Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η κριτική που ανέπτυξε δημοσίως, από το βήμα πρόσφατης εκδήλωσης ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, κατά της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, είτε αφορά μία ουσιαστική απεικόνιση των πραγμάτων, είτε την έκφραση της προσωπικής του πικρίας, όπως ελέχθη από ορισμένες πλευρές, αποτελεί κάτι το οποίο, εν πολλοίς, θα διευθετηθεί εντός των τειχών της κυβερνώσας παράταξης.
Αυτό το οποίο, ωστόσο, υπερβαίνει την περίσταση και αφορά άπαντες, είναι οι αναφορές τόσο του ιδίου όσο, κυριότερα, του επίσης πρώην πρωθυπουργού, Κώστα Καραμανλή, ο οποίος τον διαδέχθηκε στο βήμα της ίδιας εκδήλωσης, στα εθνικά θέματα.
Δεν πρόκειται απλώς για επικρίσεις στην ακολουθούμενη εξωτερική πολιτική, όπως ότι οφείλουμε να μην διεξάγουμε διάλογο με ένα κράτος “πειρατή” σαν την Τουρκία ή για τον κατευναστικό ρόλο που έχει η χώρα μας απέναντί της, όπως υποστήριξε ο κ. Σαμαράς, όσο κυριότερα για τις προειδοποιήσεις που διετύπωσε ο κ. Καραμανλής αναφορικά με την διαδικασία “διευθέτησης” των ελληνοτουρκικών διαφορών, διαμέσου του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης.
“Πιστεύω ότι καμιά Ελληνική Κυβέρνηση δεν θα ήταν διατεθειμένη να υποχωρήσει σε μείζονα εθνικά θέματα και να αποδεχθεί ρυθμίσεις σε βάρος των εθνικών συμφερόντων”, δήλωσε κατά ιδιαίτερα σιβυλλικό τρόπο ο κ. Καραμανλής και πρόσθεσε: “Πρώτον, διότι αποκλείω την πιθανότητα να το επιθυμεί. Αλλά επιπρόσθετα δεν θα μπορούσε, διότι θα βρισκόταν αντιμέτωπη με την ομόθυμη και σθεναρή αντίδραση των Ελληνίδων και των Ελλήνων”, είπε ο πρώην πρωθυπουργός, σε μία ιδιαίτερα αποστροφή η διατύπωση της οποίας και μόνον, δημιουργεί προβληματισμό.
Ενώπιον ακόμη ενός πρώην πρωθυπουργού, άλλων δυο πρώην προέδρων της Νέας Δημοκρατίας, των κ.κ. Β. Μεϊμαράκη και Γ. Πλακιωτάκη, καθώς και πολυπληθούς ομάδας βουλευτών και άλλων παραγόντων της κυβερνώσας παράταξης, ο κ. Καραμανλής επιτέθηκε με σφοδρότητα στην ακολουθούμενη εξωτερική πολιτική, διακηρυγμένος στόχος της οποίας είναι η παραπομπή της ελληνοτουρκικής διαφοράς στην Χάγη.
“Είναι λοιπόν αδύνατη και αδιανόητη η σύναψη συνυποσχετικού που θα κρύβει τεχνηέντως και εκ του πονηρού, υπό το πρόσχημα της προσφυγής στο ΔΔ της Χάγης για την οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας, την εκχώρηση με ασαφείς και διπλωματικά ευρηματικές διατυπώσεις, δικαιώματος στο ΔΔ να αποφανθεί περί του εύρους των χωρικών υδάτων ή ακόμα και της εδαφικής κυριαρχίας νήσων και βραχονησίδων. Είμαι κατηγορηματικός σε αυτό”, τόνισε ο κ. Καραμανλής.
Πρόκειται, δίχως αμφιβολία, περί μίας ρητής προειδοποίησης εκ μέρους του πρώην πρωθυπουργού, η οποία εκφεύγει των ορίων της όποιας κριτικής στην κυβερνητική πολιτική καθώς άπτεται των εθνικών συμφερόντων και δικαίων. Διατυπώθηκε, δε αυτή η προειδοποίηση, ενώ ήδη ο “προλαλήσας” Αντώνης Σαμαράς είχε καλύψει ένα ευρύτατο φάσμα κριτικής επί ζητημάτων εξωτερικής πολιτικής, δίχως όμως να αναφερθεί στο επίμαχο ζήτημα της σύναψης συνυποσχετικού με την Τουρκία, με τον τρόπο που αναφέρθηκε σε αυτό ο κ. Καραμανλής.
Το εύλογο ερώτημα, άρα, υπό τις περιστάσεις αφορά στους λόγους που ώθησαν τον πρώην πρωθυπουργό να προχωρήσει σε μία τόσο ρητή προειδοποίηση. Γνωρίζει κάτι το οποίο τον κάνει να πιστεύει ότι μία ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να τρέφει προθέσεις αυτού του είδους;
Εκτιμά ότι το απότοκο της διαδικασίας που οδήγησε στην “Διακήρυξη των Αθηνών” θα μπορούσε να είναι η προσφυγή στην Χάγη μέσω συνυποσχετικού και ότι τούτη, ενδεχομένως, να έκρυβε παραχωρήσεις αυτού του είδους;
Σε οποιαδήποτε περίπτωση, τόσο ο ίδιος, όσο και η παρούσα κυβέρνηση, οφείλουν να μην τερματίσουν την συζήτηση εδώ. Πρόκειται για το κυριότερο εθνικό ζήτημα και ο ελληνικός λαός δικαιούται να γνωρίζει τις προθέσεις όσων κρατούν τα ηνία της χώρας. Ιδίως, υπό το φως παλαιότερων δηλώσεων του νυν πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, περί ορισμένων... παραχωρήσεων.