Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η αδυναμία της Ευρώπης να καταλήξει σε μία νέα συμφωνία για το μεταναστευτικό, κατά τη Σύνοδο Κορυφής της προηγουμένης εβδομάδας, όχι μόνον επιτείνει ένα δράμα που βρίσκεται σε εξέλιξη αλλά αντικατοπτρίζει και όσα χωρίζουν τα κράτη-μέλη της.
Στον απόηχο της τελευταίας τραγωδίας, που σημειώθηκε στα ανοικτά της Πύλου, Πολωνία και Ουγγαρία εναντιώθηκαν σε μία ούτως ή άλλως ατελή συμφωνία για το μεταναστευτικό, η οποία καθόριζε την «ταρίφα» για τη μη αποδοχή προσφύγων και μεταναστών στα εδάφη των κρατών-μελών στο ποσόν των 20 χιλ. ευρώ, επικαλούμενες την αρχή της πλειοψηφίας και όχι της ομοφωνίας, που εφαρμόστηκε στο συμβούλιο των υπουργών Εσωτερικών, το οποίο κατέληξε σε αυτή τη «λύση». Προφάσεις εν αμαρτίαις, δεδομένων των θέσεων που έχουν λάβει και κατά το παρελθόν αυτά τα δύο κράτη-μέλη.
Πλέον ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς μιλά για ελπίδα να υπάρξει συμφωνία μετά από ένα έτος, λίγο πριν τις ευρωεκλογές του Ιουνίου 2024. Θα είναι όμως πολύ αργά και για το μεταναστευτικό και για την Ευρώπη.
Ο δρόμος θα είναι ανοικτός για την απώλεια ακόμη χιλιάδων ζωών, αλλά θα κλείνει σταδιακά πλην σταθερά για την ίδια την Ευρώπη, καθώς θα τροφοδοτείται η ήδη σαφής στροφή των πολιτών της προς την ακροδεξιά και τις λύσεις που αυτή προτείνει για το μεταναστευτικό, αρχής γενομένης από τις επικείμενες ευρωεκλογές.
Τα μόνα ζητήματα για τα οποία εμφανίστηκε να ενδιαφέρεται ο επικεφαλής του πλέον οικονομικά ισχυρού κράτους της ΕΕ ήταν η ικανοποίηση των αναγκών που έχει η χώρα του σε εργατικό δυναμικό και η ομαλοποίηση των σχέσεων της ΕΕ με την Τουρκία.
Όπως τόνισε ο Γερμανός καγκελάριος, «μετά τις εκλογές στην Τουρκία, θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε τις ευκαιρίες που μας ανοίγονται για να ξεκινήσουμε μια νέα καλή συνεργασία». Σημείωσε ότι ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ και η Επιτροπή έχουν αναλάβει να υποβάλουν προτάσεις για την ανάπτυξη των σχέσεων με την Τουρκία, την ίδια ώρα που η συγκεκριμένη χώρα όχι μόνο δεν αναγνωρίζει ούτε καν την ύπαρξη και την κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενός πλήρους κράτους-μέλους της ΕΕ αλλά εξακολουθεί να απειλεί την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα ακόμη ενός κράτους-μέλους, της Ελλάδας.
Υπ’ αυτό το πρίμα όμως, εάν με τις παντός είδους εκπτώσεις στις οποίες είναι διατεθειμένη να προχωρήσει η Ευρώπη, προς ικανοποίηση των στενών συμφερόντων των οικονομικά ισχυρότερων κρατών της, παραβλέπει τις πλέον θεμελιώδεις των αρχών επί των οποίων οικοδομήθηκε, όπως είναι ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ίδιας της ανθρώπινης ζωής, στην περίπτωση του μεταναστευτικού ή ο σεβασμός στην κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα -εντέλει την ίδια την υπόσταση- των κρατών μελών της, τότε ποια θα είναι η τύχη της;
Εάν ένα χαλαρό -κατά κύριο λόγο οικονομικό- υπερεθνικό μόρφωμα όπως η ΕΕ, το οποίο δεν διαθέτει ενιαία εξωτερική και αμυντική πολιτική και δεν διαθέτει ικανές ή εντέλει επαρκείς ένοπλες δυνάμεις, εμφανίζεται πλέον να αδυνατεί να συμφωνήσει ακόμη και στα πλέον θεμελιώδη, στον σεβασμό των αρχών επί των οποίων δηλώνει ότι εδράζεται, όπως η αλληλεγγύη, τότε ποιο μπορεί να είναι το μέλλον του;
Απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα λάβουμε, κατά πάσα βεβαιότητα, σε ένα χρόνο, στις Ευρωεκλογές που επικαλείται και ο κ. Σολτς. Ακόμη κι αν είναι αργά...