Οι γενικευμένες ταραχές σε όλο το Ισραήλ εν μέσω της συνεχιζόμενης βίας στη Γάζα αποκαλύπτουν μια εμψυχωμένη Εβραϊκή ακροδεξιά που θα μπορούσε να ριζοσπαστικοποιήσει την πολιτική της χώρας, να παρατείνει την πολιτική της παράλυση και να αυξήσει τους κινδύνους για τη φήμη εταιρειών που δραστηριοποιούνται στο Ισραήλ.
Η τελευταία αναζωπύρωση της βίας μεταξύ του Ισραήλ και των ενόπλων μαχητών της Γάζας έχουν προκαλέσει εκτίναξη των εντάσεων μεταξύ των Αραβοϊσραηλινών και των ακροδεξιών Εβραίων, που οδήγησαν στις ταραχές που ξεκίνησαν στην κοινότητα Λοντ στις 10 Μαΐου και έχουν έκτοτε εξαπλωθεί πανεθνικά στη Ναζαρέτ, στην Άκρη, στην Τιβεριάδα, στην Ιερουσαλήμ και στη Χάιφα, καθώς και σε αρκετά προάστια του Τελ Αβίβ.
Εν μέσω των ταραχών σημειώθηκαν εκτεταμένες λεηλασίες και εσωκοινοτικές επιθέσεις, κατακλύζοντας τις αστυνομικές δυνάμεις. Κάθε πολιτικό κόμμα στην Κνεσέτ του Ισραήλ, περιλαμβανομένου του ακροδεξιού Θρησκευτικός Σιωνισμός και του ισλαμιστικού Ra’am καταδίκασαν τη βία και ζήτησαν ειρήνη. Αλλά οι ταραχές δεν δείχνουν σημάδια πως θα σταματήσουν και πιθανότατα θα συνεχίσουν καθ’ όλη τη διάρκεια της σύγκρουσης με τη Γάζα.
Οι εκλογές της 23ης Μαρτίου στο Ισραήλ είδε την ακροδεξιά συμμαχία Θρησκευτικός Σιωνισμός να καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μερίδιο εδρών που έχει εξασφαλίσει ποτέ, και έφερε για πρώτη φορά στην Κνεσέτ το κόμμα της Εβραϊκής υπεροχής Otzma Yehudit. Οι αγκιτάτορες της ισραηλινής ακροδεξιάς εμπλέκονταν για εβδομάδες σε συγκρούσεις με τους παλαιστίνιους γύρω από την ανατολική Ιερουσαλήμ, όπου οι αμφιλεγόμενες αποφάσεις έξωσης Παλαιστινίων από τη γειτονιά Sheikh Jarrah πυροδότησαν διαδηλώσεις από Παλαιστίνιους ακτιβιστές που εξακολουθούν να θεωρούν την ανατολική Ιερουσαλήμ την πρωτεύουσα ενός μελλοντικού Παλαιστινιακού κράτους. Οι διαδηλώσεις αυτές συνέβαλαν ώστε να προκληθεί ο συνεχιζόμενος πόλεμος με τους ένοπλους μαχητές της Γάζας που ξέσπασε στις 10 Μαΐου.
Το 2018, το Ισραήλ άλλαξε το Σύνταγμα του και αυτοανακηρύχθηκε ως το έθνος-κράτος του Εβραϊκού λαού. Αυτό ενέπνευσε ακόμα περισσότερο την ακροδεξιά και αποξένωσε πολλούς Ισραηλινούς Άραβες, πολλοί από τους οποίους αισθάνονται πως δέχονται διακρίσεις έναντι της Εβραϊκής πλειονότητας σε ό,τι αφορά τη στέγαση, την αστυνόμευση και την απασχόληση, προκαλώντας διαδηλώσεις.
Η συνέχιση των αναταραχών μεταξύ των Ισραηλινών Αράβων και των Εβραίων πιθανότατα θα ριζοσπαστικοποιήσει στοιχεία και των δυο πληθυσμών, οδηγώντας την πολιτική του Ισραήλ προς τη δεξιά. Ο πρωθυπουργός Benjamin Netanyahu προσπαθεί να ενισχύσει τις δυνάμεις αυτές για να κερδίσει έδρες για κόμματα που θα τον στήριζαν.
Πολλοί Άραβες και Εβραίοι που αυτή τη στιγμή παρακολουθούν τα τεκταινόμενα ως θεατές, κινδυνεύουν να ριζοσπαστικοποιηθούν κατά τη διάρκεια της συνεχιζόμενης βίας καθώς βλέπουν περιουσίες να καταστρέφονται, μάχες στους δρόμους και βιώνουν δυνητικά προσωπικό κίνδυνο και οι ίδιοι από τις αναταραχές. Ένας πιο ριζοσπαστικοποιημένος Εβραϊκός πληθυσμός θα μπορούσε να δει ακραία ακροδεξιά κόμματα όπως το Otzma Yehudit να γίνονται σημαντικοί παίκτες στις μελλοντικές κυβερνήσεις. Αν ριζοσπαστικοποιηθούν περισσότερο οι Ισραηλινοί Άραβες είναι επίσης πιθανό να υπάρξουν μελλοντικά αναταραχές, προκαλώντας περισσότερες ακροδεξιές βίαιες αντιδράσεις από τους Εβραίους.
Η ακροδεξιά του Ισραήλ ήταν σε μεγάλο βαθμό πολιτικά καταπιεσμένη από τότε που το κόμμα Kach, το εβραϊκό σωβινιστικό κόμμα –προκάτοχος του Otzma Yehudit, απαγορεύτηκε το 1994. Αλλά η αυξανόμενα δεξιά νεολαία της χώρας βοήθησε ώστε να αναδυθούν νεοσύστατα ακροδεξιά κινήματα όπως η ομάδα Lehava που τάσσεται κατά της αφομοίωσης και βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των πρόσφατων διαδηλώσεων στην ανατολική Ιερουσαλήμ.
Οι νεότερης ηλικίας ψηφοφόροι έχουν στραφεί προς τη δεξιά εν μέρει ως αντίδραση στην βία των ενόπλων μαχητών στην Δεύτερη Ιντιφάντα του 2000-2005 και τις επαναλαμβανόμενες συγκρούσεις στη Γάζα τις τελευταίες δεκαετίες. Η τάση αυτή θα μπορούσε να επιταχυνθεί από την ενίσχυση της δράσης των Ισραηλινών Αράβων μαχητών.
Η πολιτική επιρροή και η κυβερνητική παρουσία των ισραηλινών κομμάτων που τείνουν προς την αριστερά, συρρικνώνεται σταθερά εν μέσω της συνεχιζόμενης απώλειας νεότερης ηλικίας ψηφοφόρων. Για πάνω από μια δεκαετία, τα κεντροαριστερά κόμματα ή τα κόμματα που τείνουν προς την αριστερά όπως το Meretz και το Ισραηλινό Εργατικό Κόμμα έχουν επίσης αποτύχει να δημιουργήσουν μια συμμαχία ενάντια στην κυρίαρχη δεξιά, εν μέρει επειδή δεν μπορούν να αυξήσουν τη βάση στήριξης τους με νέους και νεότερης ηλικίας ψηφοφόρους.
Μια πιο δεξιά ισραηλινή κυβέρνηση πιθανότατα θα επεδίωκε πολιτικές που αποξενώνουν περαιτέρω τους συμμάχους της και καθιστούν δύσκολο για ορισμένους να δραστηριοποιηθούν επιχειρηματικά στη χώρα. Οι διεθνώς αμφιλεγόμενες πολιτικές για τις οποίες θα μπορούσαν να πιέσουν τα ακροδεξιά κόμματα, περιλαμβάνουν περισσότερες επεκτάσεις εποικισμών και προσαρτήσεις στη Δυτική Όχθη, την ανακατάληψη της Λωρίδας της Γάζας, φιλοθρησκευτικούς νόμους που θεωρούνται πως δυνητικά θα κάνουν διακρίσεις ενάντια στις γυναίκες ή και τους LGBTQ Ισραηλινούς, και μια γενικότερη αύξηση του ρόλου της θρησκείας στο κοσμικό σύστημα της χώρας.
Οι ακροδεξιοί αντάρτες μπορεί επίσης να επιχειρήσουν να εκφοβίσουν τους Ισραηλινούς Άραβες ώστε να φύγουν από ορισμένες γειτονιές ή να μεταναστεύσουν από τη χώρα μέσω βίας και ταραχών. Τέτοιες ακραίες πολιτικές και βία του δρόμου θα ενίσχυαν το αίσθημα που στηρίζει το κίνημα αντι-ισραηλινού μποϋκοτάζ, αποεπενδύσεων και κυρώσεων, καθώς θα εντάσσονταν στο αφήγημα αυτών που ήδη επικρίνουν τις επιδόσεις του Ισραήλ σε ό,τι αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό.
Η συμμαχία του Θρησκευτικού Σιωνισμού περιλαμβάνει το κόμμα Neom που τάσσεται ξεκάθαρα κατά των LGBTQ. Αν αποκτήσει επιρροή και του δοθεί η ευκαιρία, το κόμμα θα αποσύρει δικαιώματα Ισραηλινών της κοινότητας αυτής, όπως για παράδειγμα οι γάμοι μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου.
Αρκετοί διεθνείς οργανισμοί, περιλαμβανομένου του Human Rights Watch, έχουν χαρακτηρίσει επισήμως τη συνεχιζόμενη κατοχή Παλαιστινιακών εδαφών από το Ισραήλ ως απαρτχάιτ, κάτι που έχει βοηθήσει και στην εκστρατεία απομόνωσης του Ισραήλ. Οι επικριτές της «ταμπέλας» απαρτχάιτ, συχνά παραπέμπουν στην δημοκρατική προστασία που παρέχει το Ισραήλ στους Ισραηλινούς Άραβες και σε άλλες μειονότητες, αν και οι προστασίες αυτές θα μπορούσαν να διαβρωθούν από μια ενθαρρυμένη ακροδεξιά κυβέρνηση.
Οι ακροδεξιοί Ισραηλινοί ήδη διέκοψαν την προσπάθεια της κυβέρνησης τους να ομαλοποιήσει τους δεσμούς με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και άλλες χώρες του αραβικού κόλπου. Τον Φεβρουάριο, ακροδεξιοί ακτιβιστές βοήθησαν να «παγώσει» η πώληση της ποδοσφαιρικής ομάδας Beitar Jerusalem σε μέλος της βασιλικής οικογένειας των ΗΑΕ, επειδή θα έδινε μερική ιδιοκτησία της ομάδας σε έναν Άραβα.