Κίνας, επιβεβαιώνει ότι η Ταϊβάν είναι αναπαλλοτρίωτο τμήμα της Κίνας και αντιτίθεται σε κάθε μορφή ανεξαρτησίας της Ταϊβάν.
Η Ρωσία και η Κίνα αντιστέκονται στις προσπάθειες εξωτερικών δυνάμεων να υπονομεύσουν την ασφάλεια και τη σταθερότητα στις κοινές παρακείμενες περιοχές τους, σκοπεύουν να αντιμετωπίσουν την παρέμβαση εξωτερικών δυνάμεων στις εσωτερικές υποθέσεις κυρίαρχων χωρών με οποιοδήποτε πρόσχημα, αντιτίθενται στις έγχρωμες επαναστάσεις και θα αυξήσουν τη συνεργασία στους προαναφερθέντες τομείς.
Οι δύο πλευρές πιστεύουν ότι ορισμένα κράτη, στρατιωτικές και πολιτικές συμμαχίες και συνασπισμοί επιδιώκουν να αποκτήσουν, άμεσα ή έμμεσα, μονομερή στρατιωτικά πλεονεκτήματα εις βάρος της ασφάλειας άλλων, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης πρακτικών αθέμιτου ανταγωνισμού, εντείνουν τον γεωπολιτικό ανταγωνισμό, τροφοδοτούν τον ανταγωνισμό και την αντιπαράθεση και υπονομεύουν σοβαρά τη διεθνή τάξη ασφαλείας και την παγκόσμια στρατηγική σταθερότητα.
Οι δύο πλευρές αντιτίθενται στην περαιτέρω διεύρυνση του ΝΑΤΟ και καλούν τη Βορειοατλαντική Συμμαχία να εγκαταλείψει τις ιδεολογικές ψυχροπολεμικές προσεγγίσεις της, να σεβαστεί την κυριαρχία, την ασφάλεια και τα συμφέροντα άλλων χωρών, την ποικιλομορφία του πολιτισμικού, πολιτιστικού και ιστορικού τους υπόβαθρου και να ασκήσει δίκαιη και αντικειμενική στάση απέναντι στην ειρηνική ανάπτυξη άλλων κρατών.
Η κινεζική πλευρά βλέπει με συμπάθεια και υποστηρίζει τις προτάσεις που υποβάλλει η Ρωσική Ομοσπονδία για τη δημιουργία μακροπρόθεσμων νομικά δεσμευτικών εγγυήσεων ασφάλειας στην Ευρώπη.
Οι δύο πλευρές αντιτίθενται στη δημιουργία δομών κλειστού μπλοκ και αντίπαλων στρατοπέδων στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού και παραμένουν σε μεγάλη επαγρύπνηση σχετικά με τον αρνητικό αντίκτυπο της στρατηγικής των Ηνωμένων Πολιτειών στον Ινδο-Ειρηνικό, στην ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή. Η Ρωσία και η Κίνα έχουν καταβάλει συνεχείς προσπάθειες για να οικοδομήσουν ένα δίκαιο, ανοιχτό και χωρίς αποκλεισμούς σύστημα ασφάλειας στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού (APR) που δεν στρέφεται εναντίον τρίτων χωρών και που προάγει την ειρήνη, τη σταθερότητα και την ευημερία.
Οι δύο πλευρές ανησυχούν σοβαρά για την τριμερή εταιρική σχέση ασφάλειας μεταξύ της Αυστραλίας, των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ηνωμένου Βασιλείου (AUKUS), η οποία προβλέπει βαθύτερη συνεργασία μεταξύ των μελών της σε τομείς που αφορούν τη στρατηγική σταθερότητα, ιδίως την απόφασή τους να ξεκινήσουν συνεργασία στον τομέα των πυρηνικών υποβρυχίων.
Η Ρωσία και η Κίνα πιστεύουν ότι τέτοιες ενέργειες είναι αντίθετες με τους στόχους της ασφάλειας και της βιώσιμης ανάπτυξης της περιοχής Ασίας-Ειρηνικού, αυξάνουν τον κίνδυνο μιας κούρσας εξοπλισμών στην περιοχή και θέτουν σοβαρούς κινδύνους διάδοσης των πυρηνικών όπλων.
Για τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα
- Δεν υπάρχει ένα πρότυπο που να ταιριάζει σε όλους και να καθοδηγεί τις χώρες στην εγκαθίδρυση της δημοκρατίας. Ένα έθνος μπορεί να επιλέξει εκείνες τις μορφές και μεθόδους εφαρμογής της δημοκρατίας που ταιριάζουν καλύτερα στο κράτος του, με βάση το κοινωνικό και πολιτικό του σύστημα, το ιστορικό του υπόβαθρο, τις παραδόσεις και τα μοναδικά πολιτιστικά χαρακτηριστικά του. Εναπόκειται μόνο στους πολίτες της χώρας να αποφασίσουν εάν το κράτος τους είναι δημοκρατικό.
Οι προσπάθειες ορισμένων κρατών να επιβάλουν τα δικά τους «δημοκρατικά πρότυπα» σε άλλες χώρες, να μονοπωλήσουν το δικαίωμα αξιολόγησης του επιπέδου συμμόρφωσης (σ.σ. της κάθε χώρας) σε δημοκρατικά κριτήρια, να χαράξουν διαχωριστικές γραμμές με βάση ιδεολογικούς λόγους, μεταξύ άλλων με τη δημιουργία αποκλειστικών μπλοκ και συμμαχιών ευκαιρίας, αποτελούν παραβίαση της δημοκρατίας και αντίκεινται στο πνεύμα και στις αληθινές αξίες της. Τέτοιες απόπειρες ηγεμονίας αποτελούν σοβαρούς κινδύνους για την παγκόσμια και την περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα, υπονομεύουν τη σταθερότητα της παγκόσμιας τάξης.
Οι δύο πλευρές πιστεύουν ότι η υπεράσπιση της δημοκρατίας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για την άσκηση πίεσης σε άλλες χώρες. Αντιτίθενται στην κατάχρηση των δημοκρατικών αξιών και την παρέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις κυρίαρχων κρατών με το πρόσχημα της προστασίας της δημοκρατίας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων και σε κάθε προσπάθεια υποκίνησης διχασμών και αντιπαραθέσεων στον κόσμο.
Οι πλευρές καλούν τη διεθνή κοινότητα να σεβαστεί την πολιτιστική και πολιτισμική πολυμορφία και τα δικαιώματα των λαών διαφορετικών χωρών στην αυτοδιάθεση. Είναι έτοιμοι να συνεργαστούν με όλους τους ενδιαφερόμενους εταίρους για την προώθηση της γνήσιας δημοκρατίας.
- Τα ανθρώπινα δικαιώματα πρέπει να προστατεύονται σύμφωνα με την ειδική κατάσταση σε κάθε χώρα και τις ανάγκες του πληθυσμού της. Η αλληλεπίδραση και η συνεργασία σε θέματα ανθρώπινων δικαιωμάτων θα πρέπει να βασίζεται στην αρχή της ισότητας όλων των χωρών και του αμοιβαίου σεβασμού για χάρη της ενίσχυσης της διεθνούς αρχιτεκτονικής των ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Για τις ΗΠΑ, το Διάστημα, τα πυρηνικά και τα βιολογικά όπλα
Οι δύο πλευρές πιστεύουν ότι η αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συνθήκη για την εξάλειψη των πυραύλων μέσου βεληνεκούς και μικρού βεληνεκούς, η επιτάχυνση της έρευνας και η ανάπτυξη επίγειων πυραύλων μεσαίου βεληνεκούς και μικρότερου βεληνεκούς και η επιθυμία να αναπτυχθούν στις περιοχές της Ασίας-Ειρηνικού και της Ευρώπης, καθώς και η μεταφορά τους σε συμμαχικές τους χώρες, οδηγούν σε αύξηση της έντασης και δυσπιστίας, αυξάνουν τους κινδύνους για τη διεθνή και περιφερειακή ασφάλεια, οδηγούν στην αποδυνάμωση του διεθνούς συστήματος μη διάδοσης και ελέγχου των όπλων, υπονομεύοντας την παγκόσμια στρατηγική σταθερότητα.
Οι δύο πλευρές καλούν τις Ηνωμένες Πολιτείες να ανταποκριθούν θετικά στη ρωσική πρωτοβουλία και να εγκαταλείψουν τα σχέδιά τους για ανάπτυξη πυραύλων εδάφους μέσου βεληνεκούς και μικρότερου βεληνεκούς στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού και στην Ευρώπη. Οι δύο πλευρές θα συνεχίσουν να διατηρούν επαφές και να ενισχύουν τον συντονισμό για αυτό το θέμα.
Οι δύο πλευρές αντιτίθενται στις προσπάθειες ορισμένων κρατών να μετατρέψουν το Διάστημα σε αρένα ένοπλης σύγκρουσης και επαναλαμβάνουν την πρόθεσή τους να καταβάλουν όλες τις απαραίτητες προσπάθειες για να αποτρέψουν τον οπλισμό του Διαστήματος και μια κούρσα εξοπλισμών στο Διάστημα. Και θα αντιδράσουν σε δραστηριότητες που στοχεύουν στην επίτευξη στρατιωτικής υπεροχής στο Διάστημα και στη χρήση του για πολεμικές επιχειρήσεις.
Οι δύο πλευρές τονίζουν ότι οι εγχώριες και ξένες δραστηριότητες βιοόπλων από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους εγείρουν σοβαρές ανησυχίες και ερωτήματα για τη διεθνή κοινότητα σχετικά με τη συμμόρφωσή τους με τη Διεθνή Σύμβαση για τα Βιολογικά όπλα (BWC). Οι δύο πλευρές συμμερίζονται την άποψη ότι τέτοιες δραστηριότητες αποτελούν σοβαρή απειλή για την εθνική ασφάλεια της Ρωσικής Ομοσπονδίας και της Κίνας και είναι επιζήμιες για την ασφάλεια των αντίστοιχων περιοχών.
Οι αναφορές στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και τον ναζισμό
Οι δύο πλευρές υπογραμμίζουν ότι η Ρωσία και η Κίνα, ως παγκόσμιες δυνάμεις και μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, σκοπεύουν να τηρήσουν σταθερά τις ηθικές αρχές και να αποδεχτούν την ευθύνη τους, να υποστηρίξουν σθεναρά το διεθνές σύστημα με κεντρικό συντονιστικό ρόλο των Ηνωμένων Εθνών στις διεθνείς υποθέσεις, υπερασπίζονται την παγκόσμια τάξη που βασίζεται στο διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των σκοπών και αρχών του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Οι δύο πλευρές σκοπεύουν να υποστηρίξουν σθεναρά την υπάρχουσα μεταπολεμική παγκόσμια τάξη, να υπερασπιστούν την εξουσία των Ηνωμένων Εθνών και τη δικαιοσύνη στις διεθνείς σχέσεις, να αντισταθούν στις προσπάθειες άρνησης, διαστρέβλωσης και παραποίησης της ιστορίας του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου.
Προκειμένου να αποτραπεί η επανάληψη της τραγωδίας του παγκόσμιου πολέμου, οι δύο πλευρές καταδικάζουν σθεναρά τις ενέργειες που αποσκοπούν στην άρνηση της ευθύνης για τις θηριωδίες των ναζιστών επιτιθέμενων, των μιλιταριστών εισβολέων και των συνεργών τους, ενώ βλάπτουν και αμαυρώνουν την τιμή των νικητριών χωρών.