Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Στην οκταετία των μνημονίων, η Ελλάδα έχασε πολλά. Γνώρισε πρωτοφανή ύφεση και ανεργία για καιρό ειρήνης και βίωσε ένα νέο κύμα μετανάστευσης στο εξωτερικό, εκ μέρους, ίσως, του πλέον υποσχόμενου τμήματος του πληθυσμού της. Νέων, οι οποίοι με πανεπιστημιακά εφόδια και γνώσεις, αναζήτησαν μία καλύτερη ζωή «έξω».
Η Ελλάδα ακόμη δεν έχει συνέλθει πλήρως από αυτά τα πλήγματα, τα οποία εξακολουθούν να τη βαρύνουν τόσο στο δημογραφικό, το οποίο έχει καταστεί οξύτερο, όσο και στα «χαμένα χρόνια» που σήμαναν η ανεργία, η λιτότητα, αλλά και η υπερφορολόγηση, για τη συντριπτική πλειονότητα των πολιτών αυτής της χώρας.
Οι λόγοι για τους οποίους η Ελλάδα έφθασε στο χείλος της χρεοκοπίας και αναγκάστηκε να εισέλθει σε καθεστώς διεθνούς επιτροπείας είναι γνωστοί και πλήρως καταγεγραμμένοι. Τα δίδυμα ελλείμματα, δημοσιονομικό και εμπορικό, αλλά και η απώλεια αξιοπιστίας, η οποία, ευλόγως, ήταν εκείνη που οδήγησε στον αποκλεισμό της Ελλάδας από τις διεθνείς αγορές, την άνοιξη του 2010.
Έτσι, λοιπόν, όταν μία χώρα έχει βιώσει τόσα, ώστε να μπορέσει να ορθοποδήσει ξανά, θα περίμενε κανείς ότι θα έχει αντλήσει και κάποια διδάγματα από την πολυετή περιπέτειά της. Δυστυχώς, όμως, κάθε μέρα που περνά, αποδεικνύεται το αντίθετο.
Η κυβέρνηση, για δεύτερη φορά σε προεκλογική περίοδο, η πρώτη ήταν πέρυσι τέτοια εποχή, ανακινεί το ζήτημα της παροχής κινήτρων στους δημόσιους υπαλλήλους, επ’ αγαθώ κατά τα λεγόμενά της, ώστε να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα της κρατικής μηχανής, σε κρίσιμα ζητήματα όπως η αξιοποίηση των πόρων του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας.
Η διαδικασία αυτή δεν έχει ακόμη πείσει ότι θα συνοδεύεται από εχέγγυα διαφάνειας και ισονομίας, καθώς πάντα ελλοχεύει ο κίνδυνος της νομής των κονδυλίων από «ημετέρους», ενώ «ύποπτη» είναι και η χρονική συγκυρία εξαγγελίας της.
Η κριτική της αντιπολίτευσης, ωστόσο, που συνόδευσε αυτή την εξαγγελία, δεν εστιάζει μόνο στην προεκλογική συγκυρία ή σε επιμέρους πτυχές του μέτρου αλλά στην απουσία οριζόντιων παροχών όπως η επαναφορά του 13ου και του 14ου μισθού στον δημόσιο τομέα.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Στ. Κασσελάκης, σχολιάζει με καυστικό τρόπο τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και ζητά «επαναχορήγηση 13ου και 14ου μισθού, ώστε να μην έχουμε πολίτες β’ κατηγορίας σε σχέση με τον ιδιωτικό τομέα».
Αντίστοιχα, το ΠΑΣΟΚ χαρακτηρίζει «προεκλογική ελεημοσύνη» το bonus παραγωγικότητας στο δημόσιο και υποστηρίζει ότι «πρέπει να αποκατασταθεί η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων στο Δημόσιο, που υπέστησαν, μεταξύ άλλων, και την απώλεια του 13ου και του 14ου μισθού...».
Με άλλα λόγια, κυβέρνηση και αντιπολίτευση εμφανίζονται να υπερθεματίζουν σε αυτή την προεκλογική συγκυρία, μέσω παροχών, ενώ ακόμη η χώρα παραμένει βαθιά χρεωμένη και υποχρεωμένη να παράγει ετησίως πρωτογενή πλεονάσματα στον προϋπολογισμό της, απομυζώντας έτσι την τσέπη του κάθε συνεπή φορολογούμενου πολίτη.
Τίποτε δεν έμαθαν οι πολιτικοί αυτής της χώρας ή εμφανίζονται ικανοί για όλα ενώπιον της κάλπης;
Όποια κι αν είναι η απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα, είναι σαφές ότι αυτή η ιδιότυπη διαδικασία υπερθεματισμού και πλειοδοσίας μόνο δεινά προμηνύει για τον τόπο. Προϊδεάζει για μία νέα απώλεια αξιοπιστίας, για πιθανό δημοσιονομικό εκτροχιασμό, εφόσον υλοποιηθεί αυτό το γαϊτανάκι παροχών και βεβαίως στέλνει το λάθος μήνυμα σε εταίρους και δανειστές.