Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Αν και το πολιτικό σύστημα που διαθέτει σήμερα η Κίνα δεν παύει να αποτελεί ένα σύγχρονο οξύμωρο, φιλοξενώντας στοιχεία άκρατου καπιταλισμού στην αγκαλιά ενός από τα τελευταία κομμουνιστικά καθεστώτα παγκοσμίως, ουδεμία αμφιβολία υπάρχει ότι παραμένει μία «δικτατορία του προλεταριάτου».
Το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ) έχει μονοπώλιο στην εξουσία, καθώς το καθεστώς είναι μονοκομματικό και οι εκλογές για την ανάδειξη της εκάστοτε ηγεσίας του δεν διεξάγονται σε εθνική βάση αλλά είναι τοπικές, για την εκλογή οργάνων τα οποία με τη σειρά τους εκλέγουν, εμμέσως και όχι απευθείας, τις υψηλότερες βαθμίδες της εξουσίας. Ακόμη, όμως, κι αν δεν σταθούμε σε αυτή τη δομή εκλογικών διαδικασιών, ως μέτρο δημοκρατίας, αρκεί να κοιτάξουμε τις επιδόσεις αυτής της χώρας από πλευράς ανθρωπίνων δικαιωμάτων, για να καταλήξουμε ότι όντως αποτελεί μία από τις τελευταίες «κόκκινες δικτατορίες» στην υφήλιο.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν κατέτασσε τον Κινέζο ομόλογό του Σι Τζινπίνγκ στην κατηγορία των «δικτατόρων», κατά τη διάρκεια δείπνου που παρέθεσε την Τρίτη στην Καλιφόρνια σε δωρητές του κόμματος των Δημοκρατικών, παρουσία εκπροσώπων του Τύπου, ελάχιστα απείχε από την πραγματικότητα.
Αποτελεί στοιχείο, ωστόσο, αν μη τι άλλο εντυπωσιακό ότι το έπραξε μόλις μία ημέρα μετά την ανάσα ανακούφισης που έδωσε στην παγκόσμια κοινότητα η πιθανότητα επαναγεφύρωσης των σχέσεων ΗΠΑ - Κίνας διαμέσου των συνομιλιών που διεξάγει ο Αμερικανός υπουργός των Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν στο Πεκίνο και τη συνάντηση που είχε με τον Κινέζο πρόεδρο.
Μετά από αυτή την πρώτη επίσκεψη Αμερικανού υπουργού των Εξωτερικών στην Κίνα σε διάστημα πέντε ετών, η οποία ελπίζεται ότι θα εκτονώσει την ένταση που έχει δημιουργηθεί αναφορικά με το ενδεχόμενο ακόμη και στρατιωτικής εμπλοκής μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων, με αντικείμενο την Ταϊβάν, ο φίλτατος Μπάιντεν έκρινε σκόπιμο να δυναμιτίσει το όλο κλίμα χαρακτηρίζοντας τον Σι Τζινπίνγκ ως δικτάτορα.
Αν και δεν είναι σαφές ούτε το παρασκήνιο αυτής της υπόθεσης ούτε η σκοπιμότητα του Μπάιντεν να προχωρήσει στη συγκεκριμένη ενέργεια, την ίδια ώρα που έχει στείλει τον επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας στην Κίνα για την εκτόνωση της έντασης που επικρατεί με τις ΗΠΑ, το όλο θέμα εξόργισε το Πεκίνο.
Το υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας χαρακτήρισε «εξαιρετικά παράλογες και ανεύθυνες» τις δηλώσεις του Μπάιντεν, καθιστώντας σαφές ότι τα σχόλιά του «παραβιάζουν σοβαρά βασικά στοιχεία, διπλωματικά πρωτόκολλα και την πολιτική αξιοπρέπεια της Κίνας». Με άλλα λόγια, υπονόησε ότι ακόμη κι αν υπήρχε μία ελπίδα εκτόνωσης της έντασης μεταξύ των δύο κρατών, τούτη εξανεμίστηκε μετά τις δηλώσεις του προέδρου των ΗΠΑ.
Αποτελεί αυτή η τοποθέτηση του Τζο Μπάιντεν ένδειξη ότι οι διπλωματικές προσπάθειες Μπλίνκεν ήσαν -ούτως ή άλλως- άκαρπες στο Πεκίνο ή συνιστούν, απλά, ένα ακόμη λεκτικό ατόπημα του Αμερικανού προέδρου, το οποίο σπατάλησε τους κόπους του υπουργού του επί των Εξωτερικών, με την άνεση μιας δημόσιας δήλωσης; Είναι δυσχερές να καταλήξει κανείς σε ένα ασφαλές συμπέρασμα, δίχως να έχει όλα τα δεδομένα ενώπιόν του.
Γεγονός παραμένει ωστόσο, ότι αυτή η υπόθεση κατέστησε πρόσκαιρη την ανάσα που πήρε η διεθνής κοινότητα, βλέποντας τις δύο -κυριότερες πλέον- υπερδυνάμεις να συνομιλούν κατά τρόπο, αν μη τι άλλο, ειρηνικό.
Τι σκεφτόταν άραγε ο Τζο Μπάιντεν;