Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η Ελλάδα έτεινε χείρα βοηθείας στη γείτονά της, την ώρα της ανάγκης της.
Έδειξε, κατά τρόπο έμπρακτο, ότι στέκει πρόθυμη να βοηθήσει, όταν οι περιστάσεις καλούν για αλληλεγγύη. Το προσωπικό της ΕΜΑΚ που βρέθηκε ταχύτατα στην Τουρκία, με δύο διαφορετικές αποστολές, γράφει ήδη τη δική του ιστορία στα χαλάσματα που άφησε πίσω του ο Εγκέλαδος.
Αγωνίζεται νυχθημερόν, δίνοντας μάχη με τον χρόνο και τις αντίξοες καιρικές συνθήκες για την ανεύρεση και διάσωση επιζώντων.
Ήδη, δε, καταφθάνουν στην Τουρκία τόνοι υγειονομικού και ιατροφαρμακευτικού υλικού και ειδών πρώτης ανάγκης (κουβέρτες, κρεβάτια, σκηνές κ.α.) για τους εκατοντάδες χιλιάδες που έχασαν τα σπίτια τους και όσους επλήγησαν από αυτούς τους φονικούς σεισμούς.
Ουδεμία αμφιβολία υπάρχει ότι πρόκειται για μία από τις πλέον τραγικές στιγμές στην πρόσφατη ιστορία της γείτονος. Όπως επίσης δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αυθόρμητη έκφραση αλληλεγγύης εκ μέρους της Ελλάδας αφήνει το στίγμα της στην τουρκική κοινή γνώμη.
Τώρα, την ώρα της οδύνης, οι γείτονες γνωρίζουν ότι βρεθήκαμε στο πλευρό τους.
Είναι μάταιο δε και ασφαλώς άχαρο να γίνεται «αποτίμηση» αυτής της προσπάθειας, ενόσω ο πόνος βρίσκεται στην κορύφωσή του. Είναι επίσης σαφές, όμως, ότι αυτή η νέα «διπλωματία των σεισμών» εκτονώνει την ένταση που είχε σωρευτεί στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Οι Μητσοτάκης και Ερντογάν μίλησαν ξανά, μετά από μήνες απουσίας επικοινωνίας. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως και ο Τύπος, στην Τουρκία, γέμισαν θετικές αναφορές για τη χώρα μας.
Ας μην τρέφουμε αυταπάτες, όμως. Όπως και κατά το παρελθόν, η λεγομένη «διπλωματία των σεισμών» δεν μπορεί από μόνη της να λύσει προβλήματα. Δίνει ίσως μία πρόσκαιρη -όπως μάθαμε και κατά το παρελθόν- ανάσα αλλά δεν φέρνει λύσεις.
Τουλάχιστον, δείχνει ότι είναι σε θέση να απομακρύνει τα… χειρότερα, αν και αυτό αμφισβητείται από πολλούς, οι οποίοι προβλέπουν πως όλα μπορούν να ανατραπούν εάν ο Ερντογάν νιώσει πως στριμώχνεται ενόψει των εκεί εκλογών.
Αυτό, όμως, που έχει όντως ως αποτέλεσμα η έμπρακτη έκφραση αλληλεγγύης του ενός κράτους προς το άλλο, του ενός λαού προς τον άλλο, είναι να θυμίσει ότι ήμασταν, είμαστε και θα παραμείνουμε γείτονες. Μπορεί να μας χωρίζουν πολλά αλλά είναι επίσης πολλά και εκείνα που μας ενώνουν.
Κατά πόσον αυτό το σκεπτικό μπορεί όντως να αποτελέσει μέρος του προβληματισμού με τον οποίο προσεγγίζει ο Ερντογάν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις δεν είναι σαφές. Ο μεθοδικός τρόπος με τον οποίο κτίζεται ο τουρκικός αναθεωρητισμός στη διάρκεια των τελευταίων ετών, ευλόγως, δεν επιτρέπει πολλές ελπίδες προς αυτή την κατεύθυνση. Δημιουργούνται, όμως, θετικά αναχώματα στην τουρκική κοινή γνώμη και αυτή, τουλάχιστον προ των εκλογών, δεν μπορεί να αγνοηθεί.
Η κακή κατάσταση της οικονομίας της γείτονος, ο καλπάζων πληθωρισμός και η λαϊκή δυσαρέσκεια που αυτός προκαλεί, σε συνδυασμό που όσα πολλά καταλογίζονται στον Τούρκο πρόεδρο για την κατάσταση του κράτους δικαίου στη χώρα του, αποτυπώνονταν ήδη στις μετρήσεις της κοινής γνώμης, ενόψει των εκλογών.
Πλέον υπάρχει όμως και ο αντίκτυπος των σεισμών, που μπορεί να οδηγήσει σε μη προβλέψιμες καταστάσεις, υπό το φως του μεγέθους της καταστροφής και της αδυναμίας των κρατικών αρχών να αντιδράσουν κατά τον προσήκοντα τρόπο ή τουλάχιστον επαρκώς.
Υπ’ αυτό το φως, είναι μάλλον θεάρεστο ότι ο συνήθης… «αποδιοπομπαίος τράγος», η Ελλάδα, -αυτόν τον καιρό- χαίρει αυξημένης εκτίμησης στην τουρκική κοινή γνώμη.