Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Την οπαδική βία δεν τη γνωρίσαμε τώρα. Πριν τον άτυχο αστυνομικό που ακόμη και σήμερα δίνει μάχη για τη ζωή του, στον βωμό του οπαδικού φανατισμού είχε πέσει ο Μιχάλης Κατσουρής και πριν από αυτόν ο Άλκης Καμπανός και πολλοί άλλοι. Είναι πολύ το αίμα που έχει χυθεί, σε αυτόν τον βωμό.
Ουδείς, δε, εξ όσων κράτησαν τα ηνία αυτού του τόπου μπόρεσε ή είχε τη βούληση να δαμάσει αυτό το τέρας. Σε άλλες χώρες, ανεπτυγμένες, της Δύσης, τα έχουν καταφέρει εδώ κι χρόνια. Είναι ζήτημα παιδείας; Έχει να κάνει με τη δυνατότητα επιβολής του νόμου; Αφορά το είδος του αθλητισμού που διεξάγεται εκεί ή την ποιότητα των Συλλόγων; Το μόνο βέβαιο, σε σχέση με όλα αυτά τα ερωτήματα, είναι πως την απάντησή τους δεν την έχουμε εδώ στην Ελλάδα.
Χθες, η κυβέρνηση, δια στόματος εκπροσώπου της Παύλου Μαρινάκη, ανακοίνωσε σειρά μέτρων, στον απόηχο του τραυματισμού αστυνομικού από φωτοβολίδα, στου Ρέντη, στο πλαίσιο επεισοδίων. Μέχρι τα μέσα Φλεβάρη, οι αγώνες της Super League θα διεξάγονται κεκλεισμένων των θυρών, θα τοποθετηθούν κάμερες στα γήπεδα και ηλεκτρονικό σύστημα ελέγχου ταυτοπροσωπίας των φιλάθλων.
Λίγο αργότερα, η Ομοσπονδία των Αστυνομικών, ΠΟΑΣΥ, χαρακτήρισε αυτά τα μέτρα ως «χάδια», υποστηρίζοντας ότι η κυβέρνηση απεμπόλησε μία ευκαιρία να λάβει όντως σκληρά μέτρα για την αντιμετώπιση του φαινομένου της οπαδικής βίας στην Ελλάδα.
Προφανώς, έχει δίκιο. Ένα φαινόμενο το οποίο στιγματίζει την αθλητική ζωή του τόπου επί τόσα χρόνια και έχει στοιχίσει τόσες ζωές, δεν αντιμετωπίζεται μόνο με τη διεξαγωγή των αγώνων ποδοσφαίρου επί δίμηνο, πίσω από κλειστές πόρτες. Έχει βαθιές ρίζες και πρέπει να αντιμετωπιστεί κατά τρόπο συνολικό.
Η πλέον πρόσφατη εκδοχή, δε, επεισοδίων οπαδικής βίας, κατά τη διάρκεια της οποίας τραυματίστηκε και ο αστυνομικός, δεν αφορούσε καν το ποδόσφαιρο αλλά το βόλεϊ και δεν συνέβη εντός αθλητικού χώρου αλλά εκτός αυτού. Αντίστοιχα φαινόμενα βίας έχουν σημειωθεί και σε άλλα αθλήματα, όπως το μπάσκετ, το χάντμπολ ή άλλα. Προς τι, τότε, ο εντοπισμός των μέτρων στο ποδόσφαιρο;
Στην ανακοίνωσή της, η Ομοσπονδία των Αστυνομικών δηλώνει ότι «με περισσή αγωνία αναμέναμε από το Σάββατο, Αστυνομία και Κοινωνία, τα μέτρα τα οποία θα εξήγγειλε η κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της οπαδικής βίας, τα οποία υποτίθεται θα ήταν σκληρά και θα έθεταν τέλος στα φαινόμενα του χουλιγκανισμού και του εξευτελισμού της έννοιας του αθλητισμού. Όμως, με ακόμη μεγαλύτερη έκπληξη ακούσαμε τα όσα εξήγγειλε ο κύριος κυβερνητικός εκπρόσωπος».
Δεν έχουν άδικο να απορούν οι φίλτατοι αστυνομικοί. Το ίδιο το Μέγαρο Μαξίμου είχε διαρρεύσει τα περί της οργής του πρωθυπουργού, σε σχέση με την οπαδική βία, αντίδραση την οποία θεωρήσαμε ως απολύτως δικαιολογημένη. Εκ των πραγμάτων όμως και εκ του αποτελέσματος, οι προσδοκίες για την αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου διαψεύδονται.
Δίχως αμφιβολία, αυτή τη φορά, οι κρατούντες τα ηνία της χώρας παρέμειναν κωφοί στα κελεύσματα της κοινωνίας για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Παρέμειναν κωφοί στις εκκλήσεις για τερματισμό του ευτελισμού της αθλητικής ζωής του τόπου ή της ανάγκης να ξαναγίνουν οι αθλητικοί χώροι τόποι ασφαλούς κοινωνικής συνάθροισης. Τόποι τους οποίους θα μπορούν να επισκέπτονται γονείς με τα παιδιά τους, δίχως τον φόβο του κάθε χούλιγκαν.
Το πολιτικό κόστος, κατά τα φαινόμενα, δεν τους επέτρεψε να ακούσουν αυτές τις εκκλήσεις. Δίχως αμφιβολία, πρόκειται για ένα αυτογκόλ.