Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Το αμερικανικό εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο και η ταυτόχρονη ανακοίνωση της ΕΕ ότι προτίθεται να απεξαρτηθεί σταδιακά από τις προμήθειες καυσίμων από τη Ρωσία «πολύ πριν από το 2030», συνιστούν τη μεγαλύτερη μεταβολή πολιτικής στον ενεργειακό τομέα εδώ και δεκαετίες.
Πρόκειται για μέτρα που θα πλήξουν βαριά τη ρωσική οικονομία, η οποία εξαρτάται καταλυτικά από τις εξαγωγές καυσίμων στη Δύση και βεβαίως θα έχουν σαφείς επιπτώσεις και στις δυτικές οικονομίες, οι οποίες ήδη αντιμετωπίζουν θεαματικές αυξήσεις στις ενεργειακές τιμές.
Υπό το πρίσμα αυτών των κοσμογονικών αλλαγών πολιτικής, όποιοι κι αν ήταν οι οικονομικοί, περιβαλλοντικοί ή ακόμη και γεωπολιτικοί ενδοιασμοί των Ηνωμένων Πολιτειών που οδήγησαν στην άρση της υποστήριξής τους στην κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου EastMed, είναι σαφές ότι οφείλουν να επανεξεταστούν.
Σε ό,τι αφορά στην Ευρώπη, η Γερμανία ήδη ανέστειλε και επισήμως τη λειτουργία του νέου αγωγού Nord Stream 2, μέσω του οποίου θα μεγιστοποιούσε τις προμήθειες φυσικού αερίου από τη Ρωσία, ενώ η ίδια η Μόσχα απειλεί με μείωση της ροής του Nord Stream 1 ως αντίποινα.
Τούτου δοθέντος, οι όποιοι σχεδιασμοί υπήρχαν για την αύξηση της ευρωπαϊκής εξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο αποτελούν πλέον παρελθόν.
Αντίστοιχα, στις ΗΠΑ, η χθεσινή ομιλία Μπάιντεν τερμάτισε τις όποιες ελπίδες έτρεφε η Μόσχα σχετικά με τη συνέχιση της χρηματοδοτικής ροής προς τη Ρωσία από τις εξαγωγές καυσίμων.
Η διαδικασία μετάβασης θα είναι δαπανηρή, είπε ο κ. Μπάιντεν, για επιχειρήσεις και νοικοκυριά, αλλά υπάρχουν αποθέματα υδρογονανθράκων προς εκμετάλλευση στις ΗΠΑ ενώ, κατ’ ανάγκην, θα επιταχυνθεί η μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Υπό το φως όλων αυτών, ακόμη κι αν η οικονομική λογική κατασκευής του αγωγού EastMed, προϋπολογισθείσης αξίας 6 δισ. ευρώ, εμφανιζόταν ως ασθενής το 2016, οπότε εγκαινιάστηκε η σχετική προσπάθεια, σήμερα, με μία πρωτοφανή άνοδο τιμών φυσικού αερίου που υπερβαίνει το 70% για το τελευταίο έτος, το όλο έργο αποκτά μία νέα λογική.
Αντίστοιχα, δίνει χρόνο στην ΕΕ για την ενεργειακή της μετάβαση σε ΑΠΕ και την ηλεκτρική διασύνδεσή της με την Αίγυπτο, για την κάλυψη μέρους των ενεργειακών αναγκών της.
Ας μην τρέφουμε αυταπάτες, όμως. Όποιοι κι αν ήταν οι λόγοι που επικαλούνταν οι ΗΠΑ με το διαβόητο non paper το οποίο κοινοποίησαν στην Κύπρο, στο Ισραήλ και στην Ελλάδα και είδε το φως της δημοσιότητας στις αρχές του έτους, στη «μετά ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία» εποχή οφείλουν να επανεξεταστούν.
Οι ΗΠΑ δεν ήραν τη στήριξή τους στον EastMed μόνον εξαιτίας της προτίμησής τους στον EuroAsia Interconnector, μέσω του οποίου σχεδιάζεται η προμήθεια της Ευρώπης με καθαρή ηλεκτρική ενέργεια (ΑΠΕ) από την Αίγυπτο, όπως υποστήριξαν. Κυριότερα, η εξέλιξη αφορούσε, πρώτον, τις ομολογημένες τουρκικές ενστάσεις περί ΑΟΖ και δεύτερον, τους -μηδέποτε ομολογημένους- γερμανικούς σχεδιασμούς για την αύξηση της ευρωπαϊκής εξάρτησης στο ρωσικό φυσικό αέριο, το οποίο ευθέως ανταγωνιζόταν ο EastMed.
Υπό το φως αυτών των δεδομένων αναβιώνει η υπόθεση του EastMed, όπως θύμισε τη Δευτέρα, στο ενεργειακό συνέδριο CERAWeek, που πραγματοποιείται από τις 7 έως τις 11 τρέχοντος στο Χιούστον των ΗΠΑ, ο διευθύνων σύμβουλος της Chevron, Michael Wirth, σύμφωνα με την Jerusalem Post.
Οι επισημάνσεις του επικεφαλής της Chevron, η οποία εξαγόρασε προ διετίας και τη Noble Energy που εκμεταλλεύεται τα ισραηλινά κοιτάσματα Tamar και Leviathan, τα οποία θα τροφοδοτούσαν τον EastMed, έχουν στέρεες βάσεις υπό το φως των πρόσφατων γεωπολιτικών και ενεργειακών εξελίξεων.
Ούτως ή άλλως συνιστά σχήμα οξύμωρο να απεμπολείται η ευκαιρία του East Med, τη στιγμή κατά την οποία η Ευρώπη αναζητά εναλλακτικές πηγές ενέργειας. Κατά πόσον, όμως, αρκούν όλα αυτά ώστε να μεταβάλουν την αμερικανική στάση έναντι της Τουρκίας, παραμένει άγνωστο…
Σε οποιαδήποτε περίπτωση πάντως, προσφέρουν... τροφή για συζήτηση με τον πρόεδρο Ρ. Τ. Ερντογάν, τόσο κατά την επίσκεψη του προέδρου του Ισραήλ Ισ. Χέρτζογκ σήμερα όσο και του Έλληνα πρωθυπουργού Κυρ. Μητσοτάκη την Κυριακή.