Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Στην εκπνοή αυτής της προεκλογικής περιόδου, είναι, ενδεχομένως, απορίας άξιον πώς η πολιτική συζήτηση και δη εκ μέρους των κυριότερων εκπροσώπων του εκλογικού σώματος, προσπέρασε με τόσο μεγάλη ευκολία μία σειρά από ζητήματα με τα οποία ήδη βρισκόμαστε αντιμέτωποι και είναι βέβαιο ότι θα μας απασχολήσουν στο μέλλον.
Ακόμη κι αν υπερβούμε το γεγονός ότι μεγάλο μέρος της συζήτησης που έγινε, κυρίως εκ μέρους των κομμάτων της αντιπολίτευσης, αφορούσε στη λεγόμενη «αρνητική διαφήμιση», ήτοι στα αδύναμα στοιχεία των αντιπάλων και δη της κυβέρνησης και όχι στην πρόταση που τα ίδια κομίζουν προς το εκλογικό σώμα, ακόμη και τότε ξενίζει η ευκολία με την οποία η όλη συζήτηση περιστράφηκε πέριξ των προφανών και συνήθων: ήτοι της ακρίβειας, της ανεργίας, της παιδείας και της υγείας, για να αναφέρουμε μόνον ορισμένα.
Ευλόγως αυτά είναι ζητήματα επί των οποίων οφείλει να εστιαστεί μία προεκλογική συζήτηση, όπως και γίνεται εξάλλου στις περισσότερες εξ όσων έχουμε βιώσει στη διάρκεια της μεταπολίτευσης. Συνιστά ωστόσο ολίσθημα να παραμείνουν εκτός αυτής της συζήτησης, μείζονα θέματα όπως η κλιματική αλλαγή και οι πολιτικές που οφείλει να ακολουθήσει η χώρα μας για την αντιμετώπιση των επιπτώσεών της, η ραγδαία επέλαση της τεχνολογίας, συμπεριλαμβανομένης βεβαίως της τεχνητής νοημοσύνης και των προκλήσεων που θέτει ειδικά στον τόπο μας, ή ακόμη και πιο «παραδοσιακά» ζητήματα, όπως η μεταναστευτική πολιτική που θα όφειλε να έχει η Ελλάδα έναντι ενός φαινομένου που είναι βέβαιο ότι θα διογκωθεί στο άμεσο μέλλον.
Αντίστοιχα, βεβαίως, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, εκτός προεκλογικής συζήτησης παρέμεινε το ένα θέμα που όλα τα κόμματα θα όφειλαν να συζητούν: η εξωτερική πολιτική.
Την ίδια ώρα που στη γείτονα, ζητήματα εξωτερικής -και βεβαίως αμυντικής- πολιτικής αποτελούν πεδίο συνεννόησης σχεδόν για το σύνολο του εκεί πολιτικού κόσμου, αφανώς και εμφανώς, στη χώρα μας δεν μπαίνουμε καν στον κόπο να τα συζητήσουμε στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Προφανώς, στους λόγους για τους οποίους τούτο συμβαίνει θα πρέπει να προσμετρήσουμε και τις λαϊκιστικές κορώνες ή τις πολιτικές καριέρες που χτίστηκαν επ’ αυτών των θεμάτων κατά το παρελθόν.
Έτσι, λοιπόν, όταν στην ειδησεογραφία πρωταγωνιστούν ειδήσεις περί της επικείμενης ξηρασίας στη Νότια Ευρώπη, εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής -στην οποία, εάν δεν απατώμαι, συμπεριλαμβάνεται και η χώρα μας- ή περί των πιθανών απειλών που θέτει για την ανθρωπότητα η τεχνητή νοημοσύνη και στην Ελλάδα… αγρόν αγοράζουμε, εν μέσω προεκλογικής περιόδου, τότε ίσως είναι περισσότερο κατανοητά τα αίτια της απουσίας προετοιμασίας της χώρας μας, όταν μας πλήττουν οι κάθε λογής καταστροφές.
Διότι μετά τα τελευταία καταστροφικά καλοκαίρια, κατά τα οποία έγινε στάχτη από τις φλόγες της πύρινης λαίλαπας μεγάλο μέρος της χώρας, η απουσία έστω και αναφορών στο ζήτημα της αντιμετώπισης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής από τη δημόσια συζήτηση συνιστά ολίσθημα πρώτου μεγέθους και μάλιστα εκ μέρους του συνόλου του πολιτικού κόσμου της χώρας.
Ασφαλώς ο «απλός κόσμος» προσδοκά να ακούσει για υψηλότερους μισθούς, χαμηλότερη ανεργία και καλύτερες παροχές υγείας ή παιδείας. Όμως, πλέον, η συζήτηση οφείλει να μην είναι «τυφλή» για όλα τα λοιπά που βρίσκονται ήδη στην πόρτα μας.
Ακόμη κι αν δεν τα συζητήσουμε, αυτά εκεί θα μείνουν και θα μας… χτυπήσουν κάποια στιγμή την πόρτα.