Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Υπάρχει μία έκφραση η οποία εύστοχα περιγράφει τη γερμανική πολιτική έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όχι μόνον στις ημέρες μας αλλά διαχρονικά: «κορώνα, γράμματα, κερδίζω».
Δεν το είπαν ευθέως αλλά σαφώς το εννοούν οι φίλτατοι Τιερί Μπρετόν και Πάολο Τζεντιλόνι, κοινοτικοί επίτροποι, με άρθρο τους χθες στην Καθημερινή και άλλες ευρωπαϊκές εφημερίδες, με το οποίο πρότειναν τη δημιουργία «αμοιβαίων» ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων για την υπέρβαση της παρούσας κρίσης. Παρά τις περί του αντιθέτου επιθυμίες του Βερολίνου.
Αν και η γλώσσα που επέλεξαν δεν ξεφεύγει από τη λεκτική ορθοδοξία των Βρυξελλών, οι Μπρετόν και Τζεντιλόνι κατέστησαν σαφές αυτό που μία άλλη ψυχή, εδώ στην Ελλάδα, επαναλαμβάνει από τον Απρίλιο αναφορικά με το ενεργειακό ζήτημα: «Μπορούμε να αντεπεξέλθουμε καλύτερα και να προστατεύσουμε τους συμπολίτες μας, όταν καθοδηγούμαστε από την αλληλεγγύη».
Όσο όμως άκουσαν τις παραινέσεις και εκκλήσεις Μητσοτάκη, άλλο τόσο αναμένεται να ακούσουν και εκείνες των δύο κοινοτικών επιτρόπων στο Βερολίνο, στη Βιέννη και στις πρωτεύουσες των λοιπών βόρειων συνοδοιπόρων τους. «Είναι η μεμονωμένη άποψη δύο επιτρόπων. Έχω την εντύπωση ότι δεν είναι αυτή η γενική άποψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής», δήλωσε ο Αυστριακός υπουργός Οικονομικών Μάγκνους Μπρίνερ στο περιθώριο του χθεσινού ΕΚΟΦΙΝ.
Η άποψη που παρέθεσε δε ο κ. Μπρίνερ αντικατοπτρίζει και το ευρύτερο συναίσθημα αναφορικά με τον ρόλο που διαδραματίζει όχι το σύνολο των κοινοτικών επιτρόπων αλλά ειδικά η επικεφαλής της Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Διότι όντως, όπως υποστήριξε χθες από το βήμα του «Κύκλου Ιδεών», ο Ευάγγελος Μυτιληναίoς, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εμφανίστηκε σαφώς χαμηλότερη των προσδοκιών, καθυστερώντας επί μήνες, αφενός, την εκπόνηση προτάσεων επί του ζητήματος της αλλαγής του τρόπου πληρωμής των παραδόσεων φυσικού αερίου, αφετέρου, σε ό,τι έχει να κάνει με την ενιαία αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης εκ μέρους των «27». Επί μήνες απούσα. Ο λόγος δε για αυτό δεν μπορεί να είναι άλλος παρά οι αντιρρήσεις που εγείρει το Βερολίνο.
Όπως επεσήμανε χθες ο κ. Μυτιληναίoς, «πάρα πολλά από τα προβλήματα της Ευρώπης προέρχονται ανέκαθεν από τη Γερμανία. Επικαλούνται την κοινοτική αλληλεγγύη όποτε θέλουν και την πετάνε στο καλάθι των αχρήστων όταν δεν θέλουν».
Έτσι, λοιπόν, όταν το γερμανικό οικονομικό θαύμα έχει κτιστεί, κατά τις τελευταίες δεκαετίες, πάνω στο «τζάμπα αέριο» που εξασφάλιζε η Γερμανία από τη Ρωσία και έχει οδηγήσει -από κοινού με το ευρώ- στη δημιουργία του δημοσιονομικού χώρου που απολαμβάνει σήμερα το Βερολίνο, πώς είναι δυνατόν, όταν κλείνουν οι στρόφιγγες του αερίου, αυτό να «σφυρίζει αδιάφορα»;
Για την ακρίβεια, πώς είναι δυνατόν το Βερολίνο να απευθύνει νουθεσίες στη λοιπή Ευρώπη περί δημοσιονομικής ευταξίας, όταν αυτό υιοθετεί πακέτο 200 δισ. ευρώ για τη στήριξη της γερμανικής οικονομίας ενώ αποθαρρύνει άλλες ευρωπαϊκές χώρες από οριζόντιες κινήσεις στήριξης των δικών τους οικονομιών;
Ακόμη χειρότερα, όπως οι δύο κοινοτικοί επίτροποι σημειώνουν στο χθεσινό άρθρο τους: «Πώς μπορούν οι χώρες της Ε.Ε. που δεν έχουν τον ίδιο δημοσιονομικό χώρο (με τη Γερμανία) να στηρίξουν επίσης τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά;».
Οι Τζεντιλόνι και Μπρετόν το είπαν, με τη γνωστή διπλωματική γλώσσα των Βρυξελλών, αλλά το νόημα δεν αλλάζει: εάν το κουβάρι των αρχών επί των οποίων εδράζεται το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, μεταξύ αυτών και η αλληλεγγύη, αρχίσει να ξηλώνεται, τότε ο δρόμος για την κατάρρευσή του στέκει ορθάνοιχτος.