Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Όσα παρέθεσε ο φίλτατος κ. Α. Σαμαράς από τις στήλες του «Βήματος» την Κυριακή, ως κριτική του προς την κυβερνητική πολιτική, λίγο-πολύ τα ξέραμε. Τα είχαμε ακούσει και στην αίθουσα του Πολεμικού Μουσείου, όπως τα είχαμε ακούσει και στην Κύπρο. Αντίστοιχα, συνάγονταν και από την ηχηρή απουσία τόσο του ιδίου όσο και του πρώην πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή από τους εορτασμούς στη Ρηγίλλης, για τα 50 χρόνια της ΝΔ.
Το νέο στοιχείο αυτής της συνέντευξης Σαμαρά ήταν, λοιπόν, πρώτον, η αμφισβήτηση του «πατριωτισμού» του υπουργού Εξωτερικών Γ. Γεραπετρίτη και δεύτερον, η έμμεση πρόταση της υποψηφιότητας Κ. Καραμανλή για τη θέση του προέδρου της Δημοκρατίας.
Αν και το δεύτερο στοιχείο υπήρξε αντικείμενο κριτικής εκ μέρους της κυβέρνησης, ως προς τον χρόνο και το δέον της πρότασης, δεδομένου ότι η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κ. Σακελλαροπούλου δεν έχει ακόμη ολοκληρώσει τη θητεία της, είναι προδήλως σαφές ότι η αποπομπή Σαμαρά από τη ΝΔ αφορά στο «αίτημα/υπόδειξή» του να πάει «σπίτι του» ο κ. Γεραπετρίτης και κατά προέκταση, στη μομφή προς το πρόσωπο του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος τον διατηρεί στη θέση του υπουργού Εξωτερικών.
Εάν, δε, συνδυαστεί η συγκεκριμένη εξέλιξη με την παραίτηση, μόλις μία ημέρα πριν, του Α’ Γενικού Διευθυντή του υπουργείου Εξωτερικών, κου Ρούσου Κούνδουρου, με επίκεντρο τα ελληνοτουρκικά και τις υπόνοιες που «κατά τρόπο εξόχως «διπλωματικό»- διετύπωσε αναφορικά με την ύπαρξη σκιωδών διεργασιών περί το συγκεκριμένο ζήτημα, τότε καθίστανται σαφώς διαυγέστεροι οι λόγοι της νέας παρέμβασης Σαμαρά, δεδομένου ότι άπαντες είναι «παροικούντες την Ιερουσαλήμ».
Όταν όμως ένας κορυφαίος Έλληνας διπλωμάτης και ένας πρώην πρωθυπουργός, ασχέτως της όποιας ιστορικής διένεξής του με την πλευρά Μητσοτάκη, ξεσπαθώνουν αναφορικά με τα ελληνοτουρκικά, σε στιγμή κατά την οποία ο διάλογος μεταξύ Αθηνών και Άγκυρας εμφανίζεται να βαίνει προς την κορύφωσή του, είναι σαφές ότι όντως απαιτείται περισσότερη διαύγεια στο ευρύ κοινό ως προς το είδος και την υφή των συζητήσεων που συντελούνται. Ιδίως υπό το φως των συνεχών προκλήσεων εκ μέρους της γείτονος και την αδιάκοπη αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο, από τη Μυτιλήνη μέχρι την Κρήτη.
Τούτων δοθέντων, αλλά και ως εκ του γεγονότος ότι όντως η πλευρά Σαμαρά αιφνιδιάστηκε από την ταχύτητα της διαγραφής του από τη ΝΔ, ουσιαστική εξέλιξη επί του όλου ζητήματος και βεβαίως πολιτικές προεκτάσεις επ’ αυτού αναμένεται να υπάρξουν μόνον κατά την περίπτωση που η κυβέρνηση καταλήξει σε κάποιου είδους συμφωνία (για παράδειγμα, ένα συνυποσχετικό) με τη γείτονα και την καταθέσει προς έγκριση στη Βουλή. Εάν ευσταθούν, δε, οι ανησυχίες Σαμαρά και -κατά τα φαινόμενα- Κούνδουρου, τότε δεν απέχουμε ιδιαίτερα από μία τέτοια εξέλιξη.
Βεβαίως, από τη στιγμή εκείνη και μετά εισερχόμαστε, άπαντες, σε αχαρτογράφητα ύδατα και καταφανώς σημαντικό ρόλο σε αυτά αναμένεται να διαδραματίσει ο κ. Κ. Καραμανλής.
Ο πρώην πρωθυπουργός μέχρι στιγμής έχει περιοριστεί να διαμηνύσει, μέσω «κύκλων» του, ότι δεν υπήρξε προσυνεννόηση σε ό,τι αφορά στην πρόταση Σαμαρά περί της υποψηφιότητάς του για τη θέση του ΠτΔ, κρατώντας κλειστά τα χαρτιά του επί των λοιπών ζητημάτων. Δίχως τούτο να μας στερεί γνώση των απόψεών του περί τους χειρισμούς της κυβέρνησης στα ελληνοτουρκικά, για τους οποίους έχει ήδη τοποθετηθεί δημοσίως, εκφράζοντας τις ανησυχίες του.
Τούτων όλων δοθέντων, πλέον, η «μπάλα» βρίσκεται στο γήπεδο του Μεγάρου Μαξίμου και στις κινήσεις που φέρεται ως αποφασισμένο να κάνει αναφορικά με τα ελληνοτουρκικά. Από αυτές, ευλόγως, θα κριθεί η συνέχεια, ιδίως εάν η συμφωνία που εμφανίζεται να εξυφαίνεται, για την οποία ανησυχούν πρώην πρωθυπουργοί και κορυφαίοι διπλωμάτες και παραμένει επτασφράγιστο μυστικό, αφορά άλλα τινά πέραν της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ.