ΗΠΑ και Κίνα κινήθηκαν προκειμένου να κατέβουν οι τόνοι σε ότι αφορά τον μεταξύ τους εμπορικό πόλεμο, συμφωνώντας επί της αρχής στη λεγόμενη «πρώτη φάση» της εμπορικής συμφωνίας η οποία θα μπορούσε να χαλαρώσει τους αμοιβαίους δασμούς που έχουν πλήξει την παγκόσμια οικονομία εδώ και δυο χρόνια.
Μια κρίσιμη πτυχή του ντιλ είναι η συμφωνία από την πλευρά των ΗΠΑ για αναστολή επιβολής επιπρόσθετων δασμών που είχαν δρομολογηθεί για τις 15 Δεκεμβρίου και -ακόμα πιο σημαντικό- η μείωση κάποιων από αυτούς που είχαν ήδη επιβληθεί σε κινεζικά προϊόντα αξίας περίπου 360 δισ. δολαρίων.
Χάρις σε αυτή τη συμφωνία, Ουάσιγκτον και Πεκίνο ίσως εν τέλει να έχουν βγει από την διαρκή επιβολή νέων δασμών εκατέρωθεν, αν και παραμένουν σύννεφα στον ορίζοντα. Αλλωστε, το αντικείμενο της είναι περιορισμένο και οι δυο πλευρές θα δυσκολευτούν να συμφωνήσουν ένα πιο περιεκτικό ντιλ, κάτι που προμηνύει ίσως ακόμα μεγαλύτερες μάχες την επόμενη χρονιά στην τεχνολογική εφοδιαστική αλυσίδα.
Τι συμφωνήθηκε
Αν και δεν έχει δοθεί κείμενο της συμφωνίας, όπως έγινε γνωστό περιλαμβάνει την ακύρωση ενός νέου γύρου δασμών 15% σε κινεζικά προϊόντα αξίας 160 δισ. δολαρίων, κυρίως καταναλωτικά. Σύμφωνα με τις διαρροές, οι ΗΠΑ μειώνουν υφιστάμενους δασμούς 25% σε κινεζικά προϊόντα αξίας 250 δισ. δολαρίων στο 12,5% και από το 15% στο 7,5% για άλλα είδη αξίας 112 δισ. ευρώ. Σε αντάλλαγμα η Κίνα έχει δεχτεί προφορικά να αγοράσει αγροτικά προϊόντα των ΗΠΑ αξίας 50 δισ. δολαρίων, υποσχέθηκε να διευρύνει την πρόσβαση στον χρηματοοικονομικό της τομέα, όπως επίσης και να προστατεύσει καλύτερα τα πνευματικά δικαιώματα των ΗΠΑ.
Η συμφωνία περιορίζει το βάρος που σήκωσαν οι αμερικανικές εισαγωγικές επιχειρήσεις από τους δασμούς, αλλά και οι καταναλωτές που αντιμετώπιζαν αυξήσεις στις τιμές σε καταναλωτικά είδη όπως κινητά τηλέφωνα, laptops, παιχνίδια και ρούχα. Αν οριστικοποιηθεί μπορεί να βοηθήσει την κινεζική οικονομία που αναπτύσσεται τον χαμηλότερο ρυθμό εδώ και τρεις δεκαετίες, δίνοντας στο Πεκίνο περισσότερο ζωτικό χώρο να αντιμετωπίσει κάποιους από τους δομικούς κινδύνους της οικονομίας του.
Παράλληλα, τα παραπάνω αποτελούν καλή είδηση για την παγκόσμια οικονομία, καθώς η συμφωνία θα μπορούσε να τονώσει την ανάπτυξη έως και κατά 0,5% του ΑΕΠ επιπλέον το 2020. Τρίτες χώρες μπορούν επίσης να επωφεληθούν, όπως βασικοί ασιάτες εξαγωγείς (Σιγκαπούρη, Νότια Κορέα και Ιαπωνία), καθώς αντιμετώπισαν σοβαρές διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα και βρέθηκαν εν μέσω «διασταυρούμενων πυρών» από τη συνεχή επιβολή δασμών. Από την άλλη πλευρά, οι αυξημένες αγορές αγροτικών προϊόντων από τις ΗΠΑ μπορεί να περιορίσουν την κινεζική ζήτηση, ειδικά σε ότι αφορά τη σόγια, από Βραζιλία και Αργεντινή.
Τι πρέπει να προσέξουμε
Δυο είναι τα στοιχεία που πρέπει να προσεχθούν. Πρώτον, ότι δεν έχουν γίνει γνωστές όλες οι λεπτομέρειες, κάτι που σημαίνει ότι υπάρχουν ακόμα διαφορές αναφορικά με τη διατύπωση. Η έκταση της συμφωνίας αναφορικά με την πνευματική ιδιοκτησία, για παράδειγμα, εξαρτάται από την ακριβή γλώσσα στο τελικό κείμενο και όποιες διαφορές σε ότι αφορά τις υποσχέσεις για αγορές αγροτικών προϊόντων θα αυξήσουν περαιτέρω τα ερωτήματα.
Δεύτερον, δεν είναι εγγυημένο ότι ΗΠΑ και Κίνα θα διαβάσουν με τον ίδιο τρόπο το πώς πρέπει να εφαρμοστεί και να ερμηνευτεί η συμφωνία, ακόμα και για τμήματά της τα οποία έχουν υπογραφεί. Σε προηγούμενες διαπραγματεύσεις είχαν διαφορετική άποψη για την ακολουθία, τον χρονισμό και τις λεπτομέρειες άλλων συμφωνιών. Τέτοιες διαφορές θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι θα ανακύψουν και τώρα, ειδικά σε θέματα όπως οι δομή των συμβολαίων αγοράς αμερικανικών αγροτικών προϊόντων, όταν αυτές πραγματοποιηθούν κ.τλ. Την εικόνα περιπλέκει η διαφωνία σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα οποία δεσπόζουν στις συζητήσεις.
Από την άλλη πλευρά, αν αυτή η περιορισμένη συμφωνία «αντέξει», θα μπορούσε να «βγάλει» τις δυο χώρες από τον ατελείωτο κύκλο επιβολής νέων δασμών και εν συνεχεία μείωσής τους που σημάδεψε τον διάλογο τους το 2018 και το 2019. Όπως έχουν τα πράγματα, όμως, Ουάσιγκτον και Πεκίνο είναι απίθανο να φτάσουν σε μια πιο περιεκτική συμφωνία το 2020, καθώς δεν έχουν καν αρχίσει να συζητούν για τους «ελέφαντες στο δωμάτιο», όπως είναι η κινεζική βιομηχανική πολιτική, και οι επιδοτήσεις της Κίνας σε κρατικά ελεγχόμενους τομείς.
Επιπλέον, παρότι ο Λευκός Οίκος περιορίζει σταδιακά τις επιλογές σε ότι αφορά τους δασμούς, η δικομματική συναίνεση για να ελεχθούν οι τεχνολογικές δυνατότητες της Κίνας δημιουργεί τη βεβαιότητα ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να αντιτάσσονται στις κινεζικές εταιρείες τεχνολογίας, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε εμπορική συμφωνία ή το ποιος είναι πρόεδρος.
Τέλος, το παζάρι με την Κίνα, όπως και η πρόοδος στη συμφωνία των ΗΠΑ με Μεξικό και Καναδά (USMCA), επιδεικνύει την επιθυμία του Ντ. Τραμπ να δείξει στην καλή του πίστη σε ότι αφορά το κλείσιμο ντιλς λίγο πριν από τις αμερικανικές εκλογές της επόμενης χρονιάς. Σε αμφότερες τις υποθέσεις, ο Λευκός Οίκος έκανε σημαντικές παραχωρήσεις σε κάποιες κρίσιμες αρχικές απαιτήσεις του.
Δεδομένης της επιθυμίας Τραμπ για συμφωνίες, μπορεί να επισπεύσει τις προσπάθειες για να τερματίσει άλλες διεθνείς διαμάχες το 2020, όπως αυτές με τη Βόρεια Κορέα και το Ιράν.
Αλλά ακόμα και αν ο πρόεδρος των ΗΠΑ θέλει φωτογραφίες στις οποίες υπογράφει συμφωνίες προ των αμερικανικών εκλογών, Ουάσιγκτον και Πεκίνο έχουν μεγάλες διαφορές σε ότι αφορά δομικά θέματα προκειμένου να προχωρήσουν σύντομα σε μια εκτεταμένη συμφωνία.