Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Τα ελληνικά πανεπιστήμια καταδυναστεύονται εδώ και χρόνια από φαινόμενα βίας και ανομίας. Από το «χτίσιμο» καθηγητών ή ακόμη και πρυτάνεων στις αίθουσές τους έως τη δημιουργία αποθηκών με μολότοφ και τη διακίνηση ναρκωτικών, μεταξύ πολλών άλλων, η πανεπιστημιακή ζωή βρίθει περιστατικών ανομίας και συχνά βίας. Όπως αντίστοιχα βρίθει και περιπτώσεων ανοχής σε αυτά τα περιστατικά.
Τμήμα της λύσης αυτού του προβλήματος ελπίζεται, από την παρούσα κυβέρνηση, ότι θα δοθεί μέσω της λεγόμενης Πανεπιστημιακής Αστυνομίας (Ομάδες Προστασίας Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων). Πρόκειται όμως περί μίας φενάκης.
Σύμφωνα με τον πανεπιστημιακό και υφυπουργό Παιδείας, αρμόδιο για την ανώτατη εκπαίδευση, Άγγελο Συρίγο (Καθημερινή 20/09/22): «Η πανεπιστημιακή αστυνομία είναι μία επιπλέον δικλίδα ασφαλείας. Μια αστυνομική δύναμη που βρίσκεται σε παραπλήσιο χώρο δημιουργεί αίσθημα ασφάλειας και μπορεί ενδεχομένως να αποτρέψει βίαια συμβάντα ή ζημιές».
Ενδεχομένως. Στην πράξη, ωστόσο, αυτό το πείραμα κινδυνεύει να ναυαγήσει πριν καν υλοποιηθεί. Οι λόγοι μάλλον απλοί.
Πρώτον, το συγκεκριμένο σώμα είναι «ειδικού χαρακτήρα», άοπλο και εν πολλοίς απροστάτευτο έναντι οργανωμένων ομάδων που αντιδρούν κατά τρόπο βίαιο στην παρουσία του στους πανεπιστημιακούς χώρους, με αποτέλεσμα να ακυρώνεται στην πράξη και να απαιτείται η συνδρομή του από… παραδοσιακές αστυνομικές δυνάμεις.
Δεύτερον, η πανεπιστημιακή κοινότητα εξακολουθεί να ανέχεται στις τάξεις της την παρουσία προσώπων τα οποία προχωρούν σε βιαιότητες, είτε κατά τρίτων είτε κατά της δημόσιας ή ιδιωτικής περιουσίας. Υπ’ αυτό το πρίσμα, όμως, το «κακό» παραμένει εντός των τειχών και δεν αποβάλλεται.
Είναι δυνατόν να παραμένουν ως μέλη της φοιτητικής κοινότητας άνθρωποι οι οποίοι -αποδεδειγμένα- είναι υπαίτιοι βιαιοτήτων ή καταστροφών εντός των ΑΕΙ; Όταν κάποιος εμφανίζεται να συμμετέχει καθ’ υποτροπή σε βιαιότητες ή βανδαλισμούς είναι δυνατόν να συνεχίζει να διατηρεί τη φοιτητική του ιδιότητα; Τι είδους μήνυμα κομίζει η πανεπιστημιακή κοινότητα προς την κοινωνία, εάν δεν αποβάλλει από τις τάξεις της όσους -αποδεδειγμένα- βιαιοπραγούν κατά τρίτων ή καταστρέφουν τη δημόσια περιουσία;
Όσο δε για τους πρόθυμους συνοδοιπόρους των φοιτητών, οι οποίοι επίσης συχνά πρωταγωνιστούν σε επεισόδια σε πανεπιστημιακούς χώρους, εκεί σαφώς αναδεικνύονται τα ελλείμματα του μοντέλου της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας και η ανάγκη αντικατάστασής του από τις δυνάμεις επιβολής της τάξης.
Με λίγα λόγια, φίλτατοι, το πείραμα της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας ξεκίνησε στραβά και κατά πάσα πιθανότητα δεν θα προσφέρει τα «συμπεφωνημένα», διότι είναι εκ των πραγμάτων ναρκοθετημένο. Αφενός, επειδή δεν διαθέτει την ισχύ που έχουν οι λοιπές αστυνομικές δυνάμεις, αφετέρου, επειδή ουδεμία προσπάθεια καταβάλλεται εκ μέρους της πανεπιστημιακής κοινότητας, ώστε να ξεριζωθεί η παραβατικότητα από τις τάξεις της.
Έτσι, λοιπόν, εάν η κυβέρνηση όντως επιθυμεί να αντιμετωπίσει, τουλάχιστον μερικώς, φαινόμενα βίας και ανομίας στα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας, οφείλει πρώτα να απομακρύνει τους οπαδούς της βίας και των βανδαλισμών από αυτά.
Εάν δεν το πράξει, ένα άοπλο σώμα όπως η Πανεπιστημιακή Αστυνομία θα αποδεικνύεται πάντα ανεπαρκές να επιβάλλει την τάξη και τα ΑΕΙ της χώρας θα συνεχίσουν να καταδυναστεύονται από μειοψηφίες όπως αυτές που αντιδρούν εσχάτως σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη κατά της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας. Όσο ευμεγέθεις κι αν αυτές ενίοτε εμφανίζονται.
Όλα αυτά, βέβαια, συνεπάγονται περαιτέρω αντιδράσεις και αντιπαράθεση, τουλάχιστον κατά το αρχικό στάδιο εφαρμογής. Σε προεκλογικούς χρόνους, δε, όπως οι παρόντες, είναι ζητούμενο κατά πόσον θα... εφαρμοστούν!