Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η χώρα διαθέτει νομίμως εκλεγμένη κυβέρνηση, η οποία χαίρει ευρείας κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Υπ’ αυτό το πρίσμα δύναται να πορεύεται αυτοδύναμα στην άσκηση πολιτικής επί παντός επιστητού, συμπεριλαμβανομένων, βεβαίως, των εθνικών θεμάτων.
Η έκκληση του ίδιου του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, προς την αντιπολίτευση, ωστόσο, «… να μπορούμε να συζητήσουμε με λογική και με μέτρο και με αντιπαράθεση, όποτε αυτή χρειάζεται, τις πολιτικές μας διαφωνίες», καθώς «μία παρατεταμένη προεκλογική περίοδος σε μεγάλη ένταση αντιπαράθεσης σίγουρα είναι κάτι το οποίο η χώρα δεν χρειάζεται», επιτάσσει την εξεύρεση μίας ελάχιστης βάσης συνεννόησης μεταξύ των κυριότερων πολιτικών δυνάμεων της χώρας. Το πλέον πρόσφορο πεδίο, δε, για την ανάπτυξη αυτής της συνεννόησης, αυτοδικαίως, είναι τα εθνικά θέματα.
Έτσι, λοιπόν, ακόμη κι αν ο πρωθυπουργός επιλέξει να αγνοήσει τη χθεσινή έκκληση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα «να ορίσει από τώρα υπηρεσιακό υπουργό Εσωτερικών προκειμένου να πάει ομαλά η χώρα στην πορεία προς τις εκλογές», «να θέσει σε διαρκή συνεδρίαση το Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής, ώστε όλες οι πολιτικές δυνάμεις να είναι σε πλήρη γνώση των εξελίξεων στα εθνικά μας θέματα καθ’ όλη τη προεκλογική περίοδο» και «να συσταθεί άμεσα η αρμόδια διακομματική επιτροπή και να επιβάλει δημοκρατικούς κανόνες ισότιμης προβολής των κομμάτων στα μέσα ενημέρωσης στην πορεία προς τις εκλογές», πρέπει, τουλάχιστον, να εξασφαλίσει έναν ελάχιστο κοινό παρονομαστή σύμπλευσης στα εθνικά θέματα. Ιδίως υπό το υφιστάμενο μέτωπο απειλών που αντιμετωπίζει η χώρα από τη γείτονα.
Σε αυτό το πλαίσιο, ίσως είναι πλέον ώριμη η συγκρότηση ενός φορέα όπως το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας, τη δημιουργία του οποίου εξάλλου είχε προτείνει το Ποτάμι, ένας πολιτικός σχηματισμός του οποίου πρώην στελέχη συγκαταλέγονται μεταξύ των μελών της παρούσας κυβέρνησης.
Η λειτουργία αντίστοιχων φορέων σε τρίτες χώρες, κατά τρόπο διευρυμένο και όχι αμιγώς κυβερνητικό παρέχει τη δυνατότητα διαβούλευσης και άντλησης εμπειριών από πολιτικά πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων και πρώην πρωθυπουργών ή πρώην αρχηγών των ενόπλων δυνάμεων, επικεφαλής των υπηρεσιών ασφαλείας και πληροφοριών και βεβαίως των εκπροσώπων των κυριότερων κοινοβουλευτικών δυνάμεων της χώρας, η συμβολή των οποίων ενισχύει σημαντικά τη δυνατότητα λήψης αποφάσεων εκ μέρους της κυβέρνησης.
Θα μπορούσε, δε, η λειτουργία ενός φορέα αυτού του είδους να συμβάλει καταλυτικά στην αποφυγή του κλίματος έντασης και αντιπαράθεσης, το οποίο απεύχεται ο κ. Μητσοτάκης για την προεκλογική περίοδο, είτε αυτή αποδειχθεί μακρά είτε όχι.
Ούτως ή άλλως, τα εθνικά θέματα απαιτούν εθνικούς χειρισμούς, ιδίως σε περιόδους έντονων απειλών όπως η παρούσα και ιδίως σε περιόδους (ακόμη και άτυπου) προεκλογικού χαρακτήρα, επίσης όπως η παρούσα. Η δε τρέχουσα σύνθεση του υφιστάμενου Κυβερνητικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας, η οποία εξορισμού αποτελείται από μέλη της κυβέρνησης και επικεφαλής αρμόδιων υπηρεσιών και των Ε.Δ., δεν προσφέρει αντίστοιχες ή ανάλογες δυνατότητες.
Η δημόσια σφαίρα και βεβαίως το Κοινοβούλιο αποτελούν τον φυσικό τόπο διεξαγωγής του πολιτικού διαλόγου, όμως, υπό τις παρούσες περιστάσεις πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα όχι μόνον ενημέρωσης αλλά και ανταλλαγής απόψεων σε καθεστώς εχεμύθειας.
Πρόκειται για μία κατάσταση πραγμάτων η οποία δεν ικανοποιείται από την υφιστάμενη διευθέτηση, του μονοπρόσωπου Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας, όποιος κι αν πληροί τη σχετική θέση, ή του Κυβερνητικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας.