Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
To Άρθρο 50 του Συντάγματος είναι απολύτως σαφές: «O Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν έχει άλλες αρμοδιότητες παρά μόνο όσες του απονέμουν ρητά το Σύνταγμα και οι νόμοι που είναι σύμφωνοι μ’ αυτό».
Για την οικονομία της συζήτησης, η Προεδρία της Δημοκρατίας έχει μεριμνήσει και σε ειδική διαδικτυακή της σελίδα απαριθμεί, μία προς μία, αυτές τις αρμοδιότητες. Μεταξύ αυτών, δε, δεν συγκαταλέγεται κάποια η οποία να αφορά στη σύγκληση τομεακών ή κλαδικών ή οποιωνδήποτε άλλων συσκέψεων, εκ μέρους του ή της Προέδρου της Δημοκρατίας, πλην εκείνης που αφορά στους πολιτικούς αρχηγούς.
Έτσι λοιπόν, όταν ανακοινώνεται αρμοδίως ότι «η Πρόεδρος της Δημοκρατίας συγκαλεί την ερχόμενη Δευτέρα, 16 Ιανουαρίου 2023, και ώρα 12:00, σε σύσκεψη, στο Προεδρικό Μέγαρο, τις ηγεσίες της Δικαιοσύνης, την Ολομέλεια των προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας, κ.λπ., για την επίλυση των προβλημάτων που απασχολούν τη Θέμιδα» -και μάλιστα εν τη απουσία του καθ’ ύλην αρμόδιου υπουργού Κώστα Τσιάρα-, είναι σαφές ότι τούτο αποτελεί υπέρβαση του στενού πλαισίου αρμοδιοτήτων που ορίζει το ισχύον Σύνταγμα της χώρας σχετικά με τον ή την εκάστοτε Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Ακόμη κι αν η νυν Πρόεδρος Κατερίνα Σακελλαροπούλου είναι νομικός και δικαστικός με μακρά εμπειρία και έχει θητεύσει στη θέση της Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας και άρα γνωρίζει άριστα και εκ των έσω τα προβλήματα που ταλανίζουν τη Δικαιοσύνη στην Ελλάδα.
Ωστόσο, παρά την όποια τυχόν υπέρβαση των αρμοδιοτήτων της, είναι επίσης σαφές ότι η πρωτοβουλία της Προέδρου της Δημοκρατίας είναι απολύτως θεάρεστη.
Τα προβλήματα στη διαδικασία και στην ταχύτητα απονομής δικαιοσύνης στην Ελλάδα είναι άριστα καταγεγραμμένα και αποτελούν εδώ και χρόνια ένα πραγματικό «αγκάθι» τόσο για την καθημερινότητα πολιτών και επιχειρήσεων όσο και -εντέλει- για τη λειτουργία του πολιτεύματος. Δεν υπάρχει έκθεση διεθνούς οίκου ή οργανισμού, αναφορικά με τη χώρα μας, που να μην αναφέρεται στα συγκεκριμένα προβλήματα, τα οποία ευλόγως απομειώνουν την αξία της Ελλάδος ως επενδυτικού προορισμού.
Είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικό ότι μνεία αυτών των προβλημάτων γίνεται και στην έκθεση που παρουσίασε μόλις χθες ο γ.γ. του ΟΟΣΑ Ματίας Κόρμαν στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος δεσμεύτηκε ότι «εφόσον οι Έλληνες πολίτες μάς εμπιστευτούν και πάλι για μία δεύτερη τετραετία, η μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης θα αποτελέσει κεντρική πολιτική μας προτεραιότητα».
Ανεξαρτήτως λοιπόν των αρμοδιοτήτων της κας Σακελλαροπούλου και των δεσμεύσεων που ανέλαβε ο κ. Μητσοτάκης, μία πρωτοβουλία για την επιτάχυνση και βελτίωση της διαδικασίας απονομής δικαιοσύνης δεν μπορεί παρά να είναι θεάρεστη. Ακόμη κι αν αποκαλύπτει το όποιο έλλειμμα υφίσταται στη βελτίωση των πραγμάτων στον τομέα, εκ μέρους της τρέχουσας πολιτικής του ηγεσίας.
Ιδίως, δε, υπό το φως της πρωτοφανούς τροπής που λαμβάνουν τα πράγματα, μετά τη γνωμοδότηση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ισίδωρου Ντογιάκου ότι η ΑΔΑΕ είναι, εν πολλοίς, αναρμόδια να ενημερώνει για τις παρακολουθήσεις.
Πρόκειται για μία γνωμοδότηση η οποία πυροδότησε σφοδρότατες αντιδράσεις εκ μέρους του προέδρου της ΑΔΑΕ και πρώην αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας Χρ. Ράμμου, που τον φέρνει σε μία πρωτοφανή αντιπαράθεση -συνταγματικού πλέον χαρακτήρα- με τον κ. Ντογιάκο, αλλά και εκ μέρους του πολιτικού κόσμου της χώρας.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξης Τσίπρας δήλωσε ότι παραιτείται της βουλευτικής ασυλίας και προκάλεσε τον Ισ. Ντογιάκο να προχωρήσει στη σύλληψή του. Το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ εκτίμησε ότι η γνωμοδότηση Ντογιάκου εμποδίζει την έρευνα της ΑΔΑΕ για τις παρακολουθήσεις και το ΚΚΕ ότι αυτή η γνωμοδότηση ενισχύει το «σκοτεινό» θεσμικό πλαίσιο των παρακολουθήσεων.
Έτσι, λοιπόν, παρά τα όποια προβλήματα τυχόν τη συνοδεύουν -στον βαθμό που θα επιφέρει κάποια πρόοδο-, η πρωτοβουλία Σακελλαροπούλου στον τομέα της Δικαιοσύνης δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο ευπρόσδεκτη και αναγκαία!