Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η παροχή της δυνατότητας άσκησης ιδιωτικού έργου στους γιατρούς του ΕΣΥ, δηλαδή να έχουν ιδιωτικό ιατρείο ή να απασχολούνται σε ιδιωτικές κλινικές, είναι ένα μέτρο, κατ’ αρχήν, στη σωστή κατεύθυνση.
Σε ένα ΕΣΥ στο οποίο ούτως ή άλλως κυριαρχεί το «φακελάκι» και υπάρχει αδυναμία στελέχωσης εξαιτίας των χαμηλών μισθών και των εξαντλητικών συνθηκών εργασίας, παρέχεται επιτέλους μία δίοδος «νομιμοποίησης» εσόδων, που -καλώς ή κακώς- ήδη υπήρχαν. Το ίδιο το ΕΣΥ, δε, καθίσταται ελκυστικότερο, τόσο για όσους ήδη υπηρετούν στις τάξεις του όσο και για νέες προσλήψεις.
Από την αδυναμία εξεύρεσης πρόθυμου ιατρικού προσωπικού να στελεχώσει το ΕΣΥ και τα τμήματά του, όπως κατέδειξε σειρά άγονων προσκλήσεων πρόσληψης προσωπικού, οδεύουμε σε μία κατάσταση στην οποία παρέχεται κίνητρο ένταξης αλλά και παραμονής στους κόλπους του.
Με το νομοσχέδιο που τέθηκε, όμως, χθες σε δημόσια διαβούλευση, για ακόμη μία φορά γίνεται η μισή δουλειά.
Όπως και με την υπόθεση των απογευματινών χειρουργείων, η παροχή της δυνατότητας διατήρησης ιδιωτικού ιατρείου ή απασχόλησης σε ιδιωτική κλινική στους ιατρούς του ΕΣΥ καθιστά μεν το ΕΣΥ ελκυστικότερο ως τόπο απασχόλησης -αν μη τι άλλο σε όρους άγρας πελατείας-, όμως δεν ενισχύει απευθείας το ίδιο το ΕΣΥ και τις δομές του. Κάτι που θα μπορούσε να γίνει μέσω της παροχής μισθολογικών αυξήσεων, της αναβάθμισης των υποδομών του και καλύτερων εργασιακών συνθηκών και φυσικά των προσλήψεων.
Με άλλα λόγια, επιχειρείται να γίνει εμμέσως και ανέξοδα για τον δημόσιο κορβανά μία δουλειά που έπρεπε να γίνει απευθείας από το κράτος, στο πλαίσιο της ανταποδοτικότητας που οφείλει να προσφέρει έναντι των χρημάτων που μαζεύει μέσω της φορολογίας και των ασφαλιστικών εισφορών.
Διότι, σύμφωνοι, μπορεί να «ξεπλυθεί» και να μειωθεί το φαινόμενο του χρηματισμού ιατρών του ΕΣΥ, οι οποίοι ούτως ή άλλως έχουν πενιχρές αποδοχές για τα χρόνια που ξόδεψαν στα θρανία, όμως πώς ακριβώς βελτιώνεται η παροχή υπηρεσιών προς τον κάθε νομοταγή και συνεπή πολίτη αυτής της χώρας, ο οποίος καταβάλλει φόρους και εισφορές ώστε να έχει απρόσκοπτη πρόσβαση σε ποιοτική δημόσια υγεία;
Αν μη τι άλλο, όσο θετική κι αν είναι η χροιά αυτού του νέου μέτρου, επί της ουσίας αποτελεί ομολογία ήττας εκ μέρους της πολιτείας, η οποία αφενός παραδέχεται ότι αδυνατεί να τιθασεύσει το «φακελάκι», είτε με τη μορφή της δωροληψίας είτε με την πλέον επαχθή μορφή του καταναγκαστικού χρηματισμού, αφετέρου, έντεχνα εκφεύγει της προφανούς υποχρέωσής της να προσφέρει στο ιατρικό προσωπικό της χώρας τις προσήκουσες απολαβές.
Έτσι, όμως, οδηγείται σε μερεμέτια και σε μισές δουλειές, καθώς εναποθέτει τη βελτίωση των όρων λειτουργίας μιας δημόσιας υπηρεσίας καίριας σημασίας για το κοινό, στις δυνάμεις της… ελεύθερης αγοράς.
Το σκεπτικό βάσει του οποίου επιχειρείται η αναμόρφωση του τοπίου στο ΕΣΥ δεν είναι διαυγές, βασίζεται στην ερμηνεία ανθρώπινων συμπεριφορών και σε παραδοχές που δεν περιποιούν τιμή σε μία συντεταγμένη πολιτεία. Και τούτο καθώς υποκρύπτουν ένα καθεστώς ανοχής σε παραβατικές συμπεριφορές από τις οποίες ακόμη υποφέρει το ΕΣΥ, ούτως ώστε να αποφευχθεί το επιπρόσθετο μισθολογικό κόστος για τον δημόσιο κορβανά.
Δεν αξίζουν κάτι καλύτερο οι πολίτες αυτού του τόπου; Σε «αυτό» αντιστοιχεί η δέσμευση του ίδιου του πρωθυπουργού, ότι θα αναλάβει τη βελτίωση των όρων λειτουργίας του ΕΣΥ και των υπηρεσιών που αυτό προσφέρει στην ελληνική κοινωνία;