Ουκρανία: Γιατί η Μόσχα κρατά την πρωτοβουλία κινήσεων

Οι δηλώσεις Μπάιντεν για «μικρή εισβολή» που προκάλεσαν την οργή Ουκρανών αξιωματούχων. Η τακτική της Μόσχας, οι διπλωματικές κινήσεις και η «γκρίζα ζώνη» στη στρατηγική των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της Ευρώπης.

Δημοσιεύθηκε: 28 Ιανουαρίου 2022 - 08:06

Load more

Οι πρόσφατες δηλώσεις του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν για την Ουκρανία δεν θα αλλάξουν τους υπολογισμούς της Ρωσίας, καθώς παραμένει στο τραπέζι μια κλιμάκωση της σύγκρουσης στην ανατολική Ουκρανία και άλλα μέτρα για την ενίσχυση της διαπραγματευτικής θέσης της Μόσχας έναντι της Δύσης, ακόμη και αν μια ευρείας κλίμακας εισβολή είναι απίθανη.

Σε συνέντευξη Τύπου στις 19 Ιανουαρίου, ο Μπάιντεν προέβλεψε ότι η Ρωσία θα «περάσει μέσα» στην Ουκρανία και ισχυρίστηκε ότι μια «μικρή εισβολή» θα μπορούσε να οδηγήσει τις δυτικές χώρες «σε αντιπαράθεση για το τι να κάνουν και να μην κάνουν», επιβεβαιώνοντας ότι υπάρχει κατά πώς φαίνεται μια γκρίζα ζώνη σχετικά με το ποιες είναι οι κόκκινες γραμμές, που αν παραβιαστούν θα προκαλέσουν την απάντηση των ΗΠΑ και της Ευρώπης.

Αμέσως μετά τη συνέντευξη Τύπου, ο Λευκός Οίκος εξέδωσε ανακοίνωση για τις δηλώσεις του Μπάιντεν, σημειώνοντας ότι «οποιαδήποτε ρωσική στρατιωτική δύναμη διασχίσει τα ουκρανικά σύνορα» θα συνιστούσε «νέα εισβολή» και «θα αντιμετωπιζόταν με μια γρήγορη, αυστηρή και ενωμένη απάντηση από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους μας».

Ωστόσο, οι δηλώσεις του προέδρου των ΗΠΑ προκάλεσαν αντιδράσεις, με Ουκρανούς αξιωματούχους να κατηγορούν τον Μπάιντεν ότι έδωσε στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν «το πράσινο φως για να εισέλθει με την άνεσή του στην Ουκρανία». Ωστόσο, η ένδειξη του Μπάιντεν ότι η Δύση θα αντιμετώπιζε μια «μικρή εισβολή» διαφορετικά από μια εισβολή πλήρους κλίμακας, δεν αλλάζει ουσιαστικά την εκτίμηση της κατάστασης από τη Ρωσία, καθώς η Μόσχα είχε ήδη καταλάβει ότι η απάντηση της Δύσης θα ήταν ανάλογη με τις ενέργειες της Ρωσίας.

* Τις τελευταίες ημέρες, Αμερικανοί αξιωματούχοι ανέφεραν ότι οι ΗΠΑ προετοιμάζουν πολυάριθμα μέτρα ως απάντηση στη συνεχιζόμενη επιθετικότητα της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένης της απομάκρυνσης της Ρωσίας από το σύστημα SWIFT για τις χρηματοοικονομικές συναλλαγές μεταξύ τραπεζών, μπλοκάροντας την πρόσβαση των ρωσικών τραπεζών στο δολάριο για πράξεις εκκαθάρισης, επιβολή κυρώσεων σε ρωσικά ενεργειακά έργα και εταιρείες και εφαρμογή περιορισμών στην πρόσβαση της Ρωσίας σε αμερικανικά τεχνολογικά και καταναλωτικά προϊόντα (συμπεριλαμβανομένων τηλεφώνων και τσιπ).

Οι ΗΠΑ, ωστόσο, πιθανότατα θα εφαρμόσουν τέτοια μέτρα μόνο αν η Ρωσία προσπαθήσει να καταλάβει μεγάλα κομμάτια της Ουκρανίας. Αντίθετα, μια σχετικά μικρή επέκταση του εδάφους υπό τον έλεγχο των φιλορώσων αυτονομιστών που πολεμούν στην ανατολική Ουκρανία είναι απίθανο να πυροδοτήσει αυτά τα πιο δραστικά μέτρα, που δεν θα ήταν ανάλογα με τις ενέργειες της Ρωσίας. Οι ευρωπαϊκές χώρες είναι επίσης απίθανο να διακινδυνεύσουν να βλάψουν περαιτέρω τις οικονομίες τους, οι οποίες έχουν κλονιστεί από την πανδημία, κόβοντας τους δεσμούς με τη Ρωσία λόγω μιας μικρής κλιμάκωσης της σύγκρουσης στο Ντονμπάς -ένας πόλεμος χαμηλής έντασης που μαίνεται από το 2014.

Η αναγνώριση από τον Μπάιντεν ότι η Ουκρανία δεν θα γίνει σύντομα μέλος του ΝΑΤΟ και η προθυμία να συζητηθεί η ανάπτυξη δυτικών όπλων στη χώρα θα δημιουργήσει περιθώρια για περαιτέρω διαπραγμάτευση. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου, ο Μπάιντεν τόνισε ότι οι ΗΠΑ μπορούν να «βρουν μια άκρη» με τη Ρωσία, για να διασφαλιστεί ότι το ΝΑΤΟ δεν έστειλε στρατηγικά όπλα στην Ουκρανία και επανέλαβε ότι το Κίεβο δεν ήταν «πολύ πιθανό» να ενταχθεί στη δυτική συμμαχία ασφαλείας «βραχυπρόθεσμα» -αναφερόμενος σε δύο από τις βασικές ρωσικές απαιτήσεις ασφαλείας από τη Δύση.

Η Ρωσία θα περιμένει την επίσημη απάντηση των ΗΠΑ στην πρόταση της Μόσχας για εγγυήσεις ασφαλείας, την οποία η Ουάσιγκτον έχει υποσχεθεί να παράσχει έως τις 30 Ιανουαρίου, προτού αποφασίσει για τα επόμενα διπλωματικά και στρατιωτικά βήματα. Όμως, ενώ η βραχυπρόθεσμη θέση της Ρωσίας δεν θα αλλάξει, ο Πούτιν θα μπορούσε να κρίνει ότι αυτές οι άτυπες διαβεβαιώσεις είναι επαρκείς για τη συνέχιση των συνομιλιών και είναι προτιμότερες από μια δαπανηρή στρατιωτική δράση κατά της Ουκρανίας.

* Στις 17 Δεκεμβρίου, η Μόσχα δημοσίευσε μια πρόταση ισχυρών εγγυήσεων ασφαλείας από τη Δύση, η οποία περιλαμβάνει διαβεβαιώσεις ότι η Ουκρανία δεν θα γίνει δεκτή στο ΝΑΤΟ και ότι η υπό την ηγεσία των ΗΠΑ συμμαχία ασφαλείας δεν επεκτείνει την παρουσία της σε αυτήν ή σε άλλα πρώην σοβιετικά κράτη.

Ωστόσο, οι εντάσεις θα παραμείνουν σε πολύ υψηλά επίπεδα για τις επόμενες εβδομάδες, εν μέσω της αυξανόμενης παρουσίας ρωσικών δυνάμεων κοντά στα ουκρανικά σύνορα. Η συγκέντρωση ρωσικών στρατευμάτων κοντά στην Ουκρανία δεν δείχνει σημάδια επιβράδυνσης, καθώς οι ασκήσεις στη Λευκορωσία από τις 10 έως τις 20 Φεβρουαρίου θα δώσουν στη Ρωσία μια επίσημη δικαιολογία για να αναπτύξει ακόμη περισσότερες δυνάμεις στην περιοχή. Στις 19 Ιανουαρίου, στρατιωτικοί εμπειρογνώμονες της Rochan Consulting εκτίμησαν ότι ο αριθμός των ρωσικών στρατευμάτων στη Λευκορωσία είναι ήδη πιθανότατα μεγαλύτερος από τον αριθμό αυτών που βρίσκονταν στη χώρα για την άσκηση Zapad το 2021.

Η Ρωσία είναι πιο πιθανό να παροτρύνει τους αυτονομιστές του Ντονμπάς να αυξήσουν την επιθετικότητά τους κατά των ουκρανικών δυνάμεων, αντί να οργανώσουν μια επίσημη εισβολή στην Ουκρανία, η οποία θα είχε μεγαλύτερες συνέπειες για τη Μόσχα. Μια κλιμάκωση της σύγκρουσης στο Ντονμπάς πιθανότατα θα προηγηθεί μιας ρωσικής εισβολής, αλλά μια έξαρση θα μπορούσε να είναι απλώς μια προσπάθεια επιδείνωσης των ευρωατλαντικών εντάσεων, αναδεικνύοντας τις διαφωνίες μεταξύ των δυτικών κρατών για το ποια πρέπει να είναι η κατάλληλη απάντηση.

Σε αυτό το σενάριο, η μεγάλη παρουσία ρωσικών δυνάμεων σε όλο το μήκος των συνόρων της Ουκρανίας θα μπορούσε να χρησιμεύσει κυρίως για να αποτρέψει τους Ουκρανούς από το να απαντήσουν με πλήρη ισχύ σε μια επίθεση των φιλορώσων αυτονομιστών.

Ευρωπαϊκά κράτη όπως η Γερμανία και η Γαλλία πιθανότατα θα ήταν απρόθυμα να επιβάλουν ιδιαίτερα αυστηρές κυρώσεις, αν η κατάσταση στην Ουκρανία αρχίσει να μοιάζει με τον πιο σφοδρό πόλεμο ανάμεσα στις ουκρανικές κυβερνητικές δυνάμεις και τους φιλορώσους αυτονομιστές πριν τη συμφωνία του Μινσκ.

Με βάση το παραπάνω, η Μόσχα θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει μια κλιμάκωση της σύγκρουσης στην αυτονομιστική περιοχή του Ντονμπάς, που βρίσκεται κατά μήκος των αμφισβητούμενων συνόρων Ρωσίας-Ουκρανίας, για να δοκιμάσει τη στήριξη της Δύσης στην Ουκρανία και να υπονομεύσει την αξιοπιστία των ΗΠΑ τόσο στο Κίεβο όσο και διεθνώς. Αλλά μια κλιμάκωση στην περιοχή του Ντονμπάς θα μπορούσε επίσης να ωθήσει τη Δύση σε περισσότερες παραχωρήσεις, υπό τον φόβο μιας μεγάλης κλίμακας ρωσικής στρατιωτικής επέμβασης.

Καθώς είναι απίθανο να υπάρξει κάποια ουσιαστική πρόοδος στις συνομιλίες ΗΠΑ-Ρωσίας στο εγγύς μέλλον, η Μόσχα συνεχίζει να έχει ακόμη πολλές επιλογές για να αυξήσει την πίεση στη Δύση και στο Κίεβο, χωρίς να χρειάζεται να επιχειρήσει κάποια μεγάλη στρατιωτική επέμβαση κατά της Ουκρανίας. Παρά τις πρόσφατες συζητήσεις στο ρωσικό κοινοβούλιο, η Μόσχα είναι προς το παρόν απίθανο να αναγνωρίσει επίσημα την ανεξαρτησία των αυτονομιστικών δημοκρατιών στην ανατολική Ουκρανία, καθώς μια τέτοια κίνηση θα τερματίσει τη βασική στρατηγική της Ρωσίας να χρησιμοποιήσει τις συμφωνίες του Μινσκ για να ασκήσει πίεση στο Κίεβο.

Αντίθετα, η Ρωσία πιθανότατα θα ακολουθήσει μια «στρατιωτική-τεχνική» προσέγγιση για να απαντήσει στην επίσημη απόρριψη των απαιτήσεών της. Ένα από τα πιο πιθανά αντίποινα της Μόσχας θα ήταν η μόνιμη αύξηση του αριθμού των συμβατικών δυνάμεων που εδρεύουν στη δυτική Ρωσία -συγκεκριμένα κοντά στην Ουκρανία, τις χώρες της Βαλτικής ή τη Λευκορωσία. Άλλα πιθανά μέτρα περιλαμβάνουν την ανάπτυξη νέων πυραυλικών συστημάτων κοντά στα σύνορα των κρατών του ΝΑΤΟ, τις νύξεις για ανάπτυξη αεροσκαφών ή στρατηγικών πυραυλικών συστημάτων στη Βενεζουέλα ή την Κούβα (όπως έκανε ο Πούτιν κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής επικοινωνίας με τον πρόεδρο της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο στις 20 Ιανουαρίου), την κλιμάκωση του κυβερνοπολέμου κατά της Δύσης και σύναψη επίσημων συμφωνιών με την Κίνα για την εμβάθυνση της διμερούς στρατιωτικής και τεχνικής συνεργασίας.

Διπλωματικά, η Μόσχα θα μπορούσε επίσης να καταγγείλει την Ιδρυτική Πράξη του 1997 μεταξύ ΝΑΤΟ-Ρωσίας ή να επιδιώξει να αποχωρήσει επισήμως από συμφωνίες και θεσμούς ευρωπαϊκής ασφάλειας, όπως ο Χάρτης του Παρισιού του 1990.

Υπό κανονικές συνθήκες, πολλές από αυτές τις ρωσικές ενέργειες θα προκαλούσαν αυστηρή αποδοκιμασία και πιθανές κυρώσεις από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Αλλά στο τρέχον σκηνικό της επιθετικής συγκέντρωσης ρωσικών δυνάμεων κοντά στην Ουκρανία, η Δύση πιθανότατα θα απέφευγε να το κάνει, φοβούμενη να προκαλέσει περαιτέρω τη Μόσχα.

Η Μόσχα, από την πλευρά της, θα ένιωθε ότι τέτοια μέτρα ενισχύουν τη διαπραγματευτική της θέση και αποδεικνύουν πόσο σοβαρή είναι στις διαπραγματεύσεις γύρω από την Ουκρανία και την αναπροσαρμογή του ευρωπαϊκού πλαισίου ασφάλειας.

Load more

Δείτε επίσης

Load more

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας χρησιμοποιούμε τεχνολογίες, όπως cookies, και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως διευθύνσεις IP και αναγνωριστικά cookies, για να προσαρμόζουμε τις διαφημίσεις και το περιεχόμενο με βάση τα ενδιαφέροντά σας, για να μετρήσουμε την απόδοση των διαφημίσεων και του περιεχομένου και για να αποκτήσουμε εις βάθος γνώση του κοινού που είδε τις διαφημίσεις και το περιεχόμενο. Κάντε κλικ παρακάτω για να συμφωνήσετε με τη χρήση αυτής της τεχνολογίας και την επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων για αυτούς τους σκοπούς. Μπορείτε να αλλάξετε γνώμη και να αλλάξετε τις επιλογές της συγκατάθεσής σας ανά πάσα στιγμή επιστρέφοντας σε αυτόν τον ιστότοπο.



Πολιτική Cookies
& Προστασία Προσωπικών Δεδομένων