Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η Γερμανία βίωσε χθες τη μεγαλύτερη απεργία εδώ και δεκαετίες. Στη Γαλλία, μετά τις πρωτοφανείς σε όγκο διαδηλώσεις, προετοιμάζονται για νέες κινητοποιήσεις και στο Ισραήλ, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να μεταθέσει κατά ένα μήνα την αμφιλεγόμενη δικαστική της μεταρρύθμιση, ώστε να περιοριστεί η αναταραχή στους δρόμους.
Αν και το έναυσμα των κινητοποιήσεων είναι διαφορετικό σε κάθε χώρα, το «δια ταύτα» είναι κοινό: υπάρχει κοινωνική δυσαρέσκεια ή και δυσφορία και αυτή βρίσκει διέξοδο στους δρόμους, ενίοτε με τρόπο βίαιο.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, αποκτά ενδεχομένως δευτερεύουσα σημασία εάν οι Γάλλοι διαμαρτύρονται για τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση που προώθησε ο πρόεδρος Εμ. Μακρόν ή για τον τρόπο με τον οποίο το έπραξε, παρακάμπτοντας το κοινοβούλιο, ή εάν οι Γερμανοί διεκδικούν μισθολογικές αυξήσεις υπό το φως του πληθωρισμού ή, τέλος, εάν οι Ισραηλινοί αντιτίθεται σε μία μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος, η οποία θεωρείται ως απειλή στα θεμέλια του δημοκρατικού τους πολιτεύματος.
Κυρίαρχο στοιχείο παραμένει ότι αυτή η διαμαρτυρία βρίσκει τη διέξοδό της στους δρόμους και μεταμορφώνεται σε αναταραχή, οδηγώντας σε κλυδωνισμούς τις εκεί κυβερνήσεις, οι οποίες κατά τα φαινόμενα, δεν έχουν δώσει -τουλάχιστον ακόμη- επαρκείς απαντήσεις στα ερωτήματα που θέτει η κοινωνία.
Για το «γαλλικό ζήτημα», ο Simon Kuper των Financial Times εκτιμά ότι -ενδεχομένως- τα πράγματα είναι «ώριμα» για τη μετάβαση στην «Έκτη Δημοκρατία», καθώς ο βίος της Πέμπτης, με τον πρόεδρο σε ρόλο «αυτοκράτορα», φαίνεται να φθάνει στο τέλος του.
Σύμφωνα με τον ίδιο, μολονότι η κοινωνική διαμαρτυρία με βίαιες και μαζικές διαδηλώσεις συνοδεύει τη Γαλλία από τον καιρό της επανάστασης του 1789, στο επίκεντρο της κοινωνικής δυσαρέσκειας που εκδηλώθηκε κατά της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης και της προώθησής της με προεδρικό διάταγμα βρίσκεται το γεγονός ότι οι πολιτικές ελίτ της χώρας έχουν ως γνώμονά τους το Παρίσι και όχι την περιφέρεια. Παραθέτει, δε, εκτενή επιχειρηματολογία ως προς αυτό, αιτιολογώντας την πρόταση για μείωση των εξουσιών του προέδρου και προώθηση μίας πιο αποκεντρωμένης μορφής διοίκησης της χώρας.
Στη Γερμανία, τουλάχιστον σε πρώτη ανάγνωση, τα πράγματα δείχνουν απλούστερα ή μάλλον περισσότερο άμεσα και διαυγή. Σύμφωνα με τα συνδικάτα, ο πληθωρισμός θέτει θέμα επιβίωσης για εκατομμύρια πολίτες. Άρα, το άμεσο αίτημα αφορά μισθολογικές αυξήσεις της τάξης, περίπου, του 10%. Δεν λείπουν βέβαια και οι κλυδωνισμοί του εκεί κυβερνητικού συνασπισμού, προς επίρρωση, ίσως, της επιχειρηματολογίας που αναπτύσσουν οι εδώ υπέρμαχοι των αυτοδύναμων κυβερνήσεων.
Αντιστοιχία, βεβαίως, υφίσταται και στο Ισραήλ, όπου ο Μπ. Νετανιάχου επιχειρεί αφενός να διατηρήσει τη συνοχή του κυβερνητικού συνασπισμού, αφετέρου, να αντιμετωπίσει τις οργίλες κοινωνικές αντιδράσεις, για μία μεταρρύθμιση η οποία θα περικόψει αρμοδιότητες από τη δικαιοσύνη και θα ενισχύσει την εκτελεστική εξουσία, κατά πολλούς, κατά τρόπο ζημιογόνο για την εκεί δημοκρατία.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση, η παρούσα χρονική συγκυρία δεν χαρακτηρίζεται μόνο από τις γεωπολιτικές εξελίξεις που έχουν στο επίκεντρό τους τον πόλεμο στην Ουκρανία και τους νέους συσχετισμούς που επιχειρούνται μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Κυριότερα, εμφανίζεται να κυριαρχείται και από την εκδήλωση κοινωνικής αναταραχής, η οποία έρχεται στην επιφάνεια με αφορμή συγκεκριμένα ζητήματα αλλά επηρεάζει το σύνολο του οικοδομήματος.
Αυτά, δε, σε χώρες οι οποίες φημίζονται για τις δημοκρατικές τους παραδόσεις και μπορούσαν έως τώρα να «χωνεύουν» ευχερέστερα αυτές τις αντιδράσεις.