Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Παλαιός του Χρηματιστηρίου συνήθιζε να υποστηρίζει ότι όταν “πουλάς” κάτι, είτε αυτό είναι μετοχές, είτε “χώρα”, χρειάζεσαι “στόρι”. Χρειάζεσαι, δηλαδή, να περιγράψεις την αναπτυξιακή προοπτική του πράγματος και το όραμα επί του οποίου θα μπορεί να βασίσει ο δυνητικός επενδυτής, εγχώριος ή αλλοδαπός, τις προσδοκίες του για αποδόσεις. Για να το περιγράψεις, δε, καλό θα ήταν “αυτό” να υπάρχει και να μην χρειάζεται να το “εφεύρεις”.
Εν προκειμένω, αυτό το διττό στοίχημα, το οποίο αφορά τόσο το εγχώριο, όσο και το διεθνές κοινό, επενδυτικό ή μη, πώς στέκει για την Ελλάδα; Ποιος είναι ο οικονομικός, ο πολιτικός αλλά και ο ευρύτερος γεωπολιτικός ορίζοντας που διανοίγεται για τη χώρα μας το επόμενο διάστημα και τι είδους προσδοκίες μπορεί να τρέφει ο κάθε πολίτης για μία καλύτερη ημέρα;
Αντίστοιχα, σε τι βαθμό έχει προεξοφληθεί η υπόθεση της αναβάθμισης της χώρας μας από την DBRS στην επενδυτική βαθμίδα και ποια η περαιτέρω επίδραση από τις αξιολογήσεις της Moody’s και των λοιπών οίκων αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας;
Πρώτα από όλα ας δούμε το “ταμείο”. Μπορεί η κυριότερη “βιομηχανία” της χώρας, η τουριστική, να “έσπασε ταμεία” εφέτος, με 16,1 εκατομμύρια τουρίστες στο 7μηνο, και μπορεί να είχαμε αντίστοιχο “μπουμ” και στην πορεία του προϋπολογισμού, όμως τα πράγματα φαίνεται ότι ήδη κινούνται στο όριό τους.
Όπως κατέστη σαφές και από την ομιλία του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, όπου τονίστηκε η ανάγκη δημοσιονομικής ευταξίας αλλά όπως φαίνεται και από τα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού, ό,τι περιθώρια υπήρχαν για στήριξη των εισοδημάτων των νοικοκυριών ή για την υποβοήθηση της επιχειρηματικότητας, έχουν ήδη εξαντληθεί ή εντέλει περιοριστεί κατά τρόπο ασφυκτικό.
Ακόμη χειρότερα το τερατώδες εύρος των θεομηνιών που έπληξαν τη χώρα μας, από τις πυρκαγιές έως τις πλημμύρες, αναγκάζουν ήδη στον επαναπροσανατολισμό επενδυτικών πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ ώστε να οδεύσουν για την αποκατάσταση των ζημιών στις πληγείσες περιοχές, στερώντας έτσι την οικονομία τόσο από έργα που έχει ανάγκη για την ανάπτυξή της όσο, κατά πάσα βεβαιότητα, από τους αυξημένους πολλαπλασιαστές που θα τα συνόδευαν.
Στην ίδια εξίσωση οφείλουμε να συμπεριλάβουμε, σε ό,τι αφορά στα νοικοκυριά αυτής της χώρας, την διπλή πρόκληση με την οποία είναι αντιμέτωπα στην έναρξη αυτής της χειμερινής περιόδου: Πρώτον, τα αυξημένο κόστος του πετρελαίου θέρμανσης και δεύτερον, το επίσης αυξημένο και ολοένα διευρυνόμενο κόστος των τροφίμων. Σε μία εποχή που ο πληθωρισμός στα τρόφιμα ήταν ούτως ή άλλως διψήφιος (10,7% για τον Αύγουστο), οι πλημμύρες στη Θεσσαλία “φρόντισαν” για την ακόμη υψηλότερη διαμόρφωση των τιμών των τροφίμων.
Τούτων όλων δοθέντων, από πού μπορεί να προκύψει η “προοπτική”; Από πού μπορεί να τροφοδοτηθεί το “στόρι” της χώρας, είτε για το εγχώριο κοινό, είτε για το διεθνές;
Η συγκεκριμένη συζήτηση είναι, ευλόγως, μεγάλη και δεν εξαντλείται σε λίγες γραμμές. Όμως, εν πολλοίς, συνοψίζεται σε μία φράση: Στην οικονομία. Δηλαδή, στις εξελίξεις εκείνες που θα τροφοδοτήσουν τις προσδοκίες ανάπτυξης και διεύρυνσης, μεγαλύτερης του αναμενόμενου.
Προσδοκίες, με άλλα λόγια, που θα θέσουν εκ νέου την Ελλάδα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος για το διεθνές επενδυτικό κοινό και συνάμα θα αναπτερώσουν τις ελπίδες των πολιτών για μία καλύτερη μέρα. Θα μπορούσαν αυτές οι εξελίξεις να προέλθουν από το φορολογικό πεδίο; Θα μπορούσαν να αφορούν δομικές μεταρρυθμίσεις, ή να σχετίζονται με άλλα επενδυτικά κίνητρα;
Αν και οι όποιες επιλογές είναι των κυβερνώντων, ένα είναι σίγουρο: χρειάζονται, επιτέλους, καλά νέα.