Φίλτατοι, καλή σας ημέρα.
Η αποχή βάρυνε στη διαμόρφωση του αποτελέσματος, και δη καταλυτικά σε περιπτώσεις όπως ο Δήμος Αθηναίων, όμως η αυτοδιοικητική κάλπη της Κυριακής είχε και ένα σαφές πολιτικό μήνυμα.
Η κυβέρνηση, δια στόματος πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, υποστηρίζει ότι το έλαβε. Στην αντιπολίτευση τι ακριβώς έγινε, πέραν της καίριας απουσίας του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, Στ. Κασσελάκη, την ώρα των πανηγυρισμών και του μάλλον πολιτικά αυτάρεσκου μηνύματος που εξέπεμψε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ΚΙΝΑΛ, Ν. Ανδρουλάκης;
Εάν μέτρο είναι τόσο οι αντιδράσεις της Κουμουνδούρου, που απέδιδαν αλαζονεία στον κ. Ανδρουλάκη, όσο και η διαδικτυακή τοποθέτηση του ιδίου του κ. Κασσελάκη, την επομένη, ο οποίος αν και έκανε λόγο για προοδευτική πλειοψηφία, επέλεξε να μην αναφερθεί σε συμπράξεις, τότε το όποιο μήνυμα εστάλη στην κεντροαριστερά μάλλον δεν βρήκε αποδέκτη. Για την ακρίβεια, εάν όντως υπήρξε αποδέκτης του, αυτός ήταν αυτόκλητος και de facto, ο πρώην πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, ο οποίος ήταν ίσως ο μόνος ο οποίος ευθέως μίλησε για συμπράξεις. «Όταν ενώνονται οι δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις, μπορεί να γίνει ανατροπή».
Υπ’ αυτό το πρίσμα, όμως, πού ακριβώς βρισκόμαστε;
Κατά μία εκτίμηση, με τις εσωκομματικές εξελίξεις ακόμη να «τρέχουν» στον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ ενόψει συνεδρίου και με την προοπτική των επικείμενων ευρωεκλογών, το 2024, το στοίχημα θα αφορούσε μάλλον την πόλωση παρά τη σύμπραξη στην κεντροαριστερά.
Ωστόσο, υπό το φως του πρόσφατου εκλογικού θριάμβου της ΝΔ στις βουλευτικές εκλογές, ο συνταγματικός ορίζοντας αναγκάζει τους όποιους σχεδιασμούς περί σύμπλευσης ή συμπόρευσης ή οποιασδήποτε άλλης εναλλακτικής προς αυτήν την κατεύθυνση να αφορούν το τέλος της τετραετίας ή εντέλει όποτε αποφασίσει ο πρωθυπουργός να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές.
Σε μία ανάλυση αυτού του είδους, όμως, οφείλουμε να προσμετρήσουμε τη δυνητική επίδραση προσώπων όπως ο νεοεκλεγείς δήμαρχος Αθηναίων Χάρης Δούκας στο πολιτικό σκηνικό. Μολονότι ούτε οι πολιτικές του φιλοδοξίες είναι γνωστές ούτε έχει έχει δοκιμαστεί επί της ουσίας στον πολιτικό στίβο, όπου μόλις τώρα έκανε το ντεμπούτο του, διαθέτει ένα «χαρτί» που δεν έχει ούτε ο κ. Ανδρουλάκης ούτε ο κ. Κασσελάκης, κατά την γνώμη μου.
Στο πρόσωπό του, ελέω και υψηλής αποχής από την κάλπη, συμπαρατάχθηκε ένα πρωτοφανές αντικυβερνητικό μέτωπο, το οποίο σαφώς είχε τον κύριο άξονά του στην κεντροαριστερά και την αριστερά αλλά συμπεριελάμβανε και τμήμα της δεξιάς, εκ του αριθμητικού αποτελέσματος, ενώ αντίστοιχη κίνηση παρατηρήθηκε μόνο στην Περιφέρεια Θεσσαλίας.
Ακόμη και εάν θεωρήσουμε ότι οι περιστάσεις ήταν πολιτικά ιδιάζουσες (Β’ γύρος αυτοδιοικητικών εκλογών και υψηλή αποχή), αντίστοιχες επιδόσεις αποτελούν όνειρο θερινής νυκτός για τους φίλτατους Κασσελάκη και Ανδρουλάκη. Και τούτο ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι θα εισέρχονταν σε μία διαδικασία αντίστοιχης «αναζήτησης». Πολλώ δε μάλλον όταν την αποκρούουν.
Έτσι, λοιπόν, ακόμη κι αν η κυβέρνηση -κατά δήλωσή της- έλαβε το μήνυμα της Β' Κυριακής των εκλογών (διότι ούτως ή άλλως κατά την πρώτη Κυριακή έκανε περίπατο…), η απουσία αποδέκτη στην απέναντι όχθη και η δυνητικά μακρά πορεία που έχει να διανύσει ο κ. Δούκας πριν την ανάληψη πρωτοβουλιών προς αυτήν την κατεύθυνση, αφήνει αδιατάρακτη την κυβερνητική κυριαρχία. Θυμίζει, όμως, το αποτέλεσμα της Κυριακής, ότι το εκλογικό σώμα μπορεί να αντιδράσει κατά τρόπο αυτόβουλο και αιφνιδιαστικό και ότι δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο…