Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η «... ταπεινή μας φιλοδοξία είναι να συμβάλλουμε στην εμπέδωση του διεθνούς δικαίου...» δήλωσε χθες από το βήμα της Βουλής ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης.
Πρόκειται, δίχως αμφιβολία, για μία ευγενή φιλοδοξία, η οποία άπαντες θα εύχονταν να ευοδωθεί. Προκαλεί απορία, ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο η Ελλάδα φιλοδοξεί να επιτύχει αυτόν τον σκοπό, ακόμη και από τη θέση του μη μονίμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας (Σ.Α.) του ΟΗΕ που θα καταλάβει σύντομα, όταν αδυνατεί επί δεκαετίες να ανταπεξέλθει στις πλέον καταφανείς παραβιάσεις της διεθνούς νομιμότητας εκ μέρους της γείτονός της, Τουρκίας.
Όταν σειρά προκατόχων της θέσης του κ. Γεραπετρίτη αναγκάστηκε, εκ των πραγμάτων, να περιοριστεί στο επιμύθιο περί άσκησης του δικαιώματος επέκτασης των χωρικών υδάτων της χώρας έως τα 12 μίλια, όταν αυτό κριθεί σκόπιμο, υπό το κράτος της απειλής πολέμου που προβάλλει η γείτονα, πώς μπορεί η Ελλάδα να συμβάλλει «στην εμπέδωση του διεθνούς δικαίου», που λέγει ο φίλτατος Γεραπετρίτης;
Η άσκηση εξωτερικής πολιτικής, πλην εξαιρετικών περιστάσεων και προσωπικοτήτων, αφορά την υλοποίηση της βούλησης της κάθε χώρας, βάσει των εργαλείων που αυτή διαθέτει και τα οποία σχετίζονται κυρίως με το μέγεθος των δυνατοτήτων της, γεωπολιτικών, οικονομικών, στρατιωτικών κ.ά.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, ακόμη κι αν συντρέχουν ορισμένες από τις παραπάνω προϋποθέσεις, είναι πλέον αμφίβολο εάν υφίσταται ακόμη η βούληση άσκησης εξωτερικής πολιτικής, η οποία θα υποβοηθούσε στην «εμπέδωση του διεθνούς δικαίου».
Όταν η χώρα μας συνάπτει σύμφωνο φιλίας με τη γείτονα, ενώ εκκρεμούν η απειλή του casus belli, το εφεύρημα της γαλάζιας πατρίδας και το νομικό έκτρωμα του τουρκολιβυκού μνημονίου, βάσει του οποίου κανένα ελληνικό νησί δεν δικαιούται υφαλοκρηπίδας και φυσικά ΑΟΖ, τότε πώς είναι δυνατόν να ισχυριζόμαστε ότι φιλοδοξούμε να «... συμβάλλουμε στην εμπέδωση του διεθνούς δικαίου...»; Αφού δεν μπορούμε για τα δικά μας, θα συμβάλλουμε στα διεθνή;
Έτσι, λοιπόν, μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας έχει η προσπάθεια που δήλωσε χθες ότι θα καταβάλει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, στο πλαίσιο της ΕΕ, για τις αμυντικές δαπάνες, ώστε η χώρα μας να μπορέσει να ενισχυθεί στον συγκεκριμένο τομέα με μεγαλύτερη ευχέρεια, παρά η καθόλα ευγενής πλην φιλόδοξη προσπάθεια που προαναγγέλλει ο φίλτατος Γεραπετρίτης.
Αν μη τι άλλο, ο ίδιος ο ΟΗΕ, που αδυνατεί να επιβάλλει τις αποφάσεις του Σ.Α του εδώ και δεκαετίες, έχει δείξει ότι ευχές όπως αυτή ηχούν περισσότερο με αντίστοιχες για «επί γης ειρήνη», που διατυπώνονται ενίοτε από τις εκάστοτε συμμετέχουσες σε καλλιστεία.
Είναι απολύτως χρήσιμη η καρέκλα στην οποία θα καθίσει η χώρα μας στο Σ.Α. του ΟΗΕ, δεν αποτελεί ωστόσο αντίβαρο στην απουσία οικονομικής, στρατιωτικής και εντέλει γεωστρατηγικής ισχύος, που διαθέτει η γείτονα. Ούτε βεβαίως αποτελεί αντίβαρο στις αναθεωρητικές διαθέσεις της Τουρκίας η απουσία βούλησης και αποφασιστικότητας για την επικράτηση των εθνικών δικαίων, εκ μέρους της πατρίδας μας. Όχι μόνον από την παρούσα κυβέρνηση αλλά από την πλειονότητα όσων κράτησαν τα ηνία του τόπου μεταπολιτευτικά. Πριν και μετά το casus belli.
Έτσι, λοιπόν, όσο η Τουρκία διαθέτει τη βούληση και την ισχύ, με στρατεύματα από το Αζερμπαϊτζάν έως το Κατάρ και τη Σομαλία, συμπεριλαμβανομένων βεβαίως της Συρίας και της Λιβύης, να επιβάλλει τη θέλησή της, ενώ χώρες όπως η δική μας περιορίζονται σε ολιγόωρες επισκέψεις στον Λίβανο και εκφράζουν ευχές για «επί γης ειρήνη», ας μην τρέφουμε αυταπάτες.
Μεγαλύτερες πιθανότητες έχει η επικράτηση του δικαίου του ισχυροτέρου παρά του διεθνούς δικαίου, ό,τι κι αν λέμε…